Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Φορολογία εισοδήματος

ΠΟΛ. 1048/27-2-2001 Κοινοποίηση των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 37 του ν. 2874/2000

ΥΠΟΙΚ 1020641/10123/Β0012/ΠΟΛ.1048/27.2.2001

Κοινοποίηση των διατάξεων των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 37 του ν. 2874/2000

Σας κοινοποιούμε τις αναφερόμενες στο θέμα διατάξεις του ν.2874/2000, ο οποίος δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 286 Α` και παρέχουμε τις ακόλουθες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή τους:

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 προστίθεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 8 του ν.2238/1994 περίπτωση ζ`. Με τις νέες διατάξεις δίνεται η δυνατότητα έκπτωσης από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου, ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) της δαπάνης που κατέβαλε για την αγορά μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού. Το ποσό της έκπτωσης αφαιρείται από το συνολικό εισόδημα αφού συμπληρωθούν τρία έτη από την αγορά των μεριδίων και δεν μπορεί να υπερβεί το ποσό του ενός εκατομμυρίου διακοσίων πενήντα χιλιάδων (1.250.000) δραχμών. Η έκπτωση αυτή παρέχεται μόνο μία φορά.

Διευκρινίζεται ότι, απαραίτητη προϋπόθεση για την εφαρμογή της παραπάνω έκπτωσης είναι η διατηρησιμότητα των μεριδίων των μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού για τρία (3) έτη, από την ημερομηνία αγοράς. Συνεπώς, αν για παράδειγμα ένας φορολογούμενος (φυσικό πρόσωπο) αγόρασε στις 15-2-2001 μερίδια μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού, θα δικαιούται έκπτωση ποσοστού είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) - και μέχρι ποσού ενός εκατομμυρίου διακοσίων πενήντα χιλιάδων (1.250.000) δραχμών - της συνολικής δαπάνης αγοράς των μεριδίων αυτών, με τη δήλωση οικονομικού έτους 2005, εφόσον διατηρήσει στην κατοχή του τα συγκεκριμένα μερίδια τουλάχιστον μέχρι και τις 15-2-2004.

Επίσης, από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 προκύπτει σαφώς ότι η προαναφερόμενη έκπτωση παρέχεται στο φορολογούμενο μόνο μια φορά. Συνεπώς, κάθε πρόσωπο μπορεί να κάνει χρήση του πλεονεκτήματος της έκπτωσης μια και μοναδική φορά και όχι μια φορά ανά τριετία.

2. Με την παράγραφο 2 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 ορίζεται ότι οι διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου και νόμου εφαρμόζονται για τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων που αποκτώνται από 1-1-2001 και μετά, καθώς και για τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων που αγοράστηκαν μέχρι 31-12-2000, εφόσον αυτά δεν μεταβιβαστούν για τρία έτη από 31 Δεκεμβρίου 2000 και μετά.

Συνεπώς, οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 εφαρμόζονται και για τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων που αγοράστηκαν οποτεδήποτε στο παρελθόν και μέχρι 31-12-2000, εφόσον ο φορολογούμενος τα διατηρήσει στην κατοχή του τουλάχιστον για τα τρία επόμενα έτη από το έτος της αφετηρίας της παραπάνω ρύθμισης, δηλαδή για το συνολικό ποσό που κατέβαλε ο φορολογούμενος για αγορά μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού μέχρι 31-12-2000, εφόσον τα διατηρήσει στην κατοχή του μέχρι και 31-12-2003, θα τύχει της παραπάνω έκπτωσης κατά το οικον. έτος 2004 (χρήση 2003).

Οι φορολογούμενοι απέναντι από τους κωδικούς αριθμούς 995-996 του πίνακα 11 της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων οικον. έτους 2001 θα γράψουν το συνολικό ποσό της δαπάνης που έχουν καταβάλει μέχρι 31-12-2000 για αγορά μεριδίων μετοχικών και μεικτών αμοιβαίων κεφαλαίων εσωτερικού, εφόσον εξακολουθούν να τα έχουν στην κατοχή τους μέχρι σήμερα. Μαζί με τη δήλωση θα συνυποβάλουν κατάσταση στην οποία θα αναγράφεται ο τίτλος των αμοιβαίων κεφαλαίων, ο αριθμός των μεριδίων, η ημερομηνία και η αξία αγοράς τους.

3. `Οπως είναι γνωστό, με βάση τις διατάξεις των παραγρ.1 και 4 του άρθρου 38 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, τα κέρδη (υπεραξία) που αποκτούν οι επιχειρήσεις με βιβλία Γ` κατηγορίας του ΚΒΣ από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ ή σε οποιοδήποτε άλλο Χρηματιστήριο απαλλάσσονται της φορολογίας, εφόσον εμφανισθούν σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού προκειμένου να συμψηφισθούν με αυτά στο μέλλον ζημιές που ενδεχόμενα θα προκύψουν από την πώληση γενικά μετοχών, εισηγμένων ή ΜΗ.

Το υπόλοιπο της ζημίας που προκύπτει κατά τον συμψηφισμό αυτό ή ολόκληρο το ποσό της όταν δεν υπάρχει το πιο πάνω αποθεματικό, μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης.

Επίσης, με βάση τα οριζόμενα από την παραγρ.3 του ίδιου άρθρου, η ζημία που προκύπτει στο τέλος της χρήσης από την αποτίμηση μετοχών στο Χρηματιστήριο, αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο. Ειδικότερα, αφού μεταφερθεί σε χρέωση του λογαριασμού Αποθεματικά από Χρεόγραφα, τα οποία έχουν σχηματισθεί, είτε από την πώληση γενικά μετοχών και χρεογράφων (πριν από την έναρξη ισχύος του ν.2459/1997), είτε από την πώληση μετοχών εισηγμένων σε Χρηματιστήριο, είτε από την ανταλλαγή ή λήψη δωρεάν μετοχών λόγω αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων, το προκύπτον υπόλοιπο ζημίας (ή ολόκληρο το ποσό αυτής αν δεν υπάρχει κάποιο από τα πιο πάνω αποθεματικά) δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, αλλά μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό προκειμένου να συμψηφισθεί με κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων σε Χρηματιστήριο ή από τη δωρεάν λήψη μετοχών λόγω αναπροσαρμογής της αξίας ακινήτων εταιρίας στην οποία συμμετέχει.

4. `Ηδη, με τις διατάξεις της παραγρ.3 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 παρέχεται στις επιχειρήσεις η δυνατότητα να αντιμετωπίσουν κατά διαφορετικό τρόπο τη ζημία που προέκυψε ειδικά κατά τη διαχειριστική περίοδο 2000 (οικον. έτος 2001), είτε από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών, είτε από την αποτίμησή τους με βάση τις διατάξεις του ΚΒΣ στο τέλος της ίδιας χρήσης.

Ειδικότερα, με τις νέες διατάξεις προβλέπεται ότι η πιο πάνω ζημία, κατά το μέρος που υπερβαίνει το ποσό των αποθεματικών που ορίζονται από τις διατάξεις των παραγρ.1 και 3 του άρθρου 38 του ΚΦΕ ή ολόκληρο το ποσό αυτής όταν δεν υπάρχουν τέτοια αποθεματικά, μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό του ενεργητικού και δύναται να εκπίπτει ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2000 και των τεσσάρων επομένων αυτής (2001-2004), προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του άρθρου 38 του ΚΦΕ, ως προς τη ζημία αυτή.

Επομένως, αν κατά τη χρήση 2000 ή στο τέλος αυτής με την αποτίμηση προέκυψε σε βάρος της επιχείρησης ζημία από μετοχές εισηγμένες στο ΧΑΑ, η επιχείρηση κατ`αρχήν υποχρεούται να τη συμψηφίσει με τα αποθεματικά που μνημονεύονται στην παρ.3 του άρθρου 38 του ΚΦΕ και το απομένον υπόλοιπο (ή ολόκληρο το ποσό της ζημίας αν δεν υπάρχουν τα συγκεκριμένα αποθεματικά), αν θέλει, μπορεί να το εκπέσει ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων 2000, 2001, 2002, 2003 και 2004 για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών των χρήσεων αυτών.

Είναι αυτονόητο ότι, ως ζημία από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ λαμβάνεται το τελικό αποτέλεσμα που προέκυψε από τις πωλήσεις των μετοχών αυτών που πραγματοποίησε η επιχείρηση κατά τη διάρκεια της χρήσης 2000, όπως άλλωστε συμβαίνει και κατά την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 38 του ΚΦΕ. Επομένως, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 37 του ν.2874/2000, από τα αποθεματικά που αναφέρονται στο νόμο θα αφαιρείται, είτε το σύνολο της ζημίας που προέκυψε σε βάρος της επιχείρησης από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ και από την αποτίμηση αυτών που υπήρχαν στο τέλος της χρήσης, είτε το ένα από τα ποσά αυτά σε περίπτωση που η ζημία οφείλεται σε μία μόνο από τις πιο πάνω αιτίες.

Το απομένον ή ολόκληρο, κατά περίπτωση, ποσό ζημίας θα εκπεσθεί ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2000 και των επομένων τεσσάρων αυτής. Σε περίπτωση μη επάρκειας των κερδών, το 1/5 της ζημίας που εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 2000 δεν μεταφέρεται στα επόμενα έτη για συμψηφισμό. Το ίδιο ισχύει και για το 1/5 της ζημίας που εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων 2001-2004 (οικον. έτη 2002 - 2005), καθόσον η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος αναφέρεται στην ευχέρεια επιλογής από τις επιχειρήσεις εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 37 του ν.2874/2000 ή του άρθρου 38 του ΚΦΕ.

Περαιτέρω, σας γνωρίζουμε ότι, οι διαλαμβανόμενες διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 δεν έχουν εφαρμογή όταν το ποσό της ζημίας που θα προκύψει από την αποτίμηση των εισηγμένων στο ΧΑΑ μετοχών, που υπήρχαν κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου 2000 στο χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης, είναι μικρότερο από τα κέρδη που πραγματοποίησε αυτή από την πώληση όμοιων μετοχών κατά τη διάρκεια της ίδιας χρήσης, καθόσον στην περίπτωση αυτή το τελικώς προκύπτον αποτέλεσμα είναι θετικό (κέρδη) και ο νόμος δεν προβλέπει γι`αυτό τίποτε σχετικό. Στην περίπτωση αυτή θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 38 του ΚΦΕ. Δηλαδή, τα κέρδη από την πώληση των μετοχών θα εμφανισθούν, εφόσον το επιθυμεί η επιχείρηση, σε λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού και η ζημία από την αποτίμηση θα συμψηφισθεί με τα αποθεματικά που αναφέρονται στο νόμο και το απομένον υπόλοιπο (ή ολόκληρο το ποσό αυτής αν δεν υπάρχουν αποθεματικά) θα εμφανισθεί στον ειδικό λογαριασμό.

Επίσης, οι υπόψη διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για μετοχές εισηγμένες σε άλλα, εκτός του Αθηνών Χρηματιστήρια καθώς και για τη ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων, καθόσον ο νόμος αναφέρεται ρητά σε μετοχές εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Τέλος, επειδή στο νόμο αναφέρεται ρητά ότι τα ανωτέρω αφορούν σε πωλήσεις μετοχών που έλαβαν χώρα μέσα στη διαχειριστική περίοδο 2000 (οικον. έτος 2001) ή την αποτίμησή τους σύμφωνα με τις διατάξεις του ΚΒΣ, συνάγεται ότι, όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω έχουν εφαρμογή και για τις επιχειρήσεις που θα κλείσουν ισολογισμό μέχρι και 31 Ιουλίου 2001.

5. Με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 37 του ν.2874/2000 ορίζεται ότι, η ζημία που προκύπτει σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 4 του ν.1969/1991 από την αποτίμηση της αξίας κινητών αξιών του χαρτοφυλακίου των Ανωνύμων Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου του ίδιου νόμου κατά τη διαχειριστική περίοδο 2000 (οικονομικό έτος 2001), κατά το μέρος που υπερβαίνει το ποσό των αποθεματικών του άρθρου 10 του ν.1969/1991 ή ολόκληρο το ποσό αυτής, εφόσον δεν υφίστανται τοιαύτα αποθεματικά, μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό του ενεργητικού και δύναται να εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της πιο πάνω διαχειριστικής περιόδου και των τεσσάρων επομένων αυτής, με την προϋπόθεση ότι σε κάθε διαχειριστική περίοδο θα εκπίπτει τουλάχιστον ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της εν λόγω ζημίας μέχρι μηδενισμού της.

Η πιο πάνω ζημία είναι αδιάφορη από φορολογικής πλευράς λόγω του ειδικού τρόπου φορολογίας των Ανωνύμων Εταιριών Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου, που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 16 του ν.1969/1991, όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με την παρ.1 του άρθρου 16 του ν.2459/97 και την παρ.5 του άρθρου 6 του ν.2579/1998, (3%ο επί του μέσου όρου των επενδύσεών τους, πλέον διαθεσίμων σε τρέχουσες τιμές, όπως απεικονίζονται στους τριμηνιαίους πίνακες επενδύσεων που προβλέπονται από την παράγραφο 1 του άρθρου 12).

6. Επίσης, με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 37 του κοινοποιούμενου νόμου, οι οποίες ισχύουν για πωλήσεις μετοχών που διενεργούνται από την 1.1.2001 και εφεξής, σύμφωνα με την παραγρ.6 αυτού του άρθρου, ορίζεται ότι ο συντελεστής του φόρου που προβλέπεται από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν.2579/1998 (ΦΕΚ 31Α`) και της παραγράφου 2 του άρθρου 27 του ν.2703/1999 (ΦΕΚ 72Α`), όπως ισχύουν μετά την τροποποίησή τους με το άρθρο 22 του ν.2742/1999 (ΦΕΚ 207Α`), μειώνεται από έξι τοις χιλίοις (6%ο) σε τρία τοις χιλίοις (3%ο).

Επομένως και όπως προκύπτει από τις διατάξεις αυτές, στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ για συναλλαγές που πραγματοποιούνται σ`αυτό και στις πωλήσεις μετοχών εισηγμένων σε αλλοδαπά Χρηματιστήρια ή σε άλλους διεθνώς αναγνωρισμένους χρηματιστηριακούς θεσμούς, οι οποίες πραγματοποιούνται από την 1.1.2001 και μετά, επιβάλλεται πλέον επί της αξίας πώλησής τους φόρος με συντελεστή 3%ο και όχι 6%ο όπως ίσχυε προγενέστερα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!