Grant Thornton Φοροδοξίες, 01.12.2025
Με νέα εγκύκλιο αποσαφηνίζεται το πλαίσιο επιβολής Ψηφιακού Τέλους στα δάνεια και στις πιστώσεις.
Διευκρινίζεται ότι το Τέλος επιβάλλεται σε δάνεια κάθε μορφής – έντοκα και άτοκα – καθώς και σε πιστώσεις που εξομοιώνονται με δανειακές συμβάσεις και σε πράξεις μετατροπής του συνόλου ανεξόφλητης οφειλής από δανειακή σύμβαση σε νέο δάνειο, εφόσον το αρχικό δάνειο δεν είχε υπαχθεί σε Τέλος ή είχε νόμιμα απαλλαγεί και υπολογίζεται επί ολόκληρου του ποσού των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Ειδικά σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης συμβατικών τόκων, οι τόκοι αυτοί υπάγονται σε Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής, καθώς κατόπιν της κεφαλαιοποίησης ενσωματώνονται σε νέο κεφάλαιο. Παράλληλα, η εγκύκλιος ορίζει ότι Ψηφιακό Τέλος Συναλλαγής εφαρμόζεται αποκλειστικά σε συναλλαγές που φέρουν τα χαρακτηριστικά του δανείου. Συνεπώς, συβάσεις όπως leasing, factoring, repos, παράγωγα και πωλήσεις επί πιστώσει εξαιρούνται, ως υπαγόμενες σε ΦΠΑ ή ΦΜΑ. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι απαλλαγές που προβλέπονται και καλύπτουν, μεταξύ άλλων, συναλλαγές με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και αλλοδαπές τράπεζες, ομολογιακά δάνεια, καθώς και χρηματοδοτήσεις μόνιμων εγκαταστάσεων στην αλλοδαπή. Διευκρινίζεται επίσης ότι τα ομολογιακά δάνεια που εκδίδονται από εταιρία που εδρεύει σε χώρα εντός ή εκτός ΕΕ/ΕΟΧ/ΕΖΕΣ απαλλάσσονται από το Τέλος.
Με τη νέα εγκύκλιο διευκρινίζονται το όριο επιβαλλόμενου Ψηφιακού Τέλους ανά δανειακή σύμβαση.
Το Τέλος υπόκειται σε ανώτατο όριο 150.000 ευρώ ανά δάνειο. Ιδιαίτερη σημασία παρουσιάζει η ειδική ρύθμιση για τις συμφωνίες ανοικτού δανεισμού, όπου η κάθε απόληψη έναντι του πιστωτικού ορίου θεωρείται αυτοτελές δάνειο. Συνεπώς τόσο ο χρόνος απόδοσης του Τέλους όσο και το ύψος της επιβάρυνσης προσδιορίζονται διακριτά για κάθε μεμονωμένη καταβολή. Υπενθυμίζεται ότι όταν με το ίδιο έγγραφο καταρτίζονται περισσότερες της μιας συμβάσεις, οφείλεται για κάθε μια από αυτές το προβλεπόμενο Τέλος. Σε περίπτωση που το ποσό του κεφαλαίου που αναλαμβάνεται υπερβαίνει τη συμβατικά συμφωνηθείσα χρηματική παροχή, το Τέλος υπολογίζεται επί του ποσού του κεφαλαίου που αναλαμβάνεται (Ε.2094/2025).
Αντισυνταγματική και αντικείμενη στο Ενωσιακό Δίκαιο η διαγραφή επιχείρησης από το Μητρώο Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης λόγω μη καταχώρισης συναλλαγών στο πληροφοριακό σύστημα.
Η Τελωνειακή Αρχή επέβαλε σε εταιρία με αντικείμενο τη διακίνηση πετρελαίου θέρμανσης τη κύρωση της διαγραφής από το Μητρώο Διακινητών Πετρελαίου Θέρμανσης, λόγω μη καταχώρισης στο οικείο πληροφοριακό σύστημα τριών συναλλαγών πώλησης πετρελαίου θέρμανσης έτους 2015. Το ΣτΕ, κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος του Διοικητικού Εφετείου, έκρινε ότι η ανωτέρω κύρωση συνιστά δυσανάλογο και αντισυνταγματικό περιορισμό της οικονομικής και επαγγελματικής ελευθερίας του υπόχρεου, καθώς και ότι αντίκειται στο Ενωσιακό Δίκαιο, παραβιάζοντας την επιχειρηματική ελευθερία και το δικαίωμα επί της ιδιοκτησίας, όπως κατοχυρώνονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Κατόπιν παραπομπής, η Ολομέλεια του ΣτΕ έκρινε ότι η ανωτέρω κύρωση, για τυπική παράβαση χωρίς σύνδεση με το αδίκημα της λαθρεμπορίας και χωρίς να απαιτείται η υπέρβαση ορισμένου ποσοτικού ορίου μη καταχωρηθέντων φορολογικών στοιχείων, παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα και στο Ενωσιακό Δίκαιο, τις επιταγές του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και την ΕΣΔΑ, που προστατεύει το δικαίωμα της περιουσίας (ΣτΕ Ολ. 2131/2025).
Νόμιμη κρίθηκε από τη ΔΕΔ η εφαρμογή της έμμεσης τεχνικής της αρχής των αναλογιών για τον προσδιορισμό των εσόδων επιχείρησης.
Η υπόθεση αφορούσε επιχείρηση χονδρικού εμπορίου τροφίμων, για την οποία η ΔΟΥ εξέδωσε πράξη διορθωτικού προσδιορισμού Φ.Π.Α, επιβάλλοντας κύριο φόρο και πρόστιμο ανακρίβειας, χωρίς αναγνώριση υπολοίπου φόρου προς έκπτωση. Διαπιστώθηκε ότι η επιχείρηση δεν τήρησε όλα τα λογιστικά αρχεία και ειδικότερα το βιβλίο απογραφής, γεγονός που οδήγησε στην εφαρμογή της αρχής των αναλογιών για τον προσδιορισμό του εισοδήματος. Η προσφεύγουσα υποστήριξε ότι η πράξη ήταν αναιτιολόγητη και αβάσιμη, καθώς δεν αιτιολογήθηκε η επιλογή της συγκεκριμένης μεθόδου, και ότι παραβιάστηκαν οι αρχές της αμεροληψίας, της αναλογικότητας, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η ΔΕΔ απέρριψε την προσφυγή, κρίνοντας ότι δεν προβλήθηκε ουσιώδης βλάβη λόγω της έλλειψης της αιτιολογίας, ώστε να δικαιολογείται η ακύρωση της πράξης, ενώ οι ισχυρισμοί περί παραβίασης των διοικητικών αρχών κρίθηκαν γενικοί και αβάσιμοι (ΔΕΔΘεσ 677/2025).
Οι πλατφόρμες ηλεκτρονικών εφαρμογών θεωρούνται προμηθευτές για σκοπούς ΦΠΑ όταν ενεργούν ιδίω ονόματι για λογαριασμό δημιουργών λογισμικού.
Γερμανική εταιρία παρείχε ηλεκτρονικές υπηρεσίες σε ιδιώτες μέσω καταστήματος ηλεκτρονικών εφαρμογών ιρλανδικής εταιρίας και στις επιβεβαιώσεις παραγγελιών εμφανιζόταν γερμανικός ΦΠΑ και το όνομα του δημιουργού. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η πλατφόρμα θεωρείται πάροχος προς τον τελικό πελάτη, ενώ ο δημιουργός παρέχει υπηρεσίες στην πλατφόρμα, ακόμη και αν οι επιβεβαιώσεις παραγγελίας αναφέρουν τον δημιουργό και γερμανικό ΦΠΑ. Ο τόπος φορολόγησης προσδιορίζεται στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένη η πλατφόρμα, την Ιρλανδία. Η απόφαση υπογραμμίζει ότι η ευθύνη για ΦΠΑ ανήκει στην πλατφόρμα και όχι στον δημιουργό (ΔΕΕ C‑101/24).
Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!