Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Οικονομικές Ειδήσεις

Κατατέθηκε το νομοσχέδιο για τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών

Κατατέθηκε στη Βουλή το νομοσχέδιο "Μείωση ασφαλιστικών εισφορών και άλλες διατάξεις."

Μπορείτε να διαβάσετε και να αποθηκεύσετε σε μορφή PDF:

Παρατίθενται ακολούθως οι διατάξεις και η αιτιολογική έκθεση για τα άρθρα 1 - 7 (Μέρος Α, Κεφάλαιο Α) που αφορούν στη μείωση ασφαλιστικών εισφορών ελευθέρων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και αγροτών.

Σημειώνεται ότι στις λοιπές διατάξεις του νομοσχεδίου περιλαμβάνονται λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις (Μέρος Α', Κεφάλαιο Β) και διατάξεις σχετικά με τη ρύθμιση θεμάτων εργαζομένων, ανέργων, ΣΕΠΕ και ΟΑΕΔ και λοιπές διατάξεις (Μέρος Β').

1α. Αιτιολογική Έκθεση 

Άρθρο 1

Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη καθορίζονται τα ποσοστά της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης που καταβάλουν οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες, παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992.

Ειδικότερα, προβλέπεται ότι το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης των ασφαλισμένων που προέρχονται από τον τ. ΟΑΕΕ και τον τ. ΕΤΑΑ (άνω πενταετίας), μειώνεται από 1.1.2019 έναντι του αρχικώς προβλεφθέντος ποσοστού 20% σε ποσοστό 13,33%. Το ποσοστό αυτό εξακολουθεί να υπολογίζεται επί του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, πλην όμως τελεί υπό την επιφύλαξη της υποχρεωτικής ελάχιστης μηνιαίας εισφοράς.

Σύμφωνα με την προτεινόμενη διάταξη, η κατά τα ανωτέρω υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης των παραπάνω ασφαλισμένων δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

1β. Διατάξεις

Άρθρο 1

Αντικατάσταση του άρθρου 39 του ν. 4387/2016

1. Το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 (Α' 85) αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«1. Από 1.1.2017, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης, που καταβάλλουν τα πρόσωπα, παλαιοί και νέοι ασφαλισμένοι, κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992, τα οποία υπάγονται ή θα υπάγονταν, σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν ως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ και του ΕΤΑΑ, ανέρχεται σε ποσοστό 20%.

Από 1.1.2019, το ποσοστό του προηγούμενου εδαφίου διαμορφώνεται σε 13,33%, με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου της παρ. 3.

2. α. Τα ως άνω ποσοστά υπολογίζονται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.

Από 1.1.2018 και εντεύθεν, τα ως άνω ποσοστά υπολογίζονται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το φορολογητέο αποτέλεσμα από την άσκηση της δραστηριότητάς τους κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος όπως εκάστοτε ισχύει, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Ειδικά, για το έτος 2018, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του 85% του ως άνω φορολογητέου αποτελέσματος.

Ως ετήσιο εισόδημα των προσώπων που είναι μέλη προσωπικών εταιριών νοείται, για τη δραστηριότητά τους αυτή και για την εφαρμογή του παρόντος, το γινόμενο του πολλαπλασιασμού των συνολικών κερδών της εταιρίας επί του ποσοστού συμμετοχής εκάστοτε μέλους σε αυτή. Σε περίπτωση ζημιών ή μηδενικών κερδών τα μέλη των προσωπικών εταιριών καταβάλλουν εισφορές, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 3.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης εξειδικεύονται τα ειδικότερα θέματα των κανόνων προσδιορισμού της βάσης υπολογισμού εισφορών ανά επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και ο τρόπος είσπραξης.

β. Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας παραγράφου.

Το ύψος της βάσης υπολογισμού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους, με την επιφύλαξη για το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.

Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζεται η ρύθμιση του άρθρου 98.

Η νέα βάση υπολογισμού αρχίζει να εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει είτε από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης ή την υποβολή νέας αίτησης εκ μέρους του ασφαλισμένου είτε αυτοδικαίως και πριν από την παρέλευση του επιλεγέντος σύμφωνα με τα ανωτέρω χρονικού διαστήματος εφόσον προκύψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος σε σχέση με την επιλεγείσα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

3. Από 1.1.2017 η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού επί της οποίας υπολογίζεται το εκάστοτε προβλεπόμενο ποσοστό εισφοράς καθορίζεται με βάση το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Από 1.1.2019 η ελάχιστη μηνιαία εισφορά για τον κλάδο κύριας σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Στις περιπτώσεις ελεύθερου επαγγελματία ή αυτοαπασχολούμενου που απασχολείται παράλληλα ως μισθωτός σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, η κατά το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού διαμορφώνεται αφού αφαιρεθούν οι αποδοχές της μερικής απασχόλησης.

Ως προς το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος εφαρμόζεται σε κάθε περίπτωση η διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 38.

4. Διατάξεις νόμου που προβλέπουν την καταβολή μειωμένων ασφαλιστικών εισφορών για τους ασφαλισμένους που προέρχονται από το ΕΤΑΑ, κατά την πρώτη πενταετία υπαγωγής στην ασφάλιση, καταργούνται από 1.1.2017.

5. Οι παρ. 1 έως 4 εφαρμόζονται: α) για τους υγειονομικούς που αμείβονται κατά πράξη και περίπτωση, και β) για τους δικηγόρους που βρίσκονται σε αναστολή άσκησης επαγγελματικής δραστηριότητας, Οι δικηγόροι αυτοί καταβάλλουν την εισφορά του πρώτου εδαφίου της παρ. 3.

6. Από 1.1.2017 οι ασφαλισμένοι για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων που ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών Πρακτόρων και Υπαλλήλων του ΟΑΕΕ και ασκούν ελεύθερο επάγγελμα, καταβάλλουν, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, τις ασφαλιστικές εισφορές των παρ. 1, 2 και 3.

7. Υποχρέωση εισφοράς, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, έχουν και τα εξής πρόσωπα:

α. Τα μέλη ή μέτοχοι Οργανισμών, Κοινοπραξιών ή κάθε μορφής Εταιρειών, πλην των Ανωνύμων και των Ιδιωτικών Κεφαλαιουχικών, των οποίων ο σκοπός συνιστά δραστηριότητα, για την οποία τα ασκούντα αυτή πρόσωπα υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ (επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα).

β. Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου των Ανωνύμων Εταιρειών με επαγγελματική, βιοτεχνική ή εμπορική δραστηριότητα σε όλη την Επικράτεια, εφόσον είναι μέτοχοι κατά ποσοστό τουλάχιστον 3%.

γ. Οι μέτοχοι των Ανωνύμων Εταιρειών, των οποίων ο σκοπός είναι η μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων επί κομίστρω με αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης., εφόσον είναι κάτοχοι ονομαστικών μετοχών.

δ. Οι διαχειριστές Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας που ορίστηκαν με το καταστατικό ή με απόφαση των εταίρων.

ε. Ο μοναδικός εταίρος Μονοπρόσωπης Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας.

8. Υψηλότερα ή χαμηλότερα των οριζομένων στην παρ. 1 ποσοστά ασφαλιστικών εισφορών Κλάδου Σύνταξης ασφαλισμένου και εργοδότη που τυχόν προβλέπονταν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, αναπροσαρμόζονται ισόποσα και σταδιακά ετησίως από 1.1.2017 και εφεξής, ούτως ώστε από 1.1.2020 να διαμορφωθούν στο ύψος που ορίζεται στην παρ. 1.

9. Στους ασφαλισμένους της παρ. 1 που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα εφαρμόζονται αναλογικά ως προς το ύψος, τον τρόπο υπολογισμού και τον υπόχρεο καταβολής της εισφοράς, οι διατάξεις του άρθρου 38.

Αν η υπαγωγή του ασφαλισμένου στη ρύθμιση της παρούσας παραγράφου αμφισβητείται, μπορούν να υποβληθούν αντιρρήσεις ενώπιον του ΕΦΚΑ από οποιονδήποτε συμβαλλόμενο. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται η διαδικασία των αντιρρήσεων και ο τρόπος έκδοσης των σχετικών αποφάσεων.

10. α. Από 1.7.2016 καταργούνται διατάξεις των άρθρων 10 του ν. 4114/1960 «Περί Κώδικος Ταμείου Νομικών» (Α' 164), 6 του Οργανισμού Ταμείου Ασφάλισης Συμβολαιογράφων (136/167/16.2/7.3.1988 απόφαση Υπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Β' 131), 4 του Κανονισμού του Κλάδου Υγείας του ΤΑΙ (π.δ. 113/1987, Α' 65), 4 του β.δ. της 6/22.9.1956 (Α' 209), 4 του α.ν. 2682/1940 (Α' 411), 37 του ν. 4507/1966 (Α' 71), 4 του π.δ. 73 της 18/29.2.1984 (Α' 24), 7 παρ. Ζ' του ν. 4043/2012 (Α' 25) και το π.δ. 197 της 6/14.4.1989 (Α' 93) που προβλέπουν ένσημα υπέρ της κοινωνικής ασφάλισης για τους δικηγόρους, συμβολαιογράφους, δικαστικούς επιμελητές και υποθηκοφύλακες . Ομοίως, καταργούνται οι πάσης φύσεως εισφορές των Συμβολαιογράφων υπέρ των Τομέων Ασφάλισης Νομικών, Ασφάλισης, Πρόνοιας και Υγείας Συμβολαιογράφων του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολούμενων (ΕΤΑΑ) επί των δικαιωμάτων τους από τη σύνταξη συμβολαίων και πράξεων. Ειδικώς, τα καταργούμενα ποσοστά επί των αναλογικών δικαιωμάτων στα κρατικά - τραπεζικά συμβόλαια των άρθρων προσαυξάνουν αντιστοίχως τα ποσοστά υπέρ του οικείου Συμβολαιογραφικού Συλλόγου, προς τον οποίο αποδίδονται, προκειμένου να διανεμηθούν σύμφωνα, με όσα ορίζονται στο άρθρο 120 του Κώδικα Συμβολαιογράφων (ν. 2830/2000, Α' 96).

β. Από 1.1.2017 καταργείται η εισφορά υπέρ του πρώην ΤΕΑΔ (νυν ΕΤΕΑΕΠ) επί του ενσήμου επικύρωσης της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 30 του ν.δ. 4114/1960 (Α' 164) όπως προστέθηκε με την περ. α' της παρ. 8 του άρθρου 22 του ν. 1868/1989 (Α' 230).

11. α. Ειδικά για τους δικηγόρους, καταβάλλεται υπέρ του ΕΦΚΑ ποσοστό 20% επί της ελάχιστης αμοιβής ανά δικηγορική πράξη ή παράσταση, για την οποία προβλέπεται από την κείμενη νομοθεσία έκδοση γραμματίου προείσπραξης. Ο οικείος Δικηγορικός Σύλλογος αποστέλλει στον ΕΦΚΑ τη σχετική συγκεντρωτική κατάσταση ανά δικηγόρο. Τα ποσά που έχουν καταβληθεί μέσω ενσήμων ή της ανωτέρω διαδικασίας που τα αντικαθιστά, αφαιρούνται από την εισφορά που οφείλει ο δικηγόρος. Ειδικά για τους δικηγόρους που απασχολούνται με έμμισθη εντολή, τα ποσά αυτά αφαιρούνται από την εισφορά του ασφαλισμένου.

β. Αν τα ποσά που καταβάλλονται βάσει των ανωτέρω ρυθμίσεων υπολείπονται της εισφοράς, ο ασφαλισμένος καταβάλλει τη διαφορά σε χρήμα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 2042/1992.

γ. Αν τα ποσά που καταβλήθηκαν υπερβαίνουν την μηνιαία εισφορά που οφείλεται, δεν επιστρέφονται, αλλά συμψηφίζονται με την ετήσια ασφαλιστική οφειλή του αντίστοιχου έτους.

12. Από 1.1.2017 ο ΕΦΚΑ συνεισπράττει με τις ασφαλιστικές εισφορές και την εισφορά που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 44 του ν. 3986/2011 υπέρ του Ειδικού Λογαριασμού Ανεργίας υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων - Κλάδος ασφαλισμένων ΟΑΕΕ και ΕΤΑΠ - ΜΜΕ, και υπέρ των Αυτοτελώς και Ανεξάρτητα Απασχολούμενων - Κλάδος ασφαλισμένων ΕΤΑΑ, την οποία αποδίδει στον ΟΑΕΔ. Επί εμμίσθων ασφαλισμένων που εκ της ιδιότητάς τους ασκούν και ελευθέριο επάγγελμα οι ως άνω εισφορές επιβάλλονται μόνον επί των μηνιαίων αποδοχών τους.

13. Οι ασφαλισμένοι που συμπληρώνουν 40 χρόνια ασφάλισης, μπορούν με αίτησή τους να καταβάλλουν μειωμένη κατά ποσοστό 50%, ασφαλιστική εισφορά, παραιτούμενοι από την προσαύξηση της σύνταξής τους ως προς τα επόμενα έτη ασφάλισης.

14. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταργούνται οι πόροι που προβλέπονται στις διατάξεις των περ. β', ε', ιγ' και ιη' της παρ. 1 του άρθρου 7 του ν. 2326/1940 (Α' 145), των άρθρων 9,10, 11 και 14 του ν. 915/1979 (Α' 103), της παρ. 34 του άρθρου 27 του ν. 2166/1993 (Α' 137), της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3232/2004 (Α' 48) και της παρ. 1 του άρθρου 150 του ν. 3655/2008 (Α' 58).

15. Το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και οι ασφαλιστικές κατηγορίες ή κλάσεις ή αποδοχές, βάσει των οποίων υπολογίζεται η μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων που ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στον ΟΑΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και των ασφαλισμένων που υπάγονταν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος στον Τομέα Ασφάλισης Ναυτικών και Τουριστικών Πρακτόρων, όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι 31.12.2015, παραμένουν αμετάβλητες μέχρι 31.12.2016.

16. Η σταθερή μηνιαία εισφορά, το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς και οι ασφαλιστικές κατηγορίες ή αποδοχές, βάσει των οποίων υπολογίζεται η μηνιαία εισφορά των ασφαλισμένων για τους οποίους, βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, προέκυπτε υποχρέωση υπαγωγής στους Τομείς του κλάδου κύριας ασφάλισης του ΕΤΑΑ (Τομέας Σύνταξης Μηχανικών και Εργοληπτών Δημοσίων Έργων, Τομέας Σύνταξης και Ασφάλισης Υγειονομικών, Τομέας Ασφάλισης Νομικών), όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι 31.12.2015 παραμένουν αμετάβλητες μέχρι 31.12.2016. Η εισφορά για την ειδική προσαύξηση ΤΣΜΕΔΕ και για τον κλάδο μονοσυνταξιούχων του ΤΣΑΥ καταργείται από την 1.1.2016.

17. Μέχρι 31.12.2016 οι ασφαλιστικές εισφορές του παρόντος άρθρου εξακολουθούν να εισπράττονται από τους υφιστάμενους κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος ασφαλιστικούς φορείς.

18. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, μετά από γνώμη του ΔΣ του ΕΦΚΑ, εξειδικεύεται η εφαρμογή των κανόνων του παρόντος νόμου σχετικά με τις εισφορές κατηγοριών αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών, οι οποίοι μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση άλλων Φορέων Κύριας Ασφάλισης, πλην ΟΑΕΕ και ΕΤΑΑ.

Μέχρι την έκδοση της απόφασης του προηγούμενου εδαφίου η ασφάλιση και η καταβολή των εισφορών συνεχίζει με το καθεστώς που ίσχυε έως την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου.»

2. Οι ήδη εκδοθείσες, μέχρι τη έναρξη ισχύος του παρόντος, υπουργικές αποφάσεις διατηρούνται σε ισχύ.

2α. Αιτιολογική Έκθεση

Άρθρο 2

Προσθήκη άρθρου 39Α στον ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη συγκεντρώνονται όλες οι ειδικότερες διατάξεις που αφορούν τα ποσοστά μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς που καταβάλουν οι ασφαλισμένοι που προέρχονται από το τ. ΕΤΑΑ και οι αυτοαπασχολούμενοι απόφοιτοι σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου κατά την πρώτη 5ετία από την υπαγωγή τους στην ασφάλιση. Ειδικότερα, για τα ανωτέρω πρόσωπα προβλέπεται ότι από 1.1.2019 το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό 13,33%.

Επιπροσθέτως, για τα ανωτέρω πρόσωπα ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού τόσο για το διάστημα από 1.1.2017 έως 31.12.2018 όσο και για το διάστημα από 1.1.2019 και εντεύθεν αντιστοιχεί στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Επειδή ο ΕΦΚΑ αποτελεί ενιαίο φορέα ασφαλισμένων, ευμενέστερη μεταχείριση σε μία κατηγορία ασφαλισμένων θα συνεπαγόταν μεταφορά πόρων προς αυτή από τις υπόλοιπες κατηγορίες, με συνέπεια -2-

την παραβίαση των αρχών της ισονομίας του συστήματος. Για το λόγο αυτό, προβλέπεται η επιστροφή της ανωτέρω ασφαλιστικής ελάφρυνσης των ανωτέρω νέων ασφαλισμένων. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της κατά τα ανωτέρω μειωμένης μηνιαίας εισφοράς σε σχέση με την αναφερόμενη στο άρθρο 39 υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά που θα ισχύει από 1.1.2019 (ποσοστού 20% επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών) συνιστά ασφαλιστική οφειλή.

Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη ορίζονται αναδρομικά από 1.1.2017 τα ποσά της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα ανωτέρω πρόσωπα στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών και στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ανεξαρτήτως εισοδήματος.

Ειδικότερα, προβλέπεται ότι από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών των ανωτέρω προσώπων ορίζεται σε ποσοστό 4% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Επίσης, προβλέπεται ότι το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, ορίζεται από 1.1.2017 έως 31.5.2019, σε ποσοστό 7%, από 1.6.2019 έως 31.5.2022 σε ποσοστό 6,5% και από 1.6.2022 σε ποσοστό 6%, υπολογιζόμενων όλων των ανωτέρω ποσοστών επί της ίδιας ως άνω μειωμένης βάσης υπολογισμού.

2β. Διατάξεις

Άρθρο 2

Προσθήκη άρθρου 39Α στον ν. 4387/2016

Μετά το άρθρο 39 του ν. 4387/2016 προστίθεται, από τότε που ίσχυσε, άρθρο 39Α ως εξής:

«Άρθρο 39Α

1. Από 1.1.2017 έως 31.12.2018, ειδικά για τους παλαιούς και νέους ασφαλισμένους, κατά τη διάκριση του ν. 2084/1992, που υπάγονται ή θα υπάγονταν, σύμφωνα με τις γενικές ή ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν ως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στην ασφάλιση του ΕΤΑΑ, καθώς και για τους αυτοαπασχολούμενους αποφοίτους σχολών ανώτατης εκπαίδευσης, που είναι εγγεγραμμένοι σε επιστημονικούς συλλόγους ή επιμελητήρια που έχουν τη μορφή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τον κλάδο κύριας σύνταξης ανέρχεται σε ποσοστό 14% για τα πρώτα δύο (2) έτη από την πρώτη τους υπαγωγή στην ασφάλιση, σε ποσοστό 17% για τα επόμενα τρία (3) έτη και σε ποσοστό 20% για το διάστημα μετά το πέμπτο (5ο) έτος της υπαγωγής τους στην ασφάλιση.

Από 1.1.2019, τα ανωτέρω ποσοστά διαμορφώνονται σε 13,33%.

2. Η ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού επί της οποίας υπολογίζονται τα ποσοστά εισφοράς της παρ. 1 αντιστοιχεί στο 70% επί του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Η περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 39 εφαρμόζεται αναλόγως στην παρούσα περίπτωση.

3. α. Από 1.1.2017 έως 31.12.2018: αα) το συνολικό ποσό που υπολείπεται του ποσοστού είκοσι τοις εκατό (20%) της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κατά τα πέντε (5) πρώτα έτη ασφάλισης αποτελεί ασφαλιστική οφειλή υπολογιζόμενη επί του μηνιαίου εισοδήματος, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 39, προσαυξανόμενου κατά τον τρόπο που προβλέπεται στην παρ. 4 του άρθρου 8 και ββ) Το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της μειωμένης κατά την παρ. 2 εισφοράς σε σχέση με την προβλεπόμενη στο πρώτο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 39 αποτελεί ασφαλιστική οφειλή.

β. Από 1.1.2019, το υπόλοιπο της διαφοράς που προκύπτει από την καταβολή της εισφοράς του παρόντος σε σχέση με την υποχρεωτική ελάχιστη μηνιαία εισφορά που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 3 του άρθρου 39, αποτελεί ασφαλιστική οφειλή.

Η κατά τα ανωτέρω ασφαλιστική οφειλή εξοφλείται κατά 1/5 κατ' έτος για τα έτη κατά τα οποία το καθαρό φορολογητέο αποτέλεσμα, από την άσκηση δραστηριότητας του ασφαλισμένου κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, υπερβαίνει το ποσό των δεκαοκτώ χιλιάδων (18.000) ευρώ. Σε κάθε περίπτωση η οφειλή εξοφλείται εξ ολοκλήρου μέχρι και τη συμπλήρωση δεκαπέντε (15) ετών ασφάλισης.

4. Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα πρόσωπα του παρόντος άρθρου στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ ορίζεται σε ποσοστό 4% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

5. Το ποσό της μηνιαίας εισφοράς που οφείλουν τα πρόσωπα του παρόντος άρθρου στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ ορίζεται ως εξής: α) Από 1.1.2017 έως 31.5.2019 σε ποσοστό 7% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

β) Από 1.6.2019 έως 31.5.2022, σε ποσοστό 6,5% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

γ) Από 1.6.2022 και εφεξής σε ποσοστό 6% υπολογιζόμενο επί του 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.»

3α. Αιτιολογική Έκθεση 

Άρθρο 3

Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη επαναπροσδιορίζεται το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους που ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του πρώην ΟΓΑ από 1.1.2019 και εντεύθεν. Ειδικότερα, στην παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπεται πως το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς, όπως διαμορφώνεται τελικά από την 1.1.2022 και εντεύθεν, μειώνεται από ποσοστό 20% σε ποσοστό 13,33% επί του εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.

Παράλληλα, και υπό το πρίσμα της ανωτέρω μείωσης, στη μεταβατική περίοδο που έχει ήδη προβλεφθεί από την 1.1.2017 και μέχρι την 1.1.2022, οπότε και διαμορφώνεται τελικά το ύψος της ασφαλιστικής εισφοράς στο νέο αυτό, μειωμένο, ποσοστό, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς ανακαθορίζεται και διαμορφώνεται ως εξής:

α. από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ορίζεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων κατά την δημοσίευση του νόμου ασφαλιστικών κατηγοριών.

β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παρ. 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παρ. 2 του άρθρου 38.

γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το άνω ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε 14%.

δ. Από 1.1.2018 έως 31.12.2018 το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%.

ε. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 της προτεινόμενης διάταξης, το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε 12% από 1.1.2019 έως 31.12.2019, σε ποσοστό 12,67% από 1.1.2020 έως 31.12.2020, σε ποσοστό 13% από 1.1.2021 έως 31.12.2021 και σε ποσοστό 13,33%, από 1.1.2022 και εντεύθεν.

Η πάγια ρύθμιση με την οποία ορίζεται πως το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα για τους αγρότες θα είναι το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25%, εξακολουθεί και ισχύει.

Περαιτέρω, με την παρ. 3 της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι η ελάχιστη μηνιαία εισφορά από 1.1.2019 και έως 31.12.2019 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος, από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19,5% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος και από 1.1.2022 και εντεύθεν δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του ανωτέρω ορισθέντος κατώτατου ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.

Οι ασφαλισμένοι διατηρούν τη δυνατότητα για προαιρετική καταβολή υψηλότερης εισφοράς από την κατά τα ανωτέρω οριζόμενη. Ειδικότερα, δύνανται με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, να μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις παρ. 1.

3β. Διατάξεις

Άρθρο 3

Αντικατάσταση του άρθρου 40 του ν. 4387/2016

1. Το άρθρο 40 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«Άρθρο 40 Εισφορές ασφαλισμένων στον ΟΓΑ

1. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλίζονταν ως αυτοαπασχολούμενοι στην ασφάλιση του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ, καταβάλλουν από 1.1.2017, ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην κοινωνική ασφάλιση, ασφαλιστική εισφορά στον κλάδο κύριας σύνταξης επί του εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το καθαρό φορολογητέο εισόδημα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος.

Από 1.1.2018 και εντεύθεν, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του μηνιαίου εισοδήματος, όπως αυτό καθορίζεται με βάση το φορολογητέο αποτέλεσμα από την ασκούμενη αγροτική δραστηριότητα και κάθε άλλη δραστηριότητα που υπάγεται στην ασφάλιση του ΟΓΑ κατά το προηγούμενο φορολογικό έτος, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι καταβλητέες ασφαλιστικές εισφορές. Ειδικά, για το έτος 2018, η ασφαλιστική εισφορά υπολογίζεται επί του 85% του ως άνω φορολογητέου αποτελέσματος.

Ως φορολογητέο εισόδημα καθενός εκ των συζύγων και των ενήλικων τέκνων που απασχολούνται σε οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση λαμβάνεται το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, όπως αυτό ορίζεται στην περ. β' της παρ. 2. Αν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημα είναι ανώτερο από το γινόμενο των μελών της εκμετάλλευσης επί της ελάχιστης βάσης υπολογισμού της εισφοράς αναγόμενη σε ετήσια βάση, ως εισόδημα για κάθε μέλος της εκμετάλλευσης νοείται το πηλίκο της διαίρεσης του εισοδήματος προς τον αριθμό των μελών της.

2. Το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για τους ασφαλισμένους της παρ. 1 και τους μελλοντικούς ασφαλισμένους της ίδιας κατηγορίας κατ' επάγγελμα αγρότες, ορίζεται ως εξής:

α. Από 1.7.2015 έως 31.12.2016 το ύψος της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης ορίζεται σε ποσοστό 10%, επί των υφισταμένων, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, ασφαλιστικών κατηγοριών.

β. Από 1.1.2017 και εφεξής οι υφιστάμενες ασφαλιστικές κατηγορίες καταργούνται και το ποσό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς υπολογίζεται ως ποσοστό επί του φορολογητέου εισοδήματος, αναγόμενο σε μηνιαία βάση, όπως ορίζεται στην παρ. 1. Το κατώτατο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα ορίζεται ως το ποσό που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος για τον υπολογισμό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς αποτελεί το ποσό της παρ. 2 του άρθρου 38.

γ. Από 1.1.2017 και έως 31.12.2017 το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε 14%.

δ. Από 1.1.2018 έως 31.12.2018 το ποσοστό των μηνιαίων ασφαλιστικών εισφορών διαμορφώνεται σε ποσοστό 16%.

ε. Με την επιφύλαξη της παρ. 3, το ως άνω ποσοστό διαμορφώνεται σε 12% από 1.1.2019 έως 31.12.2019, σε ποσοστό 12,67% από 1.1.2020 έως 31.12.2020, σε ποσοστό 13% από 1.1.2021 έως 31.12.2021 και σε ποσοστό 13,33%, από 1.1.2022 και εντεύθεν.

3. Από 1.1.2019 και εντεύθεν η ελάχιστη μηνιαία εισφορά δεν μπορεί να υπολείπεται:

α. από 1.1.2019 έως 31.12.2019 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 18% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών,

β. από 1.1.2020 και έως 31.12.2020 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών,

γ. από 1.1.2021 και έως 31.12.2021 του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 19,5% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, και

δ. από 1.1.2022 και εντεύθεν του ποσού που αντιστοιχεί σε ποσοστό 20% επί του ποσού που αναλογεί στο 70% του εκάστοτε προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

4. Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον ΕΦΚΑ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του μηνιαίου εισοδήματος τους, όπως αυτό καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1. Το ύψος της βάσης υπολογισμού, ο κλάδος υπέρ του οποίου θα εισφέρει και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους, με την επιφύλαξη για το ανώτατο όριο ασφαλιστέου μηνιαίου εισοδήματος.

Η νέα βάση υπολογισμού αρχίζει να εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης και παύει να ισχύει είτε από τον επόμενο μήνα από την ανάκληση της αίτησης ή την υποβολή νέας αίτησης εκ μέρους του ασφαλισμένου, είτε αυτοδικαίως και πριν τη παρέλευση του επιλεγέντος σύμφωνα με τα ανωτέρω χρονικού διαστήματος, εφόσον προκύψει ανώτερη βάση υπολογισμού βάσει του μηνιαίου εισοδήματος σε σχέση με την επιλεγείσα. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας.

5. Οι ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2 εφαρμόζονται αναλογικά και στις εξής κατηγορίες ασφαλισμένων:

α) Στους ασφαλισμένους, που ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής τους στην κοινωνική ασφάλιση, υπάγονταν ή θα υπάγονται, έως την έναρξη ισχύος του παρόντος βάσει των γενικών ή ειδικών ή καταστατικών διατάξεων του ΟΓΑ, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, στην ασφάλιση του ΟΓΑ με εισοδηματικά ή πληθυσμιακά κριτήρια, ως προς τον τρόπο υπολογισμού της μηνιαίας ασφαλιστικής τους εισφοράς κλάδου κύριας σύνταξης.

β) Στους κατά κύριο επάγγελμα, τουλάχιστον για μία πενταετία, αγρότες, όπως ορίζονται από το Μητρώο Αγροτών, καθώς και στα φυσικά πρόσωπα που εντάσσονται σε επιδοτούμενα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης νέων γεωργών, που εγκαθιστούν φωτοβολταϊκά συστήματα συνολικής ισχύος μέχρι lOOkW.

γ) Στους απασχολούμενους στην αγροτική οικονομία πρώην ασφαλισμένων στον ΟΓΑ, που έχουν ενταχθεί στα επενδυτικά προγράμματα για την αγροτική ανάπτυξη, όπως αυτά του αγροτουρισμού και την αγροβιοτεχνίας, στο πλαίσιο των σχετικών Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και χρηματοδοτούνται για το σκοπό αυτόν.

δ) Στους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και αγρότισσες που είναι παράλληλα και μέλη Αγροτικών Συνεταιρισμών, όπως και οι αγρεργάτες που απασχολούνται σε παραγωγούς αγροτικών προϊόντων και ως λιανοπωλητές σε λαϊκές αγορές.

ε) Στους ασφαλισμένους οι οποίοι, σύμφωνα με τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις, όπως ίσχυαν έως την έναρξη ισχύος του παρόντος, υπάγονταν ή θα υπάγονται στον Κλάδο Κύριας Ασφάλισης Αγροτών του ΟΓΑ και οι οποίοι απασχολούνται εποχικά για χρονικό διάστημα μέχρι 150 ημερών ετησίως σε επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, οι οποίες μεταποιούν, τυποποιούν και διακινούν προϊόντα εδάφους, κτηνοτροφίας αλιείας, δασοπονίας, θηραματοπονίας και κάθε είδους εκτροφών, οι οποίοι συνεχίζουν να ασφαλίζονται ως αυτοτελώς απασχολούμενοι αγρότες, και άρα εξαιρούνται της ασφάλισης ως μισθωτοί για την απασχόλησή τους αυτή. Το συνολικό χρονικό διάστημα των 150 ημερών μπορεί να κατανεμηθεί κατά τη διάρκεια του έτους, σύμφωνα με τις ανάγκες τις επιχείρησης ή εκμετάλλευσης.

6. Οι ασφαλισμένοι που έως την έναρξη ισχύος του παρόντος υπάγονταν στην ασφάλιση του ΟΓΑ ως μισθωτοί - ανειδίκευτοι εργάτες, μετακλητοί πολίτες τρίτων χωρών, καταβάλλουν, από 1.1.2017, μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για τον κλάδο σύνταξης ως μισθωτοί, οπότε και εφαρμόζονται αναλόγως οι σχετικές διατάξεις για τους ασφαλισμένους μισθωτούς που προέρχονται από το ΙΚΑ - ΕΤΑΜ. Το ποσοστό της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς εργοδότη - ασφαλισμένου για τους άνω ασφαλισμένους διαμορφώνεται ισόποσα και σταδιακά από 1.1.2017 και έως 31.12.2019, ώστε την 1.1.2020 να διαμορφωθεί στο ύψος του άρθρου 38.

7. Η πρώιμη παύση της γεωργικής δραστηριότητας σε εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1096/88 του Συμβουλίου της 25ης Απριλίου 1988 σχετικά με την καθιέρωση κοινοτικού καθεστώτος για την ενθάρρυνση της παύσης της γεωργικής δραστηριότητας δεν αποτελεί λόγο διακοπής της ασφάλισης των αγροτών στον ΕΦΚΑ, τόσο για τους δικαιούχους όσο και τις συζύγους τους. Κατά τη διάρκεια εφαρμογής του μέτρου, και μέχρι συμπλήρωσης του 67ου έτους της ηλικίας τους, οι εντασσόμενοι σε αυτό αγρότες και οι σύζυγοί τους, λογίζονται ως ενεργοί αγρότες σε ό;u αφορά στα ασφαλιστικά τους δικαιώματα και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη. Τα ανωτέρω ισχύουν ακόμα και σε περίπτωση που το μέτρο λήξει πριν τη συμπλήρωση του 67ου έτους ηλικίας των εντασσομένων σε αυτό. Οι ασφαλισμένοι αυτοί υπάγονται στις ρυθμίσεις των παρ. 1 και 2, που εφαρμόζονται αναλογικά.

8. Από 1.1.2017 οι ασφαλισμένοι του παρόντος άρθρου στο Λογαριασμό Αγροτικής Εστίας του ΟΓΑ, καταβάλλουν ποσοστό συμμετοχής υπέρ αυτού και η κρατική επιχορήγηση καταργείται. Η συμμετοχή βαρύνει τον ασφαλισμένο και συνεισπράττεται με τις εισφορές για τον κλάδο σύνταξης. Το ποσοστό συμμετοχής ορίζεται στο 0,25% επί του ασφαλιστέου εισοδήματος, σύμφωνα με την παρ. 2.

9. Οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 1140/1981 (Α' 68), του άρθρου 2 του ν. 2458/1997 (Α' 15), καθώς και της παρ. 7 της υποπαρ. ΙΑ.6 της παρ. ΙΑ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (Α' 222), σε ό,τι αφορά στο ανώτατο όριο ηλικίας καταργούνται.

10. Με απόφαση των Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών προσδιορίζεται το ασφαλιστέο εισόδημα και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.»

2. Οι υπουργικές αποφάσεις που έχουν ήδη εκδοθεί μέχρι την ψήφιση του παρόντος διατηρούνται σε ισχύ.

4.α. Αιτιολογική Έκθεση: Άρθρο 4: Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται η βάση υπολογισμού της εισφοράς υπέρ επικουρικής ασφάλισης και συγκεκριμένα πλέον όλοι οι αυτοαπασχολούμενοι και ελεύθεροι επαγγελματίες θα καταβάλουν τα αναφερόμενα ποσοστά ανά περίοδο αναφοράς επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, ανεξαρτήτως δηλαδή εισοδήματος. Περαιτέρω, ειδικά για τους ασφαλισμένους στον τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων και του τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του τ. ΟΑΕΕ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, το συγκεκριμένο ποσό εισφοράς ισχύει από 1.12.2012 και από 1.1.2015 αντίστοιχα. Η ρύθμιση των περιπτώσεων του προηγούμενου εδαφίου αναδρομικά από τις παραπάνω ημερομηνίες κρίθηκε αναγκαία, καθώς οι προβλεπόμενες από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς διαδικασίες θέσπισης της εισφοράς αυτών των κατηγοριών δεν είχαν ολοκληρωθεί, με αποτέλεσμα να μην είναι ορισμένο το ποσό εισφοράς που όφειλαν οι ασφαλισμένοι.

Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη παροχή επικουρικής σύνταξης. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.

4.β. Διατάξεις: Άρθρο 4: Τροποποίηση του άρθρου 97 του ν. 4387/2016

Η παρ. 2 του άρθρου 97 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσαν, ως εξής:

«2. α. Από 1.1.2017 και μέχρι τις 31.5.2019, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς όλων των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών, ασφαλισμένων πριν και μετά την 1.1.1993, στον Κλάδο Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ, διαμορφώνεται σε ποσοστό 7% υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει. Ειδικά για τους ασφαλισμένους στον τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων και του τ. Τομέα Επικουρικής Ασφάλισης Αρτοποιών του τ. ΟΑΕΕ του Κλάδου Επικουρικής Ασφάλισης του ΕΤΕΑΕΠ το ποσό της μηνιαίας εισφοράς του προηγούμενου εδαφίου ισχύει από 1.12.2012 και από 1.1.2015 αντίστοιχα.

β. Από 1.6.2019 και μέχρι τις 31.5.2022, το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών διαμορφώνεται σε 6,5%, υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.

γ. Από 1.6.2022 και εφεξής το ποσό της μηνιαίας εισφοράς των αυτοαπασχολούμενων και ελευθέρων επαγγελματιών διαμορφώνεται σε 6% υπολογιζόμενο επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.

δ. Οι ασφαλισμένοι της παρούσας παραγράφου, με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ως άνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών. Το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγονται από τους ασφαλισμένους με την αίτησή τους.

ε. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζεται ο τρόπος επιλογής της ανώτερης βάσης υπολογισμού, ο τρόπος εξόφλησης των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

5α. Αιτιολογική Έκθεση, Άρθρο 5: Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016

Με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι για τους αυτοτελώς απασχολούμενους το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ θα υπολογίζεται αναδρομικά από την 1.1.2017 στην ελάχιστη βάση υπολογισμού, δηλαδή επί του κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει. Ορίζεται ως μηνιαία εισφορά ποσοστό 4%, επί της παραπάνω ελάχιστης βάσης υπολογισμού, ανεξαρτήτως εισοδήματος.

Προβλέπεται, επιπλέον, η δυνατότητα για όποιον από τους ασφαλισμένους το επιθυμεί να υποβάλει αίτηση στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε και να επιλέξει τα παραπάνω ποσοστά να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, προσβλέποντας σε μεγαλύτερη εφάπαξ παροχή. Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους. Με την προτεινόμενη διάταξη δίνεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με απόφασή του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της προαιρετικής καταβολής εισφοράς επί μεγαλύτερης βάσης υπολογισμού.

5β. Διατάξεις, Άρθρο 5: Τροποποίηση του άρθρου 35 του ν. 4387/2016

Η περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται, από τότε που ίσχυσε, ως εξής:

«β. Τα έσοδα από τις ασφαλιστικές εισφορές των ασφαλισμένων και των εργοδοτών, όπου προβλέπεται εργοδοτική εισφορά για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους μισθωτούς.

Το ύψος και ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών των μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένων μισθωτών, προσδιορίζονται σύμφωνα με τις καταστατικές διατάξεις των εντασσόμενων ταμείων, τομέων, κλάδων και λογαριασμών προνοίας στο ΕΤΕΑΕΠ, με εξαίρεση τους μισθωτούς ασφαλισμένους στους τομείς προνοίας του πρώην ΕΤΑΠ - ΜΜΕ, των οποίων τα ποσοστά εισφορών υπολογίζονται επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στο άρθρο 38.

Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ των ασφαλισμένων από 1.1.1993 και εφεξής μισθωτών ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί των ασφαλιστέων αποδοχών τους για κύρια σύνταξη, όπως αυτές προσδιορίζονται στα άρθρα 5 και 38.

Από 1.1.2017 το ποσό της μηνιαίας εισφοράς στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ όλων των πριν και μετά την 1.1.1993 ασφαλισμένων αυτοτελώς απασχολούμενων, ορίζεται σε ποσοστό 4%, υπολογιζόμενο επί του ποσού που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως εκάστοτε ισχύει.

Οι ασφαλισμένοι με αίτησή τους, που υποβάλλεται στο ΕΤΕΑΕΠ οποτεδήποτε, μπορούν να επιλέξουν τα ποσοστά της περ. β' της παρ. 2 να υπολογίζονται επί ανώτερης βάσης υπολογισμού από εκείνη που προκύπτει βάσει του εκάστοτε ισχύοντος βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών.

Στην περίπτωση αυτή το ύψος της βάσης υπολογισμού και το χρονικό διάστημα εφαρμογής της επιλέγεται από τους ασφαλισμένους με την ως άνω αίτησή τους.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται ο τρόπος επιλογής της ανώτερης βάσης υπολογισμού της μηνιαίας εισφοράς καθώς και κάθε αναγκαίο θέμα που προκύπτει για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.»

6α. Αιτιολογική Έκθεση, Άρθρο 6: Τροποποίηση του άρθρου 98 του ν. 4387/2016

Με την διάταξη του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 είχε εισαχθεί μεταβατική ρύθμιση για μειωμένες εισφορές αυτοαπασχολούμενων προερχόμενων από το ΕΤΑΑ για το χρονικό διάστημα από 1.1.2017 έως και 31.12.2020. Δεδομένου ότι με νεότερη ρύθμιση από 1.1.2017 οι εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής είναι ποσοστά επί σταθερής βάσης υπολογισμού και συγκριμένα επί του εκάστοτε ισχύοντος κατώτατου βασικού μισθού άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, οι αναφερόμενες στο άρθρο προσαρμογές δεν ισχύουν για τις εισφορές υπέρ επικουρικής σύνταξης και εφάπαξ παροχής.

6β. Διατάξεις, Άρθρο 6: Τροποποίηση του άρθρου 98 του ν. 4387/2016

Στις παρ. 1, 2 και 3 του άρθρου 98 του ν. 4387/2016 η φράση «και επικουρικής σύνταξης, εφάπαξ» αντικαθίσταται από τη λέξη «σύνταξης».

7α. Αιτιολογική Έκθεση, Άρθρο 7: "Τροποποίηση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016"

Με την προτεινόμενη διάταξη προσαρμόζεται ο ορισμός των συντάξιμων αποδοχών στην νέα μεταρρύθμιση σχετικά με τις εισφορές αυτοαπασχολούμενων, ελευθέρων επαγγελματιών και ασφαλισμένων του άρθρου 40. Ορίζεται ότι συντάξιμες αποδοχές αποτελεί το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν η καταβεβλημένη μηνιαία εισφορά ως εισφορά ύψους 20%. Αντίστοιχα ρυθμίζονται και οι συντάξιμες αποδοχές που προκύπτουν έπειτα από εξαγορά πλασματικού χρόνου.

7β. Διατάξεις, Άρθρο 7 "Τροποποίηση του άρθρου 28 του ν. 4387/2016"

1. Στο τέλος της περ. β' της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4387/2016 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Από 1.1.2019 για τους αυτοαπασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους του άρθρου 40, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στο ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα που προκύπτει αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά ύψους 20% το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης.»

2. Η περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 28 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«Για το χρόνο ασφάλισης που αναγνωρίζεται πλασματικά, ύστερα από την καταβολή του ποσού εξαγοράς που προβλέπεται, ως συντάξιμες αποδοχές ορίζεται το ποσό που θα αποτελούσε τον ασφαλιστέο μηνιαίο μισθό - εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά ύψους 20% το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για την εξαγορά κάθε μήνα ασφάλισης. Οι πλασματικοί χρόνοι που αναγνωρίστηκαν χωρίς εξαγορά δεν συνυπολογίζονται για τον υπολογισμό του ποσού της ανταποδοτικής σύνταξης.»

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!