Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Οικονομικές Ειδήσεις

Οι σημαντικότερες φορολογικές διατάξεις του νομοσχεδίου σε 20+1 σημεία

Στο παρόν άρθρο παραθέτουμε τις σημαντικότερες φορολογικές διατάξεις του πολυνομοσχεδίου "Συνταξιοδοτικές διατάξεις Δημοσίου και τροποποίηση διατάξεων του ν. 4387/2016, μέτρα εφαρμογής των δημοσιονομικών στόχων και μεταρρυθμίσεων, μέτρα κοινωνικής στήριξης και εργασιακές ρυθμίσεις, Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2018-2021 και λοιπές διατάξεις", το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή αργά το βράδυ του Σαββάτου 13.5.2017, προς άμεση ενημέρωσή σας σε 20 + 1 σημεία. Παρατίθενται αρχικά οι διατάξεις του σχεδίου νόμου και ακολούθως η αιτιολογική έκθεση των διατάξεων.

1. Μείωση αφορολόγητου ορίου. Έναρξη ισχύος για φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2020 και εφεξής.
2. Τροποποιήσεις στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. 
3. Τροποποιήσεις στην Κλίμακα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. 
4. Τροποποιήσεις στην Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης του ν. 4172/2013. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. 
5. Τροποποιήσεις στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. 
6. Έναρξη ισχύος μεταβολών στον ΕΝΦΙΑ, στην κλίμακα φυσικών προσώπων, στην εισφορά αλληλεγγύης και στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων
7. Κατάργηση έκπτωσης για ιατρικές δαπάνες και μείωσης 1,5% κατά την παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών. Έναρξη ισχύος από 1.1.2017 και 1.1.2018 αντίστοιχα
8. Μεταβολές στα αγαθά και στις υπηρεσίες που υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ. Έναρξη ισχύος από 1.7.2017.
9. Πρόστιμο Φ.Π.Α. για πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία
10. Μεταβολές στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας
11. Μεταβολές στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων
12. Τροποποιήσεις στον Τελωνειακό Κώδικα
13. Αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος
14. Η γνωστοποίηση παραβάσεων φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας από τις εισαγγελικές αρχές προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων δεν δεσμεύει την ΑΑΔΕ για διενέργεια ελέγχου
15. Εισόδημα από βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας διαμοιρασμού
16.  Καταβολή προμήθειας για την υπερβάλλουσα αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση
17. Χορήγηση έκπτωσης φόρου για δωρεές σε πολιτικά κόμματα, υποψήφιους βουλευτές κ.λπ.
18. Κατάργηση της έκπτωσης φόρου Βουλευτών
19. Φόρος διαμονής. Ν. 4389/2016
20. Μεταβολές στα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα
21. Λοιπές ενδιαφέρουσες διατάξεις

1. Μείωση αφορολόγητου ορίου. Έναρξη ισχύος για φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2020 και εφεξής.

Άρθρο 10 
Τροποποιήσεις στις μειώσεις φόρου του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:

«1. Ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 μειώνεται κατά το ποσό των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ για το φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 11, όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε χίλια τριακόσια (1.300) ευρώ για το φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε χίλια τριακόσια πενήντα (1.350) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα και σε χίλια τετρακόσια πενήντα (1.450) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου».

2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για εισοδήματα που αποκτώνται στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1.1.2020 και εφεξής.

Αιτιολογική Έκθεση άρθρου 10

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιείται η παράγραφος 1 του άρθρου 16 του ν. 4172/2013 και ο φόρος που προκύπτει κατά την εφαρμογή του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 μειώνεται πλέον κατά το ποσό των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ για το φορολογούμενο χωρίς εξαρτώμενα τέκνα όταν το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και συντάξεις δεν υπερβαίνει το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Η μείωση του φόρου ανέρχεται σε χίλια τριακόσια (1.300) ευρώ για το φορολογούμενο με ένα (1) εξαρτώμενο τέκνο, σε χίλια τριακόσια πενήντα (1.350) ευρώ για δύο (2) εξαρτώμενα τέκνα και σε χίλια τετρακόσια πενήντα (1.450) ευρώ για τρία (3) εξαρτώμενα τέκνα και άνω. Εάν το ποσό του φόρου είναι μικρότερο των ποσών αυτών, η μείωση του φόρου περιορίζεται στο ποσό του αναλογούντος φόρου.

2. Τροποποιήσεις στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. Βλ. αναλυτικά σημείο 6 ακολούθως.

Άρθρο 11
Τροποποιήσεις στον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων

1. α. Στο άρθρο 7 του ν. 4223/2013 (Α'287) μετά την παρ. 3 προστίθεται παρ. 4 ως εξής:
«4. Όταν το συνολικό ποσό του ΕΝ.Φ.Ι.Α., όπως προσδιορίζεται με βάση τα άρθρα 4 και 5, δεν υπερβαίνει τα επτακόσια (700) ευρώ χορηγείται μείωση αυτού κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), η οποία δεν μπορεί να υπερβεί τα εβδομήντα (70) ευρώ. Στις περιπτώσεις των δικαιούχων της έκπτωσης της παραγράφου 1, το όριο των επτακοσίων (700) ευρώ διπλασιάζεται».

β. Η παρ. 4 του άρθρου 7 του ν. 4223/2013 αναριθμείται σε 5.

Αιτιολογική Έκθεση άρθρου 11

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιούνται οι διατάξεις για τον Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ν. 4223/2013), προκειμένου να επέλθει ελάφρυνση των μικρών και μεσαίων ιδιοκτησιών.

3. Τροποποιήσεις στην Κλίμακα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. Βλ. αναλυτικά σημείο 6 ακολούθως.

Άρθρο 12
Τροποποιήσεις στην Κλίμακα Φορολογίας Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων.

1. Η παρ. 1 του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις υποβάλλεται σε φόρο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:

Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα)
Εισόδημα από(ευρώ) Εισόδημα έως(ευρώ) Φορ. Συντελεστής
0 20.000 20%
20.000,01 30.000 29%
30.000,01 40.000 37%
>=40000,01 45%

Αιτιολογική Έκθεση άρθρου 12

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού μειώνεται ο φορολογικός συντελεστής του πρώτου κλιμακίου της κλίμακας φυσικών προσώπων του άρθρου 15 του ν. 4172/2013 από το είκοσι δύο τοις εκατό (22%) στο είκοσι εκατό (20%), προκειμένου να υπάρξει ελάφρυνση των χαμηλών εισοδημάτων. Επίσης με τη ρύθμιση αυτή αποκλιμακώνεται περαιτέρω η φορολογική επιβάρυνση των ασκούντων ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα με σκοπό την ενίσχυση των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων οι οποίες αποτελούν σημαντικό παράγοντα της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας.

4. Τροποποιήσεις στην Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης του ν. 4172/2013. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. Βλ. αναλυτικά σημείο 6 ακολούθως.

Άρθρο 13
Τροποποιήσεις στην Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης του ν. 4172/2013

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 43 Α του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Επιβάλλεται ειδική εισφορά αλληλεγγύης στα εισοδήματα άνω των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ των φυσικών προσώπων ή σχολάζουσας κληρονομιάς.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 43 Α του ν. 4172/2013 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η ειδική εισφορά αλληλεγγύης, που επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα της παρ. 1 υπολογίζεται με την ακόλουθη κλίμακα:

Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης
Εισόδημα από(ευρώ) Εισόδημα έως(ευρώ) Συντελεστής
0 30.000 0%
30.000,01 40.000 2,00%
40.000,01 65.000 5,00%
65.000,01 220.000 9,00%
>220.000 10,00%

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 13

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιούνται οι παράγραφοι 1 και 3 του άρθρου 43 Α του ν. 4172/2013 σχετικά με την κλίμακα εισφοράς αλληλεγγύης, προκειμένου να υπάρξει ουσιαστική ελάφρυνση των μεσαίων εισοδημάτων

5. Τροποποιήσεις στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων. Έναρξη ισχύος από 1.1.2020, υπό προϋποθέσεις. Βλ. αναλυτικά σημείο 6 ακολούθως.

Άρθρο 14
Τροποποιήσεις στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος του άρθρου 58 του ν. 4172/2013

1. Η παράγραφος 1 του άρθρου 58 του ν. 4172/2013 (Α' 167) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. α) Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, καθώς και τα νομικά πρόσωπα της περίπτ. γ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά φορολογούνται με συντελεστή είκοσι έξι τοις εκατό (26%), εξαιρουμένων των πιστωτικών ιδρυμάτων της περίπτωσης β. Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν οι υπόχρεοι των περιπτ. β', δ', ε', στ1 και ζ' του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά βιβλία φορολογούνται με συντελεστή είκοσι έξι τοις εκατό (26%).

β) Τα πιστωτικά ιδρύματα της περίπτωσης 1 της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν. 4261/2014 φορολογούνται με συντελεστή είκοσι εννέα τοις εκατό (29%)».

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 14

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού μειώνεται ο συντελεστής φορολόγησης των κερδών των επιχειρήσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 58 του ν. 4172/2013 από το 29% στο 26%, προκειμένου να ενισχυθεί η επιχειρηματική δραστηριότητα και να τονωθεί η αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας, εξαιρουμένων των πιστωτικών ιδρυμάτων.

6. Έναρξη ισχύος μεταβολών στον ΕΝΦΙΑ, στην κλίμακα φυσικών προσώπων, στην εισφορά αλληλεγγύης και στους συντελεστές φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων

Άρθρο 15

1. α. Οι διατάξεις των άρθρων 3-9 και 11-14 τίθενται σε εφαρμογή από 1.1.2019 και από 1.1.2020 αντιστοίχως, υπό την προϋπόθεση και στο βαθμό που, σύμφωνα με εκτίμηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, δεν προκαλείται απόκλιση από τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, όπως αυτοί καθορίζονται στο ως άνω Πρόγραμμα. Ο Υπουργός Οικονομικών δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοίνωση, στην οποία περιέχονται τα συμπεράσματα της ανωτέρω εκτίμησης.

β. Οι δαπάνες που προκύπτουν από την εφαρμογή των άρθρων 3-9 αναπροσαρμόζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, στον επιτρεπόμενο βαθμό, σύμφωνα με την περ. α'.

γ. Οι διατάξεις των άρθρων 11-14 εφαρμόζονται αναπροσαρμοζόμενες στον επιτρεπόμενο βαθμό, σύμφωνα με την περ. α'. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών διαπιστώνεται η ακριβής αντιστοιχία προς το δημοσιονομικό στόχο και ρυθμίζονται οι αναγκαίες λεπτομέρειες για την εφαρμογή των άρθρων 11-14.

2. Αν το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας και τις ελληνικές αρχές, στο πλαίσιο της τελικής αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής, διαπιστώσει ότι, στη βάση μίας προοπτικής εκτίμησης και λαμβάνοντας υπόψη την εφαρμογή των άρθρων 1 και 2, η εμπροσθοβαρής εφαρμογή του άρθρου 10 είναι αναγκαία προκειμένου να επιτευχθεί ο συμφωνημένος δημοσιονομικός στόχος πρωτογενούς ισοζυγίου της Γενικής Κυβέρνησης ύψους 3,5% για το οικονομικό έτος 2019 κατά τρόπο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, οι διατάξεις του άρθρου 10 εφαρμόζονται για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1.1.2019 και εφεξής. Προκειμένου να διασφαλιστεί, ως αποτέλεσμα της ως άνω εμπροσθοβαρούς εφαρμογής, η επίτευξη του ανωτέρω δημοσιονομικού στόχου κατά τρόπο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, οι ελληνικές αρχές μπορούν να εφαρμόζουν τις αναγκαίες προσαρμογές στο άρθρο 10, σε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Ο Υπουργός Οικονομικών δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοίνωση, στην οποία περιέχονται τα συμπεράσματα της ανωτέρω εκτίμησης.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 15

Με την παρ. 1 της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται η έναρξη εφαρμογής των άρθρων 3-9 και 11-14 από 1.1.2019 και 1.1.2020 αντιστοίχως. Η εφαρμογή των ως άνω άρθρων λαμβάνει χώρα υπό την προϋπόθεση και στο βαθμό που, σύμφωνα με εκτίμηση που περιγράφεται στην παρ. 1, δεν προκαλείται απόκλιση από τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους, όπως αυτοί καθορίζονται στο Πρόγραμμα Οικονομικής Προσαρμογής. Ο Υπουργός Οικονομικών δημοσιεύει στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοίνωση, στην οποία περιέχονται τα συμπέρασματα της ανωτέρω εκτίμησης. Τα ανωτέρω μέτρα αναπροσαρμόζονται στο βαθμό που είναι αναγκαίο, ώστε σε κάθε περίπτωση να εξασφαλίζεται η επίτευξη των ως άνω δημοσιονομικών στόχων. Σημειώνεται πως τα άρθρα 11-14 εφαρμόζονται αναπροσαρμοζόμενα, σύμφωνα με την περ. α' της παρ. 1, πράγμα που διασφαλίζει τη συμβατότητα της προτεινόμενης ρύθμισης με το άρθρο 78 παρ. 4 του Συντάγματος, καθώς προκύπτει άνευ ετέρου από το γράμμα της διάταξης η έκταση εφαρμογής των άρθρων 11-14.

Τέλος, σύμφωνα με την παρ. 2, σε περίπτωση που διαπιστωθεί, σύμφωνα με την περιγραφόμενη πρόβλεψη ότι η εμπροσθοβαρής εφαρμογή του άρθρου 10 είναι αναγκαία προκειμένου να επιτευχθεί ο συμφωνημένος δημοσιονομικός στόχος πρωτογενούς ισοζυγίου της Γενικής Κυβέρνησης ύψους 3,5% για το οικονομικό έτος 2019 κατά τρόπο ευνοϊκό για την ανάπτυξη, οι διατάξεις του άρθρου 10 εφαρμόζονται για εισοδήματα που αποκτώνται από την 1.1.2019 και εφεξής. Ταυτόχρονα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ακριβής επίτευξη του ανωτέρω δημοσιονομικού στόχου οι ελληνικές αρχές μπορούν να τροποποιούν στον αναγκάιο βαθμό το άρθρο 10, σε συμφωνία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

7. Κατάργηση έκπτωσης για ιατρικές δαπάνες και μείωσης 1,5% κατά την παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών. Έναρξη ισχύος από 1.1.2017 και 1.1.2018 αντίστοιχα

Άρθρο 69

1. Το άρθρο 18 του ν.4172/2013 (Α' 167) (σ.σ. μείωση φόρου για ιατρικές δαπάνες) καταργείται.

2. Η παρ. 3 του άρθρου 60 του ν. 4172/2013 (σ.σ. μείωση 1,5% κατά την παρακράτηση φόρου μισθωτών υπηρεσιών) καταργείται.

3. Οι παρ. 4, 5, 6, 7 του άρθρου 60 του ν.4172/2013 αναριθμούνται σε 3, 4, 5, 6 αντίστοιχα.

4. Η παρ. 1 του παρόντος άρθρου ισχύει για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2017 και εφεξής και η παρ. 2 ισχύει για παρακρατήσεις σε εισοδήματα που αποκτώνται κατά τα φορολογικά έτη που αρχίζουν από 1.1.2018 και εφεξής.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 69

Με την παράγραφο 1 του προτεινόμενου άρθρου καταργούνται οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν.4172/2013 στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.

Με την παράγραφο 2 του προτεινόμενου άρθρου καταργούνται οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 60 του ν.4172/2013, στο πλαίσιο του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.

8. Μεταβολές στα αγαθά και στις υπηρεσίες που υπάγονται σε μειωμένο συντελεστή ΦΠΑ. Έναρξη ισχύος από 1.7.2017.

Άρθρο 70

1. Το Παράρτημα III του ν. 2859/2000 (Α' 248) αντικαθίσταται ως εξής:

«Α. ΑΓΑΘΑ

«Οι δασμολογικές κλάσεις του Παραρτήματος αυτού τέθηκαν όπως αυτές αναφέρονται στη Συνδυασμένη Ονοματολογία του έτους 2017 (Κανονισμός (ΕΕ) αριθμ. 2016/1821 της Επιτροπής της 6ης Οκτωβρίου 2016, EE L 294/2016).

1. Άλογα, γαϊδούρια και μουλάρια κάθε είδους, βοοειδή, χοιροειδή, προβατοειδή και αιγοειδή, ζωντανά. Εξαιρούνται τα άλογα ιπποδρομιών (Δ.Κ. ΕΧ 0101, 0102, 0103 και 0104).
2. Πετεινοί, κότες, πάπιες, χήνες, γάλοι, γαλοπούλες και φραγκόκοτες, ζωντανά, που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή (Δ.Κ. ΕΧ0105).
3. Κουνέλια, περιστέρια, ορτύκια, φασιανοί, πέρδικες, λαγοί και λοιπά ζώα και πτηνά, ζωντανά, που προορίζονται για την ανθρώπινη διατροφή. Ζώα που εκτρέφονται για τη γουνοποιία. Μέλισσες. Ακάρεα (έντομα που χρησιμοποιούνται στις καλλιέργειες αντί εντομοκτόνων) (Δ.Κ. ΕΧ 0106).
4. Κρέατα και παραπροϊόντα σφαγείων, βρώσιμα, (Δ.Κ. 0201, 0202, 0203,0204, 0205, 0206, 0207, 0208, 0209, 0210). Παρασκευάσματα κρεάτων (Δ.Κ. 1601, 1602, ΕΧ 1603).
5. Ψάρια, φιλέτα και άλλη σάρκα ψαριών, καλαμάρια, χταπόδια και σουπιές, νωπά, διατηρημένα με απλή ψύξη ή κατεψυγμένα αλλά όχι αλλιώς παρασκευασμένα ή επεξεργασμένα. Εξαιρούνται τα συκώτια, αυγά, σπέρματα, πτερύγια, κεφάλια, ουρές, νηκτικές κύστες και άλλα βρώσιμα εντόσθια ψαριών (Δ.Κ. ΕΧ 0302, ΕΧ 0303, ΕΧ 0304, ΕΧ 0307).
6. Γάλα και προϊόντα γαλακτοκομίας. Αυγά πτηνών. Μέλι φυσικό. (Δ. Κ. 0401, 0402, 0403, 0404, 0405, 0406, 0407, 0408, 0409).
7. Βολβοί, κρεμμύδια, κόνδυλοι, ρίζες βολβοειδείς και ριζώματα γενικά, σε φυτική νάρκη, σε βλάστηση ή σε άνθηση, φυτά φυτωρίου, άλλα φυτά και ρίζες κιχωρίου άλλες από τις ρίζες της κλάσης 1212. Άλλα φυτά ζωντανά (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ρίζες τους), μοσχεύματα και μπόλια. Λευκό (φύτρα) μανιταριών (Δ.Κ. 0601 και 0602).
8. Λαχανικά, φυτά, ρίζες και κόνδυλοι, βρώσιμα. Εξαιρούνται τα προϊόντα της Δ.Κ. 0714 (Δ.Κ. 0701, 0702, 0703, 0704, 0705, 0706, 0707, 0708, 0709, 0710, 0711, 0712, 0713).
9. Καρποί και φρούτα βρώσιμα (Δ. Κ. 0801, 0802, 0803, 0804, 0805, 0806, 0807, 0808, 0809, 0810, 0811, 0812, 0813).
10. Δημητριακά (Δ.Κ. 1001,1002,1003, 1004,1005,1006, 1007 και 1008).
11. Προϊόντα αλευροποιίας. Άμυλα κάθε είδους (Δ. Κ. 1101, 1102, 1103, 1104, 1105,1106 και ΕΧ 1108).
12. Σπέρματα και σπόροι που προορίζονται για σπορά (Δ.Κ. ΕΧ 1201, ΕΧ 1202, ΕΧ 1204, ΕΧ 1205, ΕΧ 1207 και ΕΧ 1209).
13. Άχυρα και φλοιοί ακατέργαστων δημητριακών, έστω και τεμαχισμένα, αλεσμένα, συμπιεσμένα ή συσσωματωμένα με μορφή σβόλων. Γογγύλια Σουηδίας (γογγυλοκράμβες), τεύτλα κτηνοτροφικά, ρίζες κτηνοτροφικές, χορτονομές (FOIN, LUZERNE), τριφύλλια, κτηνοτροφικά λάχανα, χορτονομές λούπινου, βίκου και παρόμοια κτηνοτροφικά προϊόντα, έστω και συσσωματωμένα με μορφή σβόλων (Δ.Κ. 1213 και 1214).
14. Ελαιόλαδο και τα κλάσματά του, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα. Άλλα λάδια και τα κλάσματά τους, που παίρνονται αποκλειστικά από ελιές, έστω και εξευγενισμένα, αλλά όχι χημικώς μετασχηματισμένα και μείγματα από αυτά τα λάδια ή τα κλάσματα με λάδια ή κλάσματα της κλάσης 1509 (Δ. Κ. 1509 και 1510).
15. Παρασκευάσματα για τη διατροφή των παιδιών συσκευασμένα για τη λιανική πώληση. Ζυμαρικά, όχι ψημένα ή παραγεμισμένα ή αλλιώς παρασκευασμένα. Ψωμί, χωρίς προσθήκη άλλων ουσιών και όχι φρυγανισμένο ή περαιτέρω επεξεργασμένο. Κάψουλες κενές του τύπου που χρησιμοποιούνται για φάρμακα (Δ. Κ. ΕΧ 1901, ΕΧ 1902, ΕΧ 1905).
16. Νερά, στα οποία περιλαμβάνονται και τα φυσικά ή τεχνητά μεταλλικά νερά, χωρίς προσθήκη ζάχαρης ή άλλων γλυκαντικών ούτε αρωματισμένα, μη αεριούχα (Δ. Κ. ΕΧ 2201).
17. Υπολείμματα και απορρίμματα των βιομηχανιών ειδών διατροφής. Τροφές παρασκευασμένες για ζώα. Εξαιρούνται τα παρασκευάσματα των τύπων που χρησιμοποιούνται για τη διατροφή των ζώων (Δ.Κ. 2301, 2302, 2303, 2304, 2305, 2306, 2307 και 2308).
18. Η παράδοση νερού.
19. Ηλεκτρική ενέργεια (Δ.Κ. 2716), το φυσικό αέριο (Δ.Κ. ΕΧ 2711), καθώς και θέρμανση μέσω δικτύου (τηλεθέρμανση).
20. Φαρμακευτικά προϊόντα (Δ.Κ. 3001, 3002, 3003, 3004, 3005 και 3006).
21. Φάρμακα για την ιατρική του ανθρώπου των δασμολογικών κλάσεων 3003 και 3004. Εμβόλια για την ιατρική του ανθρώπου της δασμολογικής κλάσης 3002.
(Δ.Κ. EX 3002, EX 3003, EX 3004). Ο συντελεστής του φόρου για τα αγαθά της παρούσας περίπτωσης ορίζεται σε έξι τοις εκατό (6%).
22. Μαστίχα (λευκή ή μη), ακατέργαστη (Δ.Κ. ΕΧ 1301).
23. Λιπάσματα (Δ.Κ. 3101, 3102, 3103, 3104 και 3105)
24. Εντομοκτόνα, ποντικοφάρμακα, μυκητοκτόνα, ζιζανιοκτόνα, ανασχετικά της βλάστησης και ρυθμιστικά της ανάπτυξης των φυτών, απολυμαντικά και παρόμοια προϊόντα που παρουσιάζονται σε μορφές ή συσκευασίες για τη λιανική πώληση ή ως παρασκευάσματα άλλα από εκείνα που προορίζονται για ανθρώπινη χρήση. Εξαιρούνται τα εντομοαπωθητικά, τα απολυμαντικά για οικιακές χρήσεις, τα εντομοκτόνα και κατσαριδοκτόνα που παρουσιάζονται σε φιάλες με προωθητικό αέριο ή σε σκόνη για οικιακές χρήσεις (Δ.Κ. ΕΧ 3808).
25. Βιβλία και βιβλία για παιδιά (Δ.Κ. ΕΧ4901, ΕΧ 4903). Εφημερίδες και περιοδικές εκδόσεις τυπωμένες, έστω και εικονογραφημένες ή με διαφημίσεις (Δ.Κ. 4902). Ο συντελεστής του φόρου για τα αγαθά της παρούσας περίπτωσης ορίζεται σε έξι τοις εκατό (6%).
26. Ειδικές ανυψωτικές συσκευές (σκάλες, ανελκυστήρες, μηχανήματα ανεβοκατεβάσματος αναπήρων και παρόμοια), που χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση αναπήρων (Δ. Κ. ΕΧ 8428).
27. Αμαξάκια τύπου πολυθρόνας και άλλα οχήματα για αναπήρους, έστω και με κινητήρα ή άλλο μηχανισμό προώθησης, ανταλλακτικά αναπηρικού αμαξιδίου και ερεισίνωτο (Δ. Κ. 8713, Δ.Κ. 9403 και ΕΧ 8714).
28. Αντισυλληπτικές συσκευές που ονομάζονται «ενδομήτρια αντισυλληπτικά», καθετήρες για την ιατρική χρήση των ανθρώπων, σύριγγες σίτισης, πιεσόμετρα ομιλούντα, βελόνες (για τις πένες ινσουλίνης), βελόνες τεχνητού νεφρού, συσκευές έκχυσης ινσουλίνης (Δ.Κ. ΕΧ 9018).
29. Είδη και συσκευές ορθοπεδικής, στα οποία περιλαμβάνονται και οι ιατροχειρουργικές ζώνες και επίδεσμοι και οι πατερίτσες. Νάρθηκες, υποστηρίγματα και άλλα είδη και συσκευές για κατάγματα. Είδη και συσκευές προθέσεως. Συσκευές για τη διευκόλυνση της ακοής στους κουφούς και άλλες συσκευές που κρατιούνται με το χέρι, φέρονται από τα πρόσωπα ή εισάγονται στον ανθρώπινο οργανισμό, με σκοπό την αναπλήρωση μιας έλλειψης ή τη θεραπεία μιας αναπηρίας. Εξαιρούνται τα μέρη και εξαρτήματα των παραπάνω αγαθών (Δ.Κ. ΕΧ 9021).
30. Ανυψωτικό τουαλέτας (Δ.Κ. ΕΧ 3922), μπανιέρες για ανάπηρους (Δ.Κ. ΕΧ 3922, 6910, 7324), στηθόδεσμος μαστεκτομής - μαγιώ μαστεκτομής (Δ. Κ. ΕΧ 6212, ΕΧ 6112, ΕΧ 6211), προγράμματα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές (jaws, supernova, hall, φωναισθησίας, fine reader) (Δ.Κ. EX 8523), εκτυπωτές Braille (Δ.Κ. EX 8443), ρολόγια χειρός (Braille) (Δ.Κ. EX 9102), πινακίδες γραφής (Braille), μέτρα (Braille) (Δ.Κ. ΕΧ 9017), μπαστούνια (λευκά και ηλεκτρονικά) (Δ. Κ. ΕΧ 6602), κασετόφωνα με tracks (Braille) (Δ. Κ. ΕΧ 8519), ταινίες μέτρησης σακχάρου (Δ. Κ. ΕΧ 3822), τα οποία προορίζονται για την εξυπηρέτηση ατόμων με ειδικές ανάγκες.
31. Καθίσματα μπάνιου (Δ. Κ. ΕΧ 3922 και ΕΧ 9401), αντλία αποσιδήρωσης για μεσογειακή αναιμία (Δ.Κ. ΕΧ 9018), σύστημα τραχειοστομίας - τραχειοσωλήνες -φίλτρα (Δ. Κ. ΕΧ 9018), περπατούρα (ΕΧ 6602, ΕΧ 9021), τρίποδο (ΕΧ 6602, ΕΧ 9021), σύστημα φωτεινής ειδοποίησης (Δ.Κ. ΕΧ 8531), δέκτης φωτεινών σημάτων (Δ.Κ. ΕΧ 8517), Braille display (Δ.Κ. ΕΧ 8528), scanner (Δ.Κ. ΕΧ 8471), Braille note taker (Δ.Κ. EX 8469), προγράμματα κινητών τηλεφώνων σε ελληνική και ξένη έκδοση (mobile speak, speaking phone) (Δ.Κ. EX 8523), πλαίσια γραφής για άτομα με μειωμένη όραση (Braille) (Δ.Κ. ΕΧ 3926, Δ.Κ. 7326), κάλτσες Α.Γ. ή Κ.Γ. (Δ.Κ. ΕΧ 6115, ΕΧ 6217), κάλτσες κολοβώματος (Δ. Κ. ΕΧ 6307), φίλτρα αιμοκάθαρσης, αιμοδιήθησης, αιμοδιαδιήθησης και πλασμαφαίρεσης (Δ.Κ. ΕΧ 9018), γραμμές αιμοκάθαρσης, αιμοδιήθησης, αιμοδιαδιήθησης και πλασμαφαίρεσης (Δ.Κ. ΕΧ 9018), σάκοι περισυλλογής υγρού προετοιμασίας φίλτρων (Δ. Κ. ΕΧ 3926), Y-connectors, σετ φλεβοκέντησης κατά την αιμοκάθαρση (Δ.Κ. ΕΧ 9018), φύσιγγες διττανθρακικών (Δ.Κ. ΕΧ 2836), συνδετικό από τιτάνιο (Δ.Κ. ΕΧ 9018, ΕΧ 8108), γραμμή σύνδεσης και αποχέτευσης, σάκοι αποχέτευσης (Δ. Κ. ΕΧ 3926), κασέτες σύνδεσης, Clamp (λαβίδες) (Δ.Κ. ΕΧ 9018), βαλίτσα περιτοναϊκής κάθαρσης (SMART PD CASE) (Δ.Κ. ΕΧ 9018, ΕΧ 4202), αναλώσιμο υλικό για κολοστομίες (Δ.Κ. ΕΧ 3006), τα οποία προορίζονται για την εξυπηρέτηση ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Β.ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

1. Εισιτήρια θεατρικών παραστάσεων για τα οποία ο συντελεστής του φόρου ορίζεται σε έξιτοις εκατό (6%).
2. Η διαμονή σε ξενοδοχεία και παρόμοιους χώρους, συμπεριλαμβανόμενος και της παροχής καταλύματος διακοπών και της μίσθωσης χώρου σε κατασκήνωση ή κάμπινγκ για τροχόσπιτα.
3. Η παροχή υπηρεσιών κατ' οίκον φροντίδας, παιδιών, ηλικιωμένων, ασθενών και ατόμων με ειδικές ανάγκες γενικά.
4. Η παροχή υπηρεσιών για τη γεωργική παραγωγή.

Γ. ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Αγαθά και υπηρεσίες που δεν εντάσσονται στο Παράρτημα αυτό ή για τα οποία υπάρχει οποιαδήποτε αμφιβολία ως προς την ένταξή τους στον πίνακα αυτόν, συνεπεία του είδους, του προορισμού, της σύνθεσης ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, υπάγονται στον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α.»

2. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν από 01-07-2017.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 70

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού θεσμοθετείται η επαναφορά του συντελεστή ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια από το 24% στο 13%, μέσω της τροποποίησης του Παραρτήματος III του Κώδικα ΦΠΑ (ν. 2859/2000), προκειμένου να ενισχυθεί η ρευστότητα των αγροτών και των αγροτικών επιχειρήσεων. Με αυτό τον τρόπο δίνεται έμφαση στην στήριξη της πρωτογενούς παραγωγής της χώρας, καθώς αποτελεί έναν από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας.

9. Πρόστιμο Φ.Π.Α. για πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία

Άρθρο 79
Πρόστιμο Φ.Π.Α. για πλαστά, εικονικά ή νοθευμένα φορολογικά στοιχεία

1. Για παραβάσεις για τις οποίες προβλέπεται η επιβολή προστίμων του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 (Α' 179) και της περίπτωσης δ' της παρ. 2 του άρθρου 55 του ν. 4174/2013 (Α' 170), για τις οποίες κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος δεν έχουν εκδοθεί οι οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων, δεν επιβάλλονται τα πρόστιμα των προαναφερομένων διατάξεων, αλλά επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το πενήντα τοις εκατό (50%) του φόρου που εξέπεσε ή που επιστράφηκε ή που δεν αποδόθηκε, ανεξάρτητα εάν δεν προκύπτει τελικά ποσό φόρου για καταβολή.

2. Οι διατάξεις της παρ. 1 εφαρμόζονται και επί εκκρεμών κατά την κατάθεση του παρόντος υποθέσεων, εφόσον η εφαρμογή τους συνεπάγεται ευνοϊκότερο καθεστώς για τον υπόχρεο. Ως εκκρεμείς υποθέσεις νοούνται οι υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας κατόπιν άσκησης εμπρόθεσμης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης ή για τις οποίες εκκρεμεί η προθεσμία άσκησης ενδικοφανούς ή δικαστικής προσφυγής ή τακτικού ενδίκου μέσου ή αίτησης αναίρεσης, καθώς και υποθέσεις για τις οποίες έχουν εκδοθεί οι σχετικές πράξεις ή αποφάσεις αλλά δεν έχουν κοινοποιηθεί. Ως εκκρεμείς νοούνται, επίσης, οι υποθέσεις οι οποίες έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί αμετάκλητη απόφαση του δικαστηρίου ή έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση και δεν έχει κοινοποιηθεί στον φορολογούμενο.

3. Για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 επί των υποθέσεων της παρ. 2, απαιτείται η εκ μέρους του ενδιαφερομένου ταυτόχρονη υποβολή σχετικής αίτησης και ανέκκλητης δήλωσης ανεπιφύλακτης αποδοχής των ως άνω παραβάσεων, κάθε πράξης ή απόφασης της διεύθυνσης επίλυσης διαφορών ή του δικαστηρίου, και καταβολή του συνόλου της οφειλής, που προκύπτει από την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1, άμεσα ή το αργότερο εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την υποβολή της δήλωσης αποδοχής, άλλως δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 1. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μην έχει εκδοθεί αμετάκλητη δικαστική απόφαση κατά το χρόνο υποβολής της δήλωσης αποδοχής. Ποσά που έχουν καταβληθεί δεν επιστρέφονται, δεν συμψηφίζονται και δεν αναζητούνται, λόγω εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.

Η αίτηση-δήλωση υποβάλλεται στον προϊστάμενο της αρχής που εξέδωσε την πράξη. Στις περιπτώσεις που η υπόθεση εκκρεμεί ενώπιον των δικαστηρίων, με την ως άνω δήλωση αποδοχής συνυποβάλλεται και σχετική βεβαίωση της γραμματείας του αρμόδιου δικαστηρίου για το στάδιο στο οποίο βρίσκεται η υπόθεση.

Αν έχει εκδοθεί μη αμετάκλητη απόφαση, η ως άνω βεβαίωση πρέπει να διαλαμβάνει αν η απόφαση επιδόθηκε στον αντίδικο του Δημοσίου και, σε καταφατική περίπτωση, την ημεροχρονολογία της επίδοσης. Επί υποθέσεων που είχαν ήδη συζητηθεί, αλλά δεν είχε εκδοθεί ακόμη απόφαση ή είχε εκδοθεί αλλά δεν είχε καταστεί αμετάκλητη, λόγω ύπαρξης προθεσμίας άσκησης ή λόγω άσκησης ενδίκου μέσου κατά της απόφασης, η κατά τα ανωτέρω συνυποβαλλομένη δήλωση ανέκκλητης αποδοχής και η συνεπεία αυτής καταβολή της οφειλής κατ' εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου ενέχει, κατά περίπτωση, και παραίτηση των διαδίκων από του δικαιώματος τους να απαιτήσουν τη συμμόρφωση προς την τυχόν εκδοθησομένη δικαστική απόφαση ή να ασκήσουν οποιοδήποτε τακτικό ή έκτακτο ένδικο μέσο κατ' αυτής ή παραίτηση από του δικογράφου του ασκηθέντος ενδίκου μέσου. Ειδικώς δε, σε υποθέσεις που δεν έχουν συζητηθεί ή έχουν συζητηθεί και δεν έχει εκδοθεί απόφαση του δικαστηρίου, έχουν ανάλογη εφαρμογή οι διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 142 του ν. 2717/1999 (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας, Α' 97), τα αποτελέσματα της οποίας επέρχονται με την περιέλευση στη γραμματεία του δικαστηρίου σχετικής βεβαίωσης του Προϊσταμένου της φορολογικής αρχής που εξέδωσε την πράξη, με περιεχόμενο την περάτωση της διαδικασίας του παρόντος άρθρου.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 79

Με τις προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 θεσπίζονται αναγκαίες μεταβατικές διατάξεις, συνεπεία της κατάργησης του άρθρου 6 του ν. 2523/97 και της περίπτωσης δ' της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν. 4174/2013, ώστε να προβλέπεται η επιβολή των ίδιων κυρώσεων, τόσο για τις υποθέσεις για τις οποίες είχαν επιβληθεί είτε οι κυρώσεις του άρθρου 6 του ν. 2523/1997 είτε του άρθρου 55 παρ. 2 περ. δ' του ν. 4174/2013 και οι οποίες εκκρεμούν κατά την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος σχεδίου νόμου, όσο και για ανάλογες περιπτώσεις που θα προκύψουν μελλοντικά. Η προτεινόμενη διάταξη αποσκοπεί στον εξορθολογισμό των κατά τις ως άνω διατάξεις επιβληθέντων προστίμων και στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων από τις εν λόγω εκκρεμείς υποθέσεις.

10. Μεταβολές στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας

Άρθρο 77
Τροποποίηση άρθρου 26 ν. 4174/2013 (Α' 170)

1. Η παρ. 1 του άρθρου 26 του ν.4174/2013 (Α' 170), αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Οι υποθέσεις που ελέγχονται κατά προτεραιότητα, επιλέγονται με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ή, εξαιρετικά, με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και δεν δημοσιοποιούνται.»

2. Η παρ. 2 του άρθρου 26 του ν.4174/2013, αντικαθίσταται ως εξής:
«2.α. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται έως το τέλος κάθε έτους και δύναται να τροποποιηθεί οποτεδήποτε, καθορίζεται ο αριθμός των μερικών ή και πλήρων ελέγχων που θα διενεργούνται εντός του επόμενου έτους κατά προτεραιότητα, με βάση κριτήρια ανάλυσης κίνδυνου, στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, με βάση άλλα κριτήρια, σύμφωνα με την προηγούμενη περίπτωση, λαμβανομένου υπόψη του αριθμού των ελεγκτών κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης και του αριθμού των διενεργηθέντων ελέγχων κατά τους προηγούμενους δώδεκα μήνες από τον μήνα έκδοσης της απόφασης. Στην απόφαση ορίζεται, επίσης, το ποσοστό των πλήρων και μερικών ελέγχων για φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις που αφορούν στην τελευταία πενταετία, συμπεριλαμβανομένου και του έτους έκδοσης της απόφασης, το οποίο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσοστού 70% του συνόλου πλήρων και μερικών ελέγχων, αντίστοιχα, των κατά προτεραιότητα ελεγχόμενων υποθέσεων, καθώς και κάθε άλλο αναγκαίο θέμα. Ειδικά, για το έτος 2016 το ανωτέρω ποσοστό ορίζεται σε 50% και για το έτος 2017 σε 60%.
β. Για ελέγχους που διενεργούνται από 1.1.2018, ποσοστό τουλάχιστον 75% των ελέγχων που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο της περίπτωσης α' της παρούσας παραγράφου αφορούν κατ' αρχήν σε ελέγχους της τελευταίας τριετίας για τις οποίες έχει λήξει η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Οι έλεγχοι του προηγούμενου εδαφίου μπορούν να επεκτείνονται στα δύο προηγούμενα, πέραν της τελευταίας τριετίας, φορολογικά έτη ή χρήσεις, με βάση κριτήρια κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 77

Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 1 του άρθρου 26, εξειδικεύεται η υποχρέωση της Φορολογικής Διοίκησης να ελέγχει υποθέσεις κατά προτεραιότητα, επιλέγοντας αυτές με κριτήρια ανάλυσης κινδύνου από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης (στοιχεία από πιστωτικά ιδρύματα, κλπ.), αξιοποιώντας με τον τρόπο αυτό ευρύτερο πεδίο διαθέσιμων πληροφοριών, με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας και εισπραξιμότητας των διενεργούμενων ελέγχων.

Με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 2 οριοθετείται σε νέα πιο ορθολογική βάση ο φορολογικός έλεγχος. Συγκεκριμένα, με τις εν λόγω διατάξεις ορίζεται ότι ο έλεγχος εστιάζει κατά προτεραιότητα καταρχήν στα τρία πιο πρόσφατα φορολογικά έτη, και μόνο εφόσον συντρέχουν συγκεκριμένοι λόγοι, που καθορίζονται με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, εσωτερικές ή εξωτερικές πηγές ή άλλα κριτήρια τα οποία δεν δημοσιοποιούνται, επεκτείνεται και στα δύο προηγούμενα φορολογικά έτη ή χρήσεις. Κατ' αυτόν τον τρόπο, ο έλεγχος καθίσταται αποδοτικότερος και αποτελεσματικότερος, δεδομένου ότι κατευθύνεται πλέον εκεί που υπάρχει πραγματικό φορολογικό ενδιαφέρον. Η νέα αυτή προσέγγιση, που είχε ήδη ξεκινήσει από την τροποποίηση του άρθρου 26 του ν. 4174/2013 με το άρθρο 61 του ν. 4342/2015, θα καταστήσει πιο ευέλικτο τον έλεγχο και θα του επιτρέψει να στραφεί σε πρόσφατα έτη για τα οποία είναι ευχερέστερη η αναζήτηση στοιχείων και πληροφοριών, με πιο άμεσα αποτελέσματα και δυνατότητα επέκτασής του στα δύο προηγούμενα φορολογικά έτη ή χρήσεις, μόνο όταν κρίνεται σκόπιμο με βάση τα καθοριζόμενα ελεγκτικά κριτήρια.

11. Μεταβολές στον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων

Άρθρο 78
Τροποποιήσεις Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων

1. Στο άρθρο 36 του ν.δ. 356/1974 (Α' 90) προστίθενται νέες παράγραφοι ως εξής:
«6. Για τις κατασχέσεις που επιβάλλονται μετά την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 7 εφαρμόζονται οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 993 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
7. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της εμπορικής αξίας του ακινήτου που κατάσχεται, το αρμόδιο όργανο προσδιορισμού της αξίας αυτής, ο τρόπος καθορισμού της αμοιβής του καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα. »

2. Στο άρθρο 39 του ν.δ. 356/1974 προστίθεται νέα παράγραφος ως εξής:
«7. Για τις κατασχέσεις που επιβάλλονται μετά την έκδοση της απόφασης της παρ. 7 του άρθρου 36 εφαρμόζονται οι διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 995 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 78

Με τις προτεινόμενες διατάξεις των παραγράφων 6 και 7 του άρθρου 36 του ν.δ 356/1974 (ΚΕΔΕ) εναρμονίζεται το δίκαιο της διοικητικής εκτέλεσης με το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης ως προς τον τρόπο της εκτίμησης της αξίας του κατασχεθέντος ακινήτου, η οποία πλέον είναι η εμπορική αξία αυτού. Η ρύθμιση αυτή εφαρμόζεται για τις κατασχέσεις που επιβάλλονται μετά την έκδοση της κοινής απόφασης του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ και στην οποία θα καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισμού της εμπορικής αξίας του ακινήτου που κατάσχεται, το αρμόδιο όργανο προσδιορισμού της αξίας αυτής, ο τρόπος καθορισμού της αμοιβής του καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέμα. Με την προτεινόμενη διάταξη της παραγράφου 7 του άρθρου 39 του ν.δ 356/1974 (ΚΕΔΕ) εναρμονίζεται το δίκαιο της διοικητικής εκτέλεσης με το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης ως προς τον ορισμό της τιμής πρώτης προσφοράς του ακινήτου που εκπλειστηριάζεται, η οποία πλέον είναι η εμπορική αξία αυτού, όπως αυτή προσδιορίζεται κατά το χρόνο επιβολής της κατάσχεσης, ρύθμιση η οποία θα τεθεί σε ισχύ μετά την έκδοση της απόφασης της παραγράφου 7 του άρθρου 36.

12. Τροποποιήσεις στον Τελωνειακό Κώδικα

Άρθρο 68
Τροποποιήσεις των άρθρων 81 και 83 του ν.2960/2001 «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας»

1.Ο τίτλος του άρθρου 81 του ν. 2960/2001(Α' 265), αντικαθίσταται ως εξής:

«Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης»

2. Οι παρ. 4 και 5 του άρθρου 81 του ν. 2960/2001 καταργούνται.

3. Ο τίτλος του άρθρου 83 του ν. 2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«Απαλλαγές από τον Ειδικό φόρο Κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης».

4. Η παρ. 2 του άρθρου 83 του ν.2960/2001 καταργείται.

5. Η παρ. 4 του άρθρου 83 του ν. 2960/2001 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται οι ποσότητες, οι όροι και οι διατυπώσεις των απαλλαγών από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης των παραγράφων 1 και 3, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια εφαρμογής του παρόντος άρθρου.».

6. Οι Υπουργικές Αποφάσεις Φ.811/337/2008, Φ.812/338/2008 (Β' 1380) και Φ.230/111/2008 (Β' 334) καταργούνται. Καταργείται επίσης κάθε άλλη υπουργική απόφαση ή διάταξη υπουργικής απόφασης, κατά το μέρος που αφορά στην ισοπροπυλική αλκοόλη και εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση των παρ. 4 και 5 του άρθρου 81 και της παραγράφου 4 του άρθρου 83 του ν.2960/2001, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 27 του ν.2127/1993 (Α'48 ).

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 68

Με την προτεινόμενη διάταξη καταργείται ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης που επιβάλλεται στην ισοπροπυλική αλκοόλη, σύμφωνα με το άρθρο 81 του ν.2960/2001 (Α'265) «Εθνικός, Τελωνειακός Κώδικας». Η ισοπροπυλική αλκοόλη χρησιμοποιείται ως πρώτη ύλη στη βιομηχανία για την παραγωγή φαρμάκων, καλλυντικών, χρωμάτων, βερνικιών και άλλων προϊόντων και οι ποσότητες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή παραλαμβάνονται με απαλλαγή από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, σύμφωνα με το άρθρο 83 του ν.2960/01. Τα έσοδα από την εν λόγω φορολογία είναι πολύ μικρά σε σχέση με τα ποσά των χορηγούμενων απαλλαγών. Η κατάργηση της φορολογίας αυτής ευθυγραμμίζεται με τις σχετικές συστάσεις της εργαλειοθήκης III του ΟΟΣΑ, με σκοπό την απλοποίηση των διαδικασιών, τη μείωση της γραφειοκρατίας, τη διευκόλυνση του εμπορίου και την τόνωση του ανταγωνισμού. Για σκοπούς ασφάλειας δικαίου, καταργούνται, επίσης, οι, κατ' εξουσιοδότηση των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 81 και της παραγράφου 4 του άρθρου 83 του ν.2960/2001, καθώς και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 27 του ν.2127/1993 (Α'48 ) εκδοθείσες Υπουργικές Αποφάσεις οι οποίες αφορούν στην ισοπροπυλική αλκοόλη.

13. Αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος

Άρθρο 63
Ρύθμιση θεμάτων σχετικών με την αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος.

1. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 (Α' 179) αντικαθίσταται ως εξής:
«Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ορίζεται με τον αναπληρωτή του, εισαγγελικός λειτουργός με βαθμό εισαγγελέα εφετών ή αντεισαγγελέα εφετών, από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών.»

2. Η παρ. 3 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος έχει ως αρμοδιότητα τη διενέργεια ερευνών, προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης για την εξακρίβωση τελέσεως κάθε είδους φορολογικών και οικονομικών εγκλημάτων και οποιωνδήποτε άλλων συναφών, εφόσον αυτά διαπράττονται σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή βλάπτουν σοβαρά την εθνική οικονομία. Η κατά τόπο αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, για την άσκηση των καθηκόντων του , ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος έχει την εποπτεία, καθοδήγηση και το συντονισμό των ενεργειών των γενικών κατά το άρθρο 33 παράγραφος 1 περίπτωση α' του Κ.Π.Δ. και ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, ιδίως δε υπαλλήλων του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας, εντός των σχετικών αρμοδιοτήτων τους».

3. Στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«προτάσσοντας εκείνες τις υποθέσεις που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.»

4. Η παρ. 5 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Για τη διερεύνηση των υποθέσεων που ανήκουν στην αρμοδιότητά του ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, ο αναπληρωτής αυτού και οι εισαγγελικοί λειτουργοί που τον συνεπικουρούν μπορούν να παραγγέλλουν τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης αποκλειστικά από τους κατά την παράγραφο 3 γενικούς ή ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους. Ειδικά για τους υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε. η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης παραγγέλλεται αποκλειστικά και μόνο στους τελωνειακούς υπαλλήλους και τους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων και μόνο για υποθέσεις που εμπίπτουν στις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες. Οι λοιποί υπάλληλοι της ΑΑΔΕ που έχουν προανακριτικά καθήκοντα σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση, κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας που εκδίδεται μόνο μετά από αίτημα της ελεγκτικής υπηρεσίας της ΑΑΔΕ στην οποία ανήκουν προς τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος. Κατ' εξαίρεση του προηγούμενου εδαφίου, οι υπάλληλοι της ΑΑΔΕ που αναφέρονται σε αυτό διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση, για υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί και διαβιβαστεί στην ΑΑΔΕ μέχρι την έναρξη ισχύος της παρούσας παραγράφου, εισαγγελική παραγγελία και έχουν προτεραιοποιηθεί ή πρόκειται να προτεραιοποιηθούν έως τις 31.7.2017. β) Με την επιφύλαξη της περ. α' της παρούσας παραγράφου, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος και οι λοιποί Εισαγγελείς δεν παραγγέλλουν στις Υπηρεσίες και το προσωπικό της ΑΑΔΕ τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης, ούτε διαβιβάζουν με οποιαδήποτε διαδικασία εντολές ή αιτήματα διενέργειας φορολογικών ελέγχων. Η εκτέλεση των ανωτέρω εισαγγελικών παραγγελιών ανατίθεται σε Υπηρεσία εκτός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους, που εποπτεύονται από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και με αρμοδιότητα την έρευνα τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής ή λοιπών οικονομικών αδικημάτων. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από την 1η Αυγούστου 2017.»

5. Η παρ. 7 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«Με σύμφωνη γνώμη του εποπτεύοντος Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος και ο αναπληρωτής αυτού μπορούν να παραγγέλλουν τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών, χωρίς να στερούνται τις αρμοδιότητες που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, μετά το πέρας της οποίας ενημερώνονται εγγράφως για την πορεία της.

6. Η παρ. 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι εισαγγελικοί λειτουργοί της παραγράφου 1 έχουν πρόσβαση σε κάθε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή είναι χρήσιμο για τις υποθέσεις τις οποίες ερευνούν, μη υποκείμενοι στους περιορισμούς της νομοθεσίας περί φορολογικού, τραπεζικού, χρηματιστηριακού και κάθε άλλου είδους απορρήτου και σε κάθε μορφής αρχείο δημόσιας αρχής ή οργανισμού που τηρεί και επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με ισχύοντες κανόνες ιχνηλασιμότητας. Επίσης, έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν, με αιτιολογημένη διάταξή τους σε δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και περιουσιακών εν γένει στοιχείων, ακινήτων και κινητών, προς το σκοπό διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, σε περίπτωση διενεργούμενης ποινικής προκαταρκτικής εξέτασης για την εξακρίβωση τέλεσης εγκλημάτων της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου για χρονικό διάστημα μέχρι ένα (1) έτος που μπορεί να παρατείνεται είτε με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από τον Οικονομικό Εισαγγελέα ή τον αναπληρωτή του, είτε με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από Εισαγγελικό λειτουργό που συνεπικουρεί τον Οικονομικό Εισαγγελέα, λόγω δικαιολογημένης μη ολοκλήρωσης της διενεργούμενης, κατά τα ανωτέρω, ποινικής προκαταρκτικής εξέτασης. Η διάταξη εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του καθ' ου ή τρίτου και δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό προϊόν, θυρίδα, κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο. Η δέσμευση ισχύει από τη χρονική στιγμή της αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης προς τον οργανισμό ή την υπηρεσία προς την οποία απευθύνεται. Ως χρονική στιγμή αποδεδειγμένης γνωστοποίησης της διάταξης της παρούσας παραγράφου προς τους αρμόδιους οργανισμούς και υπηρεσίες λογίζεται η ημέρα που γνωστοποιείται με οποιονδήποτε πρόσφορο τρόπο, ιδίως δε τηλεομοιοτυπικά, η διάταξη στην Ελληνική Ένωση Τραπεζών, την Ένωση Συνεταιριστικών Τραπεζών και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, οι οποίες οφείλουν να ενημερώνουν αμελλητί τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ημεδαπής. Με τον ίδιο τρόπο η διάταξη γνωστοποιείται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων , η οποία δεν κωλύεται να λαμβάνει όλα τα σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις μέτρα διασφάλισης. Η διάταξη επιδίδεται εντός προθεσμίας είκοσι (20) ημερών στον καθ' ου ή στον τρίτο, οι οποίοι δύνανται να προσφύγουν και να ζητήσουν την άρση της με αίτησή τους είτε προς το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από τον Οικονομικό Εισαγγελέα ή τον αναπληρωτή του, είτε προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών, εάν η διάταξη έχει εκδοθεί από εισαγγελικό λειτουργό που συνεπικουρεί τον Οικονομικό Εισαγγελέα, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, η οποία δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της. Η διάταξη ή το βούλευμα ανακαλείται ή τροποποιείται αντίστοιχα, εάν προκύφουν νέα στοιχεία. Μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης: i) στην περίπτωση που παραγγέλλεται από τον Οικονομικό Εισαγγελέα άσκηση ποινικής δίωξης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κ.Π.Δ. και ii) στην περίπτωση αρχειοθέτησης της ποινικής δικογραφίας η δέσμευση αίρεται αυτοδικαίως. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν θίγουν τυχόν διασφαλιστικά μέτρα που έχουν ληφθεί από τη φορολογική διοίκηση, ούτε εμποδίζουν την τελευταία να λάβει τέτοια μέτρα. Με τη σύμφωνη γνώμη του εποπτεύοντος, κατά την παράγραφο 2, Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος μπορεί να παραγγέλλει την έκδοση της διάταξης του παρόντος άρθρου και προς τον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, ο οποίος εκδίδει τη διάταξη σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου, οι διατάξεις της οποίας εφαρμόζονται ανάλογα. Η προσφυγή κατά της διάταξης του Εισαγγελέα Πρωτοδικών εισάγεται στο κατά τόπο αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών. Στην περίπτωση έκδοσης διάταξης του Εισαγγελέα Πρωτοδικών σύμφωνα με τα δύο προηγούμενα εδάφια, το κατά τόπο αρμόδιο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών είναι αρμόδιο και για την έκδοση βουλεύματος, με το οποίο δύναται να παραταθεί η διάρκεια της δέσμευσης, σε περίπτωση δικαιολογημένης μη ολοκλήρωσης της διενεργούμενης ποινικής προκαταρκτικής εξέτασης.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 63

Με το άρθρο 63 του προτεινόμενου σχεδίου νόμου τροποποιούνται οι παρ. 1, 3, 4, 5,7 και 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 όπως ισχύει.
Ειδικότερα:
1. Με την παρ. 1 του άρθρου 63 του παρόντος, καθιερώνεται η λειτουργική αναβάθμιση του θεσμού του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, αφού πλέον θα είναι δυνατός ο ορισμός εισαγγελικού λειτουργού που φέρει τον βαθμό του εισαγγελέα εφετών από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, σε αντίθεση με σήμερα, που Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος μπορεί να οριστεί εισαγγελικός λειτουργός με βαθμό αντεισαγγελέα εφετών από εκείνους που υπηρετούν στην ίδια υπηρεσία.
2. Με την παρ. 2 του άρθρου 63 του παρόντος τροποποιείται η παρ. 3 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997, όπως ισχύει προκειμένου να επανακαθοριστεί το πεδίο αρμοδιότητας και εποπτείας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και να εναρμονιστεί με τη λειτουργική και διοικητική ανεξαρτησία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Πιο συγκεκριμένα, με την προτεινόμενη διάταξη, στον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ανήκει η εποπτεία, η καθοδήγηση και ο συντονισμός των ενεργειών των γενικών, κατά το άρθρο 33 παράγραφος 1 περίπτωση α' του Κ.Π.Δ., και ειδικών προανακριτικών υπαλλήλων, ιδίως, δε, υπαλλήλων του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.), εντός των σχετικών αρμοδιοτήτων τους. Με την ίδια προτεινόμενη διάταξη τίθενται υπό την εποπτεία του Οικονομικού Εισαγγελέα και οι υπηρετούντες στη Διεύθυνση Οικονομικής Αστυνομίας αστυνομικοί.
3. Με την παρ. 3 του άρθρου 63 του παρόντος προστίθεται στο τέλος της παρ. 4 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997, όπως ισχύει, η φράση: «προτάσσοντας εκείνες τις υποθέσεις που βλάπτουν σοβαρά τα συμφέροντα του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος θα ενημερώνεται για όλες τις καταγγελίες και τις πληροφορίες που περιέχονται στις υπηρεσίες της παραγράφου 3 του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 για εγκλήματα της αρμοδιότητάς του, θα αξιολογεί δε και θα διερευνά τις πληροφορίες αυτές, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του, σχετικά με αυτά, με οποιονδήποτε τρόπο και μέσο. Με την προτεινόμενη διάταξη παρέχεται στον Οικονομικό Εισαγγελέα η δυνατότητα να διερευνά κατά προτεραιότητα σημαντικές υποθέσεις υψηλού επιπέδου φοροδιαφυγής, με απώτερο στόχο την βελτίωση της απόδοσης του διωκτικού και του ερευνητικού έργου, και, κατ' επέκταση, την αξιοποίηση της εποπτείας που έχει ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος επί του συνόλου της διωκτικής και ελεγκτικής δραστηριότητας στο πεδίο της οικονομικής εγκληματικότητας.
4. Με την παρ. 4 του άρθρου 63 του παρόντος αντικαθίσταται η παρ. 5 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997, όπως ισχύει, ούτως ώστε να καθοριστεί το πεδίο αρμοδιότητας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, του αναπληρωτή του και των εισαγγελικών λειτουργών που τον συνεπικουρούν ως προς τη παραγγελία της διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη διάταξη ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, ο αναπληρωτής αυτού και οι εισαγγελικοί λειτουργοί, που τον συνεπικουρούν αποκλειστικά μπορούν να παραγγέλλουν τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης στους γενικούς κατά το άρθρο 33 παράγραφος 1 περίπτωση α' του Κ.Π.Δ. ή στους ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους και ιδίως στους υπαλλήλους του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) και της Διεύθυνσης Οικονομικής Αστυνομίας. Επίσης, με την παρούσα παράγραφο καθορίζονται, κατά τις ειδικότερες επιμέρους προτεινόμενες διατάξεις, αναλυτικές ρυθμίσεις για τις κατηγορίες προανακριτικών υπαλλήλων οι οποίοι υπάγονται διοικητικά στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και συγκεκριμένα οι υπάλληλοι των Τελωνείων και της Διεύθυνσης Εσωτερικών Υποθέσεων. Επιπλέον ορίζεται ότι οι λοιποί υπάλληλοι της ΑΑΔΕ που έχουν προανακριτικά καθήκοντα διενεργούν προκαταρκτική εξέταση ή προανάκριση κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας που δύναται να εκδόσει ο Οικονομικός Εισαγγελέας ύστερα από σχετικό αίτημα που του απευθύνουν.
Μια σημαντική τομή που επέρχεται με την παρούσα ρύθμιση είναι η Ίδρυση Ειδικής Υπηρεσίας, η οποία θα στελεχωθεί από προανακριτικούς υπαλλήλους υπό την εποπτεία του Οικονομικού Εισαγγελέα, οι οποίοι, έχουν το καθήκον να εκτελούν τις Εισαγγελικές Παραγγελίες του Οικονομικού Εισαγγελέα και των λοιπών Εισαγγελέων για την διεξαγωγή προανάκρισης και προκαταρκτικής εξέτασης. Οι ως άνω προανακριτικοί υπάλληλοι θα έχουν την αρμοδιότητα έρευνας τέλεσης εγκλημάτων φοροδιαφυγής ή λοιπών οικονομικών αδικημάτων.
Με το τελευταίο εδάφιο της προτεινόμενης ρύθμισης καθορίζεται η 1η Αυγούστου 2017 ως ο χρόνος της έναρξης ισχύος της συγκεκριμένης ρύθμισης.
5. Με την παρ. 5 του άρθρου 63 του παρόντος αντικαθίσταται η παρ. 7 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997, προκειμένου να παρέχεται, πλην του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, και στον αναπληρωτή αυτού η δυνατότητα να παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών. Μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης ενημερώνονται εγγράφως για την πορεία της. Για την εν λόγω παραγγελία απαιτείται η σύμφωνη γνώμη του εποπτεύοντος Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που έχει ορισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997. Η επέκταση αυτή τίθεται προς άρση ερμηνευτικών αμφισβητήσεων.
6. Με την παρ. 6 του άρθρου 63 του παρόντος αντικαθίσταται η παράγραφος 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997. Οι αλλαγές, ως προς τα επιμέρους εδάφια της υπό αντικατάσταση τροποποίηση παραγράφου έχουν ως εξής:
α) το πρώτο εδάφιο της παρ. 8 τροποποιείται με τρόπο ώστε να εξειδικεύεται η διαδικασία πρόσβασης των Εισαγγελικών Λειτουργών της παρ. 1 του άρ. 17 Α του ν. 2523/1997 στις πληροφορίες που είναι χρήσιμες για την άσκηση του έργου τους.
β) Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 8 αντικαθίσταται με τρόπο ώστε να υπάρξει διαφοροποίηση ως προς το αρμόδιο Συμβούλιο για την έκδοση βουλεύματος για την παράταση του χρονικού διαστήματος της δέσμευσης που επιβάλλεται σύμφωνα με το ίδιο εδάφιο. Κατά την ισχύουσα ρύθμιση, αρμόδιο για την παράταση της εν θέματι διάταξης είναι πάντοτε το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, ανεξαρτήτως του εάν η διάταξη εξεδόθη από τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή τον αναπληρωτή του (που σήμερα έχουν τον βαθμό του αντεισαγγελέως εφετών) ή από τους εισαγγελικούς λειτουργούς που συνεπικουρούν τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος (που φέρουν το βαθμό του εισαγγελέως ή του αντεισαγγελέως πρωτοδικών). Με την προτεινόμενη ρύθμιση, εάν η δέσμευση επέρχεται δυνάμει διατάξεως ενός εκ των εισαγγελικών λειτουργών που συνεπικουρούν τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, θα δύναται να παραταθεί με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Η ρύθμιση αυτή γίνεται για την αποσυμφόρηση του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών από έκδοση βουλευμάτων επί διατάξεων που εκδόθηκαν από εισαγγελικούς λειτουργούς που δεν έχουν τον βαθμό που αντιστοιχεί στο Συμβούλιο Εφετών Αθηνών.
γ) Το έβδομο εδάφιο της παρ. 8 του άρ. 17Α τροποποιείται κατ' αντίστοιχο τρόπο με την αλλαγή που επέρχεται στο μόλις προαναφερθέν β' εδάφιο της ίδιας παραγράφου, ως προς την αρμοδιότητα του Συμβουλίου που κρίνει επί της προσφυγής που ασκείται από τους έχοντες έννομο συμφέρον για άρση της προαναφερθείσας δέσμευσης. Έτσι, εάν η δέσμευση εκδόθηκε με διάταξη του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος ή του αναπληρωτή του, η αρμοδιότητα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών για κρίση επί προσφυγής για την άρση της δέσμευσής παραμένει. Εάν η δέσμευση εκδόθηκε με διάταξη ενός/μίας εκ των εισαγγελικών λειτουργών που συνεπικουρούν τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, αρμόδιο για να κρίνει επί προσφυγής για την άρση της ως άνω δέσμευσης είναι, με την προτεινόμενη διάταξη, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών.
δ) Περαιτέρω στο δέκατο εδάφιο της παραγράφου 8 του άρ. 17Α του νόμου 2523/1997 προστίθεται η φράση: «ούτε εμποδίζουν την τελευταία να λάβει τέτοια μέτρα». Η εν λόγω προσθήκη κρίνεται αναγκαία προκειμένου να παρέχεται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων η δυνατότητα να λαμβάνει διασφαλιστικά μέτρα μετά το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης, σε περιπτώσεις που είτε παραγγέλλεται από τον Οικονομικό Εισαγγελέα άσκηση ποινικής δίωξη και εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις του Κ.Π.Δ., είτε η ποινική δικογραφία αρχειοθετείται και η δέσμευση των τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και περιουσιακών (ακινήτων και κινητών) εν γένει στοιχείων αίρεται αυτοδικαίως.
ε) Τέλος, με την προσθήκη εδαφίου στην παράγραφο 8 του άρ. 17Α του ν. 2523/1997 καλύπτεται ένα ζήτημα αρμοδιότητας για τις περιπτώσεις που η διάταξη δέσμευσης έχει διαταχθεί, κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και τη σύμφωνη γνώμη του εποπτεύοντος Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, από τον κατά τόπο αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών. Κατά το ισχύον σήμερα δίκαιο, υπάρχει πρόβλεψη για την αρμοδιότητα του κατά τόπο αρμοδίου Συμβουλίου Πλημμελειοδικών να κρίνει επί της προσφυγής για την άρση της δέσμευσης που διατάσσεται από τον κατά τόπο εισαγγελέα πρωτοδικών ως ανωτέρω. Με την προτεινόμενη προσθήκη εδαφίου, το ίδιο Συμβούλιο καθίσταται αρμόδιο και για την παράταση της υπό τους ανωτέρω όρους διαταχθείσας δέσμευσης.

14. Η γνωστοποίηση παραβάσεων φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας από τις εισαγγελικές αρχές προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων δεν δεσμεύει την ΑΑΔΕ για διενέργεια ελέγχου

Άρθρο 64
Γνωστοποίηση παραβάσεων φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας από τις εισαγγελικές αρχές προς την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων

Ο αρμόδιος Εισαγγελέας δύναται να γνωστοποιεί εγγράφως στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) πιθανολογούμενες παραβάσεις της φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, διαβιβάζοντας έγγραφα και λοιπά αποδεικτικά μέσα που περιέρχονται στη διάθεσή του, τα οποία μπορούν να αξιοποιούνται από την ως άνω Αρχή στο σύστημα ανάλυσης κινδύνου της, στο πλαίσιο του φορολογικού ή τελωνειακού ελέγχου, όταν κρίνεται σκόπιμο από αυτήν, σύμφωνα με τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις. Η γνωστοποίηση του προηγουμένου εδαφίου δεν επέχει θέση εισαγγελικής παραγγελίας για διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης σύμφωνα με τον ΚΠΔ, ούτε δεσμεύει την ΑΑΔΕ για διενέργεια ελέγχου. Επιτρέπεται σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας, ακόμη και σε περίπτωση θέσης της υπόθεσης στο αρχείο κατ' άρθρο 43 ΚΠΔ ή περάτωσής της καθ' οιονδήποτε τρόπο.
Ο Εισαγγελέας δεν προβαίνει σε γνωστοποίηση, εάν κρίνει ότι αυτή δυσχεραίνει ουσιωδώς την έρευνα για την τέλεση ποινικού αδικήματος.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 64

Με το άρθρο 64 του παρόντος σχεδίου νόμου, εισάγεται νέα, ειδική, διάταξη, με την οποία παρέχεται στις εισαγγελικές αρχές η δυνατότητα να διαβιβάζουν πληροφορίες που δεν είναι άμεσα ποινικά ερευνητέες (λ.χ. λόγω χαμηλού ποσού φοροδιαφυγής που δεν επιτρέπει την ποινική δίωξη, ή λόγω παράβασης που δεν στοιχειοθετεί πλέον ποινικό αδίκημα) στη φορολογική αρχή και να μην τίθενται αποκλειστικά στο αρχείο σύμφ. με το άρ. 43 ΚΠΔ. Έτσι, οι πληροφορίες των εισαγγελικών αρχών μπορούν να δοθούν στην φορολογική διοίκηση με πρωτοβουλία πλέον των εισαγγελικών αρχών, και όχι μόνο με πρωτοβουλία της φορολογικής διοίκησης όπως επιτρέπεται σήμερα. Οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν τη δεσμευτικότητα εισαγγελικής παραγγελίας και μπορούν να αξιοποιηθούν από την ΑΑΔΕ με βάση το σύστημα ανάλυσης κινδύνου. Με τον τρόπο αυτό, παρέχεται πρόσβαση σε μεγάλο όγκο πληροφοριών στη Φορολογική Διοίκηση, ο οποίος δεν είναι προσπελάσιμος σήμερα, για να επιτευχθεί από την πλευρά της η καίριας ταξινόμηση των χαρακτηριστικών επικινδυνότητας φοροδιαφυγής (risk profiling). Επίσης η ως άνω διάταξη μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο προς τον σκοπό της πρόταξης των σημαντικών υποθέσεων από την πλευρά του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, όπως άλλωστε προκύπτει και από την προτεινόμενη, με το παρόν σχέδιο νόμου προσθήκη στην παρ. 4 του άρ. 17Α του ν. 2523/1997.

15. Εισόδημα από βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας διαμοιρασμού

Άρθρο 83

Στο ν. 4172/2013 (Α' 167) μετά το άρθρο 39 προστίθεται νέο άρθρο 39Α ως εξής:

«Άρθρο 39Α
Εισόδημα από βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας διαμοιρασμού

1. Το εισόδημα που αποκτάται, από φυσικά πρόσωπα, από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου της οικονομίας διαμοιρασμού, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 111 του ν. 4446/2016 (ΑΊ67), όπως ισχύει, θεωρείται εισόδημα από ακίνητη περιουσία και εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 39 και της παρ. 4 του άρθρου 40 του ν. 4172/2013 (Α1 167), όπως ισχύουν, εφόσον τα ακίνητα εκμισθώνονται επιπλωμένα χωρίς την παροχή οιασδήποτε υπηρεσίας πλην της παροχής κλινοσκεπασμάτων. Σε περίπτωση που παρέχονται οποιεσδήποτε άλλες υπηρεσίες, το εισόδημα αυτό λογίζεται ως εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα του άρθρου 21 του ν. 4172/2013, όπως ισχύει.

2. Το εισόδημα που αποκτάται από νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες, από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου της οικονομίας διαμοιρασμού, όπως ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο, θεωρείται εισόδημα από ακίνητη περιουσία.

3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται από το φορολογικό έτος που αρχίζει από 1.1.2017 και εφεξής.».

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 83

Με την προτεινόμενη διάταξη προστίθεται νέο άρθρο 39 Α στον ν.4172/2013 (Α' 167), με το οποίο ρυθμίζεται το εισόδημα από τη βραχυπρόθεσμη μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού και επιδιώκεται η διεύρυνση της φορολογικής βάσης και η δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών.

16.  Καταβολή προμήθειας για την υπερβάλλουσα αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση

Άρθρο 82
Καταβολή προμήθειας για την υπερβάλλουσα αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση

Στο άρθρο 27 Α του ν. 4172/2013 (Α' 167) προστίθεται νέα παράγραφος 12, ως εξής:

«12. Για το υπερβάλλον ποσό της εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης, όπως αυτό προκύπτει από τη θετική διαφορά μεταξύ του ισχύοντος φορολογικού συντελεστή και του φορολογικού συντελεστή που εφαρμόζονταν πριν την ισχύ του ν. 4334/2015, τα νομικά πρόσωπα των παραγράφων 5, 6 και 7 του άρθρου 26 καταβαλλουν στο Ελληνικό Δημόσιό ετήσια προμήθεια.
Το ποσό της προμήθειας υπολογίζεται πολλαπλασιάζοντας με συντελεστή 1,5% το γινόμενο της διαφοράς μεταξύ του ισχύοντος συντελεστή φορολόγησης και του συντελεστή φορολόγησης 26% που εφαρμόζονταν πριν την ισχύ του ν. 4334/2015 διά του ίδιου συντελεστή 26% επί το συνολικό ποσό εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης ανά υπόχρεο πρόσωπο.
[Προμήθεια = 1,5% x (ισχύον φορολογικός συντελεστής % -26%)/26%] x συνολικό ποσό εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης ανά υπόχρεο πρόσωπο]
Η καταβολή της προμήθειας γίνεται εντός έξι μηνών από το τέλος κάθε φορολογικού έτους, για όσο χρονικό διάστημα ο φορολογικός συντελεστής που εφαρμόζεται στα υπόχρεα πρόσωπα είναι μεγαλύτερος του 26%, σε λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου που τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος και αποτελεί έσοδο του κρατικού προϋπολογισμού. Κατά την πρώτη εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, η προμήθεια καταβάλλεται έως τις 30.6.2017.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν έγγραφης ενημέρωσης από την Τράπεζα της Ελλάδος για τους υπόχρεους και το συνολικό ποσό της εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης ανά υπόχρεο πρόσωπο, όπως το ποσό αυτό βεβαιώνεται από τον ορκωτό ελεγκτή του μετά τη δημοσίευση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων κάθε έτους, καθορίζεται από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους το ακριβές ποσό της προμήθειας ανά υπόχρεο πρόσωπο, σύμφωνα με τον παραπάνω τύπο.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 82

Η αναβαλλόμενη φορολογία με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου είναι ιδιαίτερα σημαντική για την κεφαλαιακή επάρκεια των πιστωτικών ιδρυμάτων, καθώς το αντίστοιχο ποσό αναγνωρίζεται ως εποπτικό κεφάλαιο. Ωστόσο, η ως άνω εγγύηση (και κατά συνέπεια το αναγνωρισμένο ως εποπτικό κεφάλαιο ποσό) υπόκειται σε περιορισμούς προκειμένου να μην τεθούν ζητήματα κρατικών ενισχύσεων. Λαμβάνοντας υπόψη, ότι λόγω της αύξησης του φορολογικού συντελεστή των επιχειρήσεων από το 26% στο 29% (και μάλιστα αναδρομικά από 1.1.2015, με το ν. 4334/2015/Α'80/16.7.2015 το αντίστοιχο ποσό της εγγυημένης από το Δημόσιο αναγνωρισμένης ως εποπτικού κεφαλαίου αναβαλλόμενης φορολογίας αυξήθηκε αντίστοιχα, με την παρούσα διάταξη, προβλέπεται η υποχρέωση των πιστωτικών ιδρυμάτων και των λοιπών επιχειρήσεων που έκαναν χρήση των διατάξεων του άρθρου 27 Α του ν. 4172/13 και οι οποίες ωφελήθηκαν κατά το μέρος αυτό, να καταβάλλουν ετήσια προμήθεια προς το Δημόσιο, η οποία υπολογίζεται με βάση την ως άνω ωφέλεια. Η προμήθεια θα καταβάλλεται για όσο διάστημα ο φορολογικός συντελεστής των υπόχρεων νομικών προσώπων παραμένει υψηλότερος του 26% και θα υπολογίζεται με συγκεκριμένο μαθηματικό τύπο, τον οποίο θα εφαρμόζει το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους (με μέριμνα της Διεύθυνσης Κίνησης κεφαλαίων, Εγγυήσεων και Δανείων), κατόπιν γραπτής ενημέρωσης που θα λαμβάνει από την Τράπεζα της Ελλάδος για τον αριθμό των υπόχρεων προσώπων και το ακριβές ύψος του ποσού της εγγυημένης από το Ελληνικό Δημόσιο αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης ανά υπόχρεο πρόσωπο.

17. Χορήγηση έκπτωσης φόρου για δωρεές σε πολιτικά κόμματα, υποψήφιους βουλευτές κ.λπ.

Άρθρο 45
Τροποποίηση του άρθρου 19 του ν. 4172/2013 (ΚΦΕ)

1. Στο άρθρο 19 του ν. 4172/2013 (Α' 167) προστίθεται παρ. 3 ως εξής:
«3. Οι διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος άρθρου έχουν εφαρμογή και για τις δωρεές που χορηγούνται σε δικαιούχους χρηματοδότησης, σύμφωνα με την περ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 3023/2002 όπως ισχύει, δηλαδή σε πολιτικά
κόμματα ή συνασπισμούς κομμάτων ή υποψηφίους ή αιρετούς αντιπροσώπους της Βουλής των Ελλήνων και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.»

2. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για δαπάνες που πραγματοποιούνται από 1.1.2017 και εφεξής.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 45

Mε το προτεινόμενο άρθρο προστίθεται παράγραφος 3 στο άρ. 19 του πρώτου μέρους του ν. 4172/2013 («Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος»). Βάσει της διάταξης, και σε συνδυασμό με αυτήν της παρ. 6 του άρθρου 1 του παρόντος σχεδίου νόμου, καταργείται το αφορολόγητο της ιδιωτικής χρηματοδότησης σε πολιτικά κόμματα και υποψηφίους βουλευτές και ευρωβουλευτές. Η φορολογική μεταχείριση της ως άνω χρηματοδότησης εναρμονίζεται με την ισχύουσα νομοθεσία αναφορικά με την έκπτωση φόρου επί δωρεών που πραγματοποιούνται σε κοινωφελή ιδρύματα και άλλους δημόσιους φορείς, όπως προβλέπεται κατά τα λοιπά στο άρθρο 19 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.

18. Κατάργηση της έκπτωσης φόρου Βουλευτών

Άρθρο 71
Κατάργηση της έκπτωσης φόρου Βουλευτών

Τα δύο τελευταία εδάφια της παρ. 1 του άρθρου 5 του 2' Ψηφίσματος του έτους 1975 (Α' 23) της Ε' Αναθεωρητικής Βουλής καταργούνται για εισοδήματα που αποκτήθηκαν από 1-1-2017 κι έπειτα.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 71

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καταργούνται τα δύο τελευταία εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του Ζ' Ψηφίσματος του έτους 1975 που αφορούν στην έκπτωση από το φορολογητέο ποσό της βουλευτικής αποζημίωσης των δαπανών άσκησης του λειτουργήματος του βουλευτή, στα πλαίσια των δημοσιονομικών δεσμεύσεων της χώρας.

19. Φόρος διαμονής. Ν. 4389/2016

Άρθρο 72
Η περίπτ. β) της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν.4389/2016 (Α' 94), αντικαθίσταται ως εξής:

«β. Σε ενοικιαζόμενα επιπλωμένα δωμάτια - διαμερίσματα της υποπερίπτωσης γγ' της περίπτωσης β' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4276/2014, 0.50€.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 72

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού τροποποιείται η περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 53 του ν.4389/2016, στο πλαίσιο της αλλαγής που επήλθε με τον ν.4442/2016 στο θεσμικό πλαίσιο όσον αφορά την κατάταξη των ενοικιαζομένων δωματίων σε κατηγορίες κλειδιών, θεσπίζοντας μια ενιαία επιβάρυνση για όλα τα ενοικιαζόμενα δωμάτια, απλοποιώντας έτσι και τον τρόπο επιβολής και τον έλεγχο της ορθής εφαρμογής του.

20. Μεταβολές στα Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

Άρθρο 76
Τροποποίηση άρθρου 12 του ν. 4308/2014 (Α'251)

Στην παρ. 16 του άρθρου 12 του ν. 4308/2014 (Α' 251), όπως προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 74 του ν. 4446/2016, μετά τη φράση «Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών» προστίθεται η φράση «, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων,».

Με το προτεινόμενο άρθρο, στην παράγραφο 16 του άρθρου 12 του ν. 4308/2014 (Α' 251), η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του ν. 4446/2016, προστίθεται φράση, με την οποία προβλέπεται προϋπόθεση υποβολής σχετικής πρότασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. Η προσθήκη αυτή κρίνεται σκόπιμη για εξυπηρέτηση τυπικών λόγων που απορρέουν από την αρμοδιότητα του Διοικητή να εισηγείται την έκδοση κανονιστικών πράξεων για τις οποίες η αρμοδιότητα έκδοσης ανήκει στον Υπουργό Οικονομικών.

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 76

Με το προτεινόμενο άρθρο, στην παράγραφο 16 του άρθρου 12 του ν. 4308/2014 (Α' 251), η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 74 του ν. 4446/2016, προστίθεται φράση, με την οποία προβλέπεται προϋπόθεση υποβολής σχετικής πρότασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών. Η προσθήκη αυτή κρίνεται σκόπιμη για εξυπηρέτηση τυπικών λόγων που απορρέουν από την αρμοδιότητα του Διοικητή να εισηγείται την έκδοση κανονιστικών πράξεων για τις οποίες η αρμοδιότητα έκδοσης ανήκει στον Υπουργό Οικονομικών.

21. Λοιπές ενδιαφέρουσες διατάξεις

Υποχρέωση αποδοχής μέσω πληρωμής με κάρτα

Άρθρο 74

Η παρ. 1 του άρθρου 65 του ν. 4446/2016 (Α' 240) αντικαθίσταται ως εξής:
«Οι δικαιούχοι πληρωμής, στο πλαίσιο των συναλλαγών τους με καταναλωτές, υποχρεούνται, ανάλογα με τον κύριο Κωδικό Αριθμό Δράστηριότητάς τους (ΚΑΔ) και εντός ορισμένης προθεσμίας, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία (3) έτη από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, να αποδέχονται μέσα πληρωμής με κάρτα για την ολοκλήρωση των πράξεων πληρωμής.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 74

Με την προτεινόμενη διάταξη εισάγεται η συνολική χρονική διάρκεια προσαρμογής στην υποχρέωση αποδοχής μέσων πληρωμής με κάρτα. Προσδιορίζεται σαφώς ότι δεν πρόκειται για άμεση εφαρμογή ώστε να υπάρξει η δυνατότητα ομαλότερης προσαρμογής τόσο των φορέων της αγοράς όσο και του καταναλωτικού κοινού στο προβλεπόμενο μέτρο. Η υποχρεωτικότητα ως προς τους Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας θα προβλέπεται σταδιακά με την έκδοση υπουργικών αποφάσεων των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών βάσει της εξουσιοδοτικής διάταξης της παρ. 3 του άρθρου 65 του ν. 4446/2016 (Α' 240).

Υποχρέωση διαβίβασης δεδομένων σε βάση δεδομένων της Α.Α.Δ.Ε.

Άρθρο 75
Τροποποίηση άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α'58)

Η παρ. 6 του άρθρου 20 του ν. 3842/2010 (Α' 58), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 3 του άρθρου 69 του ν. 4446/2016 (Α' 240), αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η οποία εκδίδεται μετά από πρόταση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, καθορίζονται η έκταση εφαρμογής, οι εξαιρέσεις, οι ειδικότερες υποχρεώσεις των φορολογούμενων της παρ. 1, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων καθορίζεται η διαδικασία και οι τεχνικές προδιαγραφές για τη διαβίβαση, την ασφάλεια και την επεξεργασία των δεδομένων της παρ. 1, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με τα ανωτέρω.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 75

Με το προτεινόμενο άρθρο αντικαθίσταται η παράγραφος 6 του άρθρου 20 του ν.3842/2010 (Α' 58), όπως αντικαταστάθηκε με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του ν.4446/2016 (Α' 240). Αυτό κρίνεται σκόπιμο προκειμένου να διαχωριστεί το πλαίσιο της αρμοδιότητας ως προς την έκδοση κανονιστικών πράξεων για την εφαρμογή της υποχρέωσης διαβίβασης των δεδομένων των εκδιδόμενων λογιστικών αρχείων - στοιχείων από τα υπόχρεα πρόσωπα σε βάση δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, έτσι ώστε η έκταση εφαρμογής, οι εξαιρέσεις και οι ειδικότερες υποχρεώσεις να καθορίζονται με Απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ενώ το τεχνικό μέρος και η διαδικασία της εφαρμογής να καθορίζονται με επιμέρους Απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, με σκοπό την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη υλοποίηση του μέτρου. Η προσθήκη της προϋπόθεσης υποβολής σχετικής πρότασης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων για την έκδοση της ως άνω Απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, κρίνεται σκόπιμη So για εξυπηρέτηση τυπικών λόγων που απορρέουν από την αρμοδιότητα του Διοικητή να εισηγείται την έκδοση κανονιστικών πράξεων για τις οποίες η αρμοδιότητα έκδοσης ανήκει στον Υπουργό Οικονομικών.

Ρυθμίσεις για τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού.

Άρθρο 84
Τροποποιήσεις του άρθρου 111 του νόμου 4446/2016

Το άρθρο 111 του νόμου 4446/2016 (Α' 240) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 111
Ρυθμίσεις για τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού.

1. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως ακίνητο νοείται:

α) το διαμέρισμα
β) η μονοκατοικία, εξαιρουμένων των μονοκατοικιών οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως τέτοιες λόγω της κατάργησης της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας
γ) οποιαδήποτε άλλη μορφή οικήματος με δομική και λειτουργική αυτοτέλεια
δ) τα δωμάτια εντός διαμερισμάτων ή μονοκατοικιών. Ως οικονομία του διαμοιρασμού ορίζεται κάθε μοντέλο όπου οι ψηφιακές πλατφόρμες δημιουργούν μια ανοικτή αγορά για την προσωρινή χρήση αγαθών ή υπηρεσιών που συχνά παρέχουν ιδιώτες.
Ως ψηφιακές πλατφόρμες ορίζονται οι ηλεκτρονικές, διμερείς ή πολυμερείς αγορές, όπου δύο ή περισσότερες ομάδες χρηστών επικοινωνούν μέσω διαδικτύου με τη μεσολάβηση του διαχειριστή της πλατφόρμας προκειμένου να διευκολυνθεί μία συναλλαγή μεταξύ τους.
Ως βραχυχρόνια μίσθωση ορίζεται η μίσθωση ακινήτου που συνάπτεται μέσω των ψηφιακών πλατφορμών για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, μικρότερη του έτους.
Ως διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης (στο εξής «διαχειριστής ακινήτου») ορίζεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα, που αναλαμβάνει την διαδικασία ανάρτησης ακινήτου στις ψηφιακές πλατφόρμες με σκοπό την βραχυχρόνια μίσθωση και γενικά μεριμνά για την βραχυχρόνια μίσθωση του ακινήτου. Διαχειριστής ακινήτου δύναται να είναι είτε κύριος του ακινήτου ή νομέας ή επικαρπωτής ή υπεκμισθωτής ή τρίτος.

2. Προβλέπεται δυνατότητα βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτου, μέσω των ψηφιακών πλατφορμών στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Ο διαχειριστής ακινήτου να έχει εγγράφει στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής» που τηρείται στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε).
β. Ο αριθμός εγγραφής στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής υποχρεωτικά να συνοδεύει την ανάρτηση του ακινήτου, σε εμφανές σημείο, στις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και σε κάθε μέσο προβολής.
γ. Στις περιπτώσεις που οι διαχειριστές ακινήτων διαθέτουν Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 4 του ν. 4276/2014 (ΑΊ55) και της παρ. 5 του άρθρου 46 του ν. 4179/2013 (Α' 175), δεν υποχρεούνται να εγγραφούν στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής, έχουν όμως την υποχρέωση να αναγράφουν, σε εμφανές σημείο, τον αριθμό του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ) κατά την ανάρτηση του ακινήτου στις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και σε κάθε μέσο προβολής.
Η καταχώρηση στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής πραγματοποιείται ανά εκμισθούμενο ακίνητο.

3. α. Το εισόδημα που αποκτάται στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθ. 39Α του ν.4172/2013 (Α 167) απαλλάσσεται του ΦΠΑ.
β. Ο διαχειριστής ακινήτου που δεν διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.) υποχρεούται στην υποβολή Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής, σε ηλεκτρονική εφαρμογή που θα δημιουργηθεί από την Α.Α.Δ.Ε. και δεν υποβάλλει Δηλώσεις Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.
Στην ίδια υποχρέωση υποβολής Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής υπόκεινται και τα πρόσωπα της παρ. 5 του άρθ. 46 του ν. 4179/2013.

4. α. Ο κύριος του ακινήτου ή ο νομέας ή ο επικαρπωτής ή ο υπεκμισθωτής εφόσον αναθέτει σε τρίτο την διαχείριση του ακινήτου του με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση, έχει υποχρέωση υποβολής Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας στην οποία θα καταχωρήσει τα στοιχεία του διαχειριστή του ακινήτου. Σε περίπτωση μη υποβολής αυτής, θεωρείται ο ίδιος διαχειριστής ακινήτου.
β. Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας ακινήτου, όταν διαχειριστής του ακινήτου είναι ένας εκ των συνιδιοκτητών, οι υπόλοιποι συνιδιοκτήτες δεν υποχρεούνται στην υποβολή Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.
γ. Ο κύριος του ακινήτου ή ο νομέας ή ο επικαρπωτής ή ο υπεκμισθωτής εφόσον εκμισθώνει ακίνητο με δικαίωμα υπεκμίσθωσης εξακολουθεί να έχει την υποχρέωση υποβολής της Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.

5.α.Σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων των οριζόμενων στις παρ. 2 και 8 επιβάλλεται αυτοτελές διοικητικό πρόστιμο ύψους πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ στους διαχειριστές ακινήτων. Το πρόστιμο αποτελεί δημόσιο έσοδο, επιβάλλεται και εισπράττεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε. από την Α.Α.Δ.Ε.. Από τη διαπίστωση της παράβασης ο διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης υποχρεούται εντός δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες συμμόρφωσης. Σε περίπτωση μη τήρησης εκ νέου προϋποθέσεων των παραγράφων 2 και 8, εντός ενός έτους από την έκδοση της πράξης επιβολής του προστίμου, το πρόστιμο αυτό επιβάλλεται στο διπλάσιο και στην περίπτωση κάθε επόμενης ίδιας παράβασης, στο τετραπλάσιο του αρχικώς επιβληθέντος.
β. Σε περίπτωση μη υποβολής ή υποβολής ανακριβούς Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής επιβάλλεται στον διαχειριστή ακινήτου πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο του μισθώματος όπως αυτό εμφανίζεται στην ψηφιακή πλατφόρμα κατά την ημέρα που πραγματοποιείται ο έλεγχος.
γ. Σε περίπτωση εκπρόθεσμης Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής επιβάλλεται αυτοτελές διοικητικό πρόστιμο ύψους εκατό (100) ευρώ.

6. Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, μπορεί να διενεργούνται έλεγχοι και από μικτά συνεργεία ελέγχου που αποτελούνται από υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Τουρισμού. Επιπλέον μπορεί να ζητείται η συνδρομή της Οικονομικής Αστυνομίας.

7.  Η Α.Α.Δ.Ε. μπορεί να ζητεί από κάθε ψηφιακή πλατφόρμα, η οποία δραστηριοποιείται στην οικονομία του διαμοιρασμού, κάθε πληροφορία η οποία είναι απαραίτητη για την ταυτοποίηση των διαχειριστών ακινήτων, καθώς και των ακινήτων που αναρτώνται σε αυτές.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού μπορεί, για λόγους που σχετίζονται με την προστασία της κατοικίας, να καθοριστούν γεωγραφικές περιοχές, όπου θα ισχύουν περιορισμοί στη διάθεση ακινήτων για βραχυχρόνια μίσθωση ως εξής:
α. Να μην επιτρέπεται η βραχυχρόνια μίσθωση άνω των δύο (2) ακινήτων ανά Α.Φ.Μ. δικαιούχου εισοδήματος.
β. Η μίσθωση κάθε ακινήτου να μην υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες ανά ημερολογιακό έτος και για νησιά κάτω των δέκα χιλιάδων (10.000) κατοίκων τις εξήντα (60) ημέρες ανά ημερολογιακό έτος. Υπέρβαση της διάρκειας του προηγούμενου εδαφίου επιτρέπεται, εφόσον το συνολικό εισόδημα του εκμισθωτή ή του υπεκμισθωτή, από το σύνολο των ακινήτων που διαθέτει για μίσθωση ή υπεκμίσθωση, δεν ξεπερνά τις δώδεκα χιλιάδες (12.000) ευρώ κατά το οικείο φορολογικό    έτος.

9. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Τουρισμού και του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., ορίζονται οι όροι συνεργασίας του Ελληνικού Δημοσίου με την εκάστοτε ψηφιακή πλατφόρμα.

10. Με απόφαση του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την έναρξη ισχύος και τη λειτουργία του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής και για τη διαδικασία υποβολής της Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής, τη διενέργεια του ελέγχου, τα όργανα επιβολής των κυρώσεων της παραγράφου 5, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.»

Αιτιολογική έκθεση άρθρου 111

Το άρθρο 111 του ν. 4446/2016 (Α1 240/22.12.2016) αντικαθίσταται δεδομένου ότι δημιουργούσε δυσχέρειες εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας και παράλληλα δεν ρύθμιζε επαρκώς την οικονομία διαμοιρασμού, όπως έχει ήδη αναπτυχθεί στην χώρα έως σήμερα.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις διαμορφώνεται ένα κανονιστικό πλαίσιο για την οικονομία διαμοιρασμού ακινήτων, με σκοπό την ενσωμάτωση, την παρακολούθηση και τον έλεγχο των περιπτώσεων ευκαιριακής και βραχυχρόνιας εκμίσθωσης ακινήτων, είτε αυτή διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας είτε μέσω διαδικτύου, είτε μέσω οποιουδήποτε άλλου πρόσφορου μέσου. Επιπρόσθετα επιχειρείται η αντιμετώπιση διαπιστωμένων φαινομένων παραοικονομίας, ώστε η πολιτεία να ικανοποιήσει τη συνταγματική αποστολή της, εξασφαλίζοντας τη συνεισφορά των φορολογουμένων στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τη φοροδοτική τους ικανότητα.
Ως οικονομία διαμοιρασμού ορίζεται κάθε μοντέλο όπου τις δραστηριότητες διευκολύνουν κυρίως οι ψηφιακές πλατφόρμες. Οι πλατφόρμες δημιουργούν μια ανοικτή αγορά για την προσωρινή χρήση αγαθών ή υπηρεσιών που συχνά παρέχουν ιδιώτες. Στην οικονομία του διαμοιρασμού δραστηριοποιούνται τρεις κατηγορίες παραγόντων: ΐ) πάροχοι υπηρεσιών, οι οποίοι χρησιμοποιούν από κοινού περιουσιακά στοιχεία, πόρους, χρόνο ή/και δεξιότητες και μπορεί να είναι ιδιώτες ή κάθε είδους νομική οντότητα που παρέχουν υπηρεσίες ευκαιριακά («ομότιμοι χρήστες») ή πάροχοι υπηρεσιών που ενεργούν με την επαγγελματική τους ιδιότητα («επαγγελματίες πάροχοι υπηρεσιών»), ii) χρήστες των υπηρεσιών και iii) μεσάζοντες, οι οποίοι, μέσω διαδικτυακής πλατφόρμας, συνδέουν παρόχους και χρήστες και διευκολύνουν τις μεταξύ τους συναλλαγές.
Ως ψηφιακές πλατφόρμες ορίζονται οι ηλεκτρονικές διμερείς ή πολυμερείς αγορές όπου δύο ή περισσότερες ομάδες χρηστών επικοινωνούν μέσω διαδικτύου με την μεσολάβηση του διαχειριστή της πλατφόρμας προκειμένου να διευκολυνθεί μία συναλλαγή μεταξύ τους.
Ως βραχυχρόνια μίσθωση ορίζεται η μίσθωση ακινήτου που συνάπτεται μέσω των ψηφιακών πλατφορμών για συγκεκριμένη διάρκεια μικρότερη του έτους.
Ως διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης, ορίζεται το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα το οποίο αναλαμβάνει τη διαδικασία ανάρτησης ακινήτου στις ψηφιακές πλατφόρμες, με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση και γενικά μεριμνά για την βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτου. Διαχειριστής ακινήτου μπορεί να είναι είτε κύριος του ακινήτου, ή νομέας ή επικαρπωτής ή υπεκμισθωτής ή τρίτος στον οποίο ανατίθεται το καθήκον αυτό.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η οικονομία διαμοιρασμού αποτελεί μια καινοφανή οικονομική δραστηριότητα, στην οποία εμπλέκονται τρεις κατηγορίες δρώντων: Όσοι προσφέρουν αγαθά ή υπηρεσίες, οι χρήστες αυτών των αγαθών ή υπηρεσιών και κυρίως οι πλατφόρμες ως μεσολαβητές σε αυτό το είδος των συναλλαγών.
Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο της Στρατηγικής για την Ψηφιακή Ενιαία Αγορά (COM (2015)192 fianal/6.5.2015), ολοκλήρωσε μια αξιολόγηση για το ρόλο που διαδραματίζουν οι πλατφόρμες στη λειτουργία της οικονομίας διαμοιρασμού. Παρότι προς το παρόν δεν υφίστανται σχετικές ρυθμίσεις κοινοτικού δικαίου, οι βασικές κατευθύνσεις που έχουν δοθεί από το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας, αφορούν την ενθάρρυνση της καινοτόμου και νεοφυούς επιχειρηματικότητας που συνδέεται με την οικονομία διαμοιρασμού, την προαγωγή του υγιούς ανταγωνισμού και γενικότερα τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος (σεβασμός ευλόγων δικαιωμάτων των συναλλασσομένων, ορθή εφαρμογή του εργατικού δικαίου, προστασία του περιβάλλοντος).
Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 ορίζεται το πεδίο εφαρμογής, δηλαδή η έννοια και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού μιας συναλλαγής εκμίσθωσης κατοικίας, η οποία εμπίπτει στην οικονομία διαμοιρασμού και εισάγονται οι ορισμοί «διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης» και «βραχυχρόνιας μίσθωσης».
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 ορίζονται οι προϋποθέσεις βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτου. Ειδικότερα η υποχρέωση του διαχειριστή ακινήτου, εφόσον δεν διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας, να εγγράφει στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής», ο τρόπος εγγραφής σε αυτό, η υποχρέωση αναγραφής στις ψηφιακές πλατφόρμες του ως άνω αριθμού μητρώου ή του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ) για όσους το έχουν αποκτήσει σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 4 του ν. 4276/2014 (ΑΊ55) και της παρ. 5 του αρ. 46 του ν. 4179/2013.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 προβλέπεται η απαλλαγή του εισοδήματος που αποκτάται στο πλαίσιο των διατάξεων του άρθρου 39Α του ν.4172/2013 από φυσικά, νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες από το Φ.Π.Α., καθώς και η υποχρέωση του διαχειριστή ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης να υποβάλει Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, εφόσον δεν διαθέτει Ειδικό Σήμα Λειτουργίας. Στην περίπτωση αυτή ο διαχειριστή ακινήτου, δεν έχει υποχρέωση υποβολής «Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας». Τέλος, ορίζεται ότι τα πρόσωπα της παρ. 5 του αρ. 46 του ν. 4179/2013 (ιδιοκτήτες ακινήτων που φέρουν τα χαρακτηριστικά και προδιαγραφές της τουριστικής έπαυλης) έχουν υποχρέωση υποβολής Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4α καθορίζονται οι υποχρεώσεις του κυρίου ακινήτου ή του νομέα ή του επικαρπωτή ή του υπεκμισθωτή σε περιπτώσεις ανάθεσης σε τρίτο της διαχείρισης ακινήτου με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση μέσω ψηφιακών πλατφορμών.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4β διευκρινίζεται η περίπτωση συνιδιοκτησίας του ακινήτου, όπου ένας εκ των συνιδιοκτητών είναι ταυτόχρονα και διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 4γ διευκρινίζονται οι υποχρεώσεις που, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, ισχύουν για την εκμίσθωση ακινήτου με δικαίωμα υπεκμίσθωσης.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 5 ορίζονται οι κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης των προϋποθέσεων που θέτουν οι παράγραφοι 2 και 8 του παρόντος και οι κυρώσεις και οι διαδικασίες επί μη υποβολής, εκπρόθεσμης ή ανακριβούς υποβολής Δήλωσης Βραχυπρόθεσμης Διαμονής.
Με την παράγραφο 6 παρέχεται η δυνατότητα να διενεργούνται έλεγχοι τήρησης των διατάξεων του παρόντος και από μικτά συνεργεία ελέγχου της ΑΑΔΕ και του Υπ. Τουρισμού. Επιπλέον ορίζεται ότι δύναται να ζητείται η συνδρομή της Οικονομικής Αστυνομίας.
Με την παράγραφο 7 ορίζεται ότι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων δύναται να ζητά από κάθε ψηφιακή πλατφόρμα πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την ταυτοποίηση των διαχειριστών ακινήτων καθώς και των ακινήτων που αναρτώνται σε αυτές.
Με την παράγραφο 8 παρέχεται η δυνατότητα με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού να τίθενται περιορισμοί στη διάθεση ακινήτων για βραχυχρόνια μίσθωση, για λόγους προστασίας της κατοικίας σε γεωγραφικές περιοχές όπου θα κριθεί ότι συντρέχει λόγος περιορισμού της δραστηριότητας.
Ειδικότερα με την περίπτωση α' να μην επιτρέπεται η βραχυχρόνια μίσθωση άνω των 2 ακινήτων και με την περίπτωση β’ περιορισμοί σχετικά με την διάρκεια μίσθωσης ανά έτος.
Με την παράγραφο 9 εξουσιοδοτούνται οι Υπουργοί Οικονομικών και Τουρισμού, καθώς και ο Διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με κοινή απόφαση τους να ρυθμίζουν τους όρους συνεργασίας του Ελληνικού Δημοσίου με τις ψηφιακές πλατφόρμες.
Με την παράγραφο 10 καθορίζεται η αρμοδιότητα του διοικητή της ΑΑΔΕ όσον αφορά την έκδοση αποφάσεων οι οποίες θα ρυθμίζουν την έναρξη ισχύος, τις λεπτομέρειες για τη λειτουργία του Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής και της διαδικασίας υποβολής της Δήλωσης Βραχυχρόνιας διαμονής, τη διενέργεια του ελέγχου, τα όργανα επιβολής των κυρώσεων της παραγράφου 5 καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Παρατίθενται ακολούθως, προς διευκόλυνσή σας, άλλα θέματα που έχουν αναρτηθεί στο Forin.gr για το πολυνομοσχέδιο που κατάτεθηκε στη Βουλή:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!