Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Οικονομικές Ειδήσεις

Grant Thornton Φοροδοξίες, 01.06.2025

Γνωρίζετε ότι...

Τόκοι που καταβάλλονται χάριν προνομιούχων μετοχών δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της εκδότριας εταιρίας.

Με πρόσφατη απόφασή του το ΣτΕ κλήθηκε να κρίνει τη φορολογική μεταχείριση των τόκων που καταβάλλονται στους κατόχους προνομιούχων μετοχών από ανώνυμη εταιρία. Η υπόθεση αφορούσε εταιρία που εξέδωσε προνομιούχες μετοχές χωρίς δικαίωμα ψήφου και συμμετοχής στα κέρδη, αλλά με δικαίωμα απόληψης τόκου. Το ποσό αυτό η εταιρία το θεώρησε δαπάνη και το αφαίρεσε από τα έσοδά της. Οι φορολογικές αρχές όμως απέρριψαν την έκπτωση, θεωρώντας τον τόκο ως μέρισμα. Το ανώτατο δικαστήριο έκρινε ότι οι τόκοι αυτοί δεν αποτελούν επιχειρηματική δαπάνη που μπορεί να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρίας, ανατρέποντας την προηγούμενη απόφαση του Εφετείου. Συγκεκριμένα, υπογράμμισε ότι οι τόκοι απορρέουν από τη μετοχική σχέση, η οποία δεν είναι σχέση δανειστή-οφειλέτη, αλλά εταιρική, και συνεπώς η καταβολή τους δεν σχετίζεται με την επιχειρηματική δραστηριότητα της εταιρίας. Το ΣτΕ κατέληξε ότι ακόμα και αν δεν υπάρχει συμμετοχή στα κέρδη, η σχέση είναι μετοχική και όχι δανειακή, και άρα η δαπάνη δεν μπορεί να εκπέσει (ΣτΕ 2036/2024).

Η εικοσαετής παραγραφή για τις αξιώσεις των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές δεν αντίκεται στο Σύνταγμα.

Το Δικαστήριο εξέτασε, μέσω προδικαστικών ερωτημάτων, την συμβατότητα της εικοσαετούς παραγραφής για την αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών ασφαλιστικών παροχών με τις συνταγματικές αρχές της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας. Το ΣτΕ έκρινε ότι η πρόβλεψη εικοσαετούς παραγραφής εναρμονίζεται με το Σύνταγμα, καθώς αφενός ο καταλογισμός αφορά στην επιστροφή παράνομου πλουτισμού, δηλαδή ποσών που ο λήπτης δεν δικαιούνταν, και αφετέρου η μακρά διάρκεια της παραγραφής δικαιολογείται από τη δυσχέρεια εντοπισμού τέτοιων πληρωμών. Επιπλέον, οι φορείς δικαιούνται να αναζητήσουν τα ποσά με μόνη τη διαπίστωση της καταβολής και την επίκληση της έλλειψης νόμιμης αιτίας, χωρίς να χρειάζεται να αποδείξουν υπαιτιότητα του λήπτη. Η υποχρέωση επιστροφής βαρύνει και τους κληρονόμους, εφόσον δεν έχει προηγηθεί αποποίηση, με τον απλό κληρονόμο να ευθύνεται απεριόριστα και να δύναται να απαλλαγεί μόνο αν αποδείξει σοβαρή βλάβη στην αξιοπρεπή διαβίωσή του, ενώ σε αποδοχή με απογραφή ευθύνεται περιορισμένα, μόνο έως το ύψος του ενεργητικού της κληρονομίας, χωρίς δικαίωμα σε παρόμοια απαλλαγή (ΣτΕ 532/2025).

Η παρέκταση της προθεσμίας παραγραφής για την επανέκδοση καταλογιστικής πράξης σε περίπτωση δικαστικής ακύρωσης της λόγω τυπικής πλημμέλειας επιτρέπεται άπαξ μη δυνάμενη να παρατείνεται για αόριστο χρονικό διάστημα.

Ο φορολογικός έλεγχος καταλόγισε σε βάρος εταιρίας πρόστιμο λόγω λήψης εικονικών τιμολογίων για την διαχειριστική περίοδο 1993. Το Διοικητικό Εφετείο ακύρωσε την ανωτέρω καταλογιστική πράξη λόγω τυπικής πλημμέλειας. Κατόπιν διόρθωσης της τυπικής πλημμέλειας εκδόθηκε η από 2005 καταλογιστική πράξη, που ακυρώθηκε εκ νέου από το Διοικητικό Πρωτοδικείο για τυπικούς λόγους. Στη συνέχεια εκδόθηκε η από 2013 καταλογιστική πράξη για την ίδια παράβαση, η οποία επικυρώθηκε από το Διοικητικό Πρωτοδικείο. Το Διοικητικό Εφετείο έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς της φορολογουμένης, που ισχυρίστηκε ότι το δικαίωμα του Δημοσίου προς έκδοση και κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης έχει παραγραφεί. Το ΣτΕ επικύρωσε την απόφαση του Εφετείου, κρίνοντας ότι η παρέκταση της πενταετούς προθεσμίας παραγραφής με την επανέκδοση της καταλογιστικής πράξης επιτρέπεται, εν όψει της αρχής της ασφάλειας δικαίου, άπαξ, μη δυνάμενη να παρατείνεται για αόριστο χρονικό διάστημα, έως ότου η φορολογική αρχή εκδώσει πράξη απαλλαγμένη από τυπικές πλημμέλειες (ΣτΕ 482/2025).

Η αναδρομική εφαρμογή της ελαφρύτερης φορολογικής κύρωσης είναι δυνατή εφόσον προβάλλεται και αποδεικνύεται κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο από τον φορολογούμενο.

Ο φορολογικός έλεγχος καταλόγισε σε βάρος εταιρίας κύριο φόρο εισοδήματος και πρόσθετο φόρο λόγω ανακρίβειας της δήλωσης για το φορολογικό έτος 2001. Η φορολογούμενη ισχυρίστηκε ότι εν προκειμένω θα έπρεπε να εφαρμοστεί η αρχή της αναδρομικής εφαρμογής της ελαφρύτερης φορολογικής κύρωσης και να της επιβληθεί πρόστιμο αντί του επιβληθέντος πρόσθετου φόρου. Το Διοικητικό Εφετείο απέρριψε τους ισχυρισμούς της φορολογούμενης, κρίνοντας ότι για την εφαρμογή της ανωτέρω αρχής έπρεπε να προβάλλει κατά τρόπο ειδικό και ορισμένο, με την παράθεση και μαθηματικών υπολογισμών, για ποιο λόγο η νεότερη ρύθμιση που επικαλείται, συνολικώς εφαρμοζόμενη, είναι πράγματι ευμενέστερη για την ίδια, ενόψει των συνθηκών της δικής της περίπτωσης. Το ΣτΕ επικύρωσε την απόφαση του Εφετείου, κρίνοντας ότι η φορολογούμενη δεν περιέλαβε στους ισχυρισμούς της τους απαραίτητους μαθηματικούς υπολογισμούς για τη διαπίστωση αν η νεότερη ρύθμιση περί επιβολής προστίμου είναι ευμενέστερη σε σχέση με τον επιβληθέντα πρόσθετο φόρο (ΣτΕ 1822/2024).

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!