Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Οικονομικές Ειδήσεις

Παπακωνσταντίνου για Μακροπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πρόγραμμα

Το γενικό πλαίσιο των μέτρων για το μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό πρόγραμμα περιέγραψε χθες ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιώργος Παπακωνσταντίνου, μιλώντα σε συνέδριο των Financial Times.

Ο κ. Παπακωνσταντίνου μίλησε για περιορισμό του μισθολογικού κόστους, μείωση των ελλειμμάτων των ΔΕΚΟ, στοχευμένες κοινωνικές παροχές και μέτρα κατά της φοροδιαφυγής. Διευκρίνησε δε ότι δεν θα υπάρξουν οριζόντιες περικοπές μισθών, και αυξήσεις φορολογικών συντελεστών.

Σχετικά με τις αποκρατικοποιήσεις, έκανε λόγο για συμμετοχή ιδιωτών σε λιμάνια, αεροδρόμια, ενέργεια και τυχερά παιχνίδια και για διατήρηση του στρατηγικού ρόλου του δημοσίου σε βασικές υποδομές.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η αναφορά του κ. Παπακωνσταντίνου στο θέμα της εξυπηρέτησης του χρέους. Ξεκαθάρισε ότι η κυβέρνηση δεν συντάσσεται με την άποψη της ανάγκης αναδιάρθρωσης του χρέους, όπως υποστηρίζουν πολλοί.

Προσέθεσε μάλιστα πως αντί για την γενικόλογη συζήτηση για κούρεμα των ομολόγων, θα ήταν πιο χρήσιμο να πούμε πως θα καταστεί βιώσιμο το χρέος. Σε αυτό το σημείο περιέγραψε τους τρεις βασικούς παράγοντες για αυτό, που είναι:

- η δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων, υποστηρίζοντας ότι φέτος θα μηδενιστεί το πρωτογενές έλλειμμα,

- η επιστροφή στην ανάπτυξη, κάνοντας την πρόβλεψη ότι θα επιστρέψουμε σε θετικούς ρυθμούς από το γ΄ ή δ΄ τρίμηνο της φετινής χρονιάς,

- και η μείωση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους σημειώνοντας ότι στην κατεύθυνση βοηθούν μέτρα όπως η επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και τη μείωση του επιτοκίου.

Ακόμη στην ομιλία του ο κ. Παπακωνσταντίνου , μεταξύ άλλων τόνισε και τα ακόλουθα:

«Χθες, ο Πρωθυπουργός εγκαινίασε τη διαδικασία, με την οποία δίνεται δυνατότητα ίδρυσης της επιχείρησης σε μία μέρα. Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο βήμα για τη χώρα μας, που δείχνει πώς μπορεί κάποιος να κόψει ένα γόρδιο δεσμό και να βελτιώσει δραστικά τη δυνατότητα του επιχειρείν.

Πρόσφατα, η Ελληνική Βουλή ψήφισε το νόμο για το «fast track» στις επενδύσεις, που δείχνει τη δυνατότητα να δημιουργήσει κάποιος ένα θεσμικό πλαίσιο, που θα επιταχύνει και θα μπορεί να ξεπερνά σημερινά γραφειοκρατικά εμπόδια.

Με το τελευταίο φορολογικό νομοσχέδιο έχουμε θεσμοθετήσει τη δυνατότητα του φορολογικού πιστοποιητικού, με το οποίο δίνουμε τη δυνατότητα στις μεγάλες και στις μικρές επιχειρήσεις, με τη βοήθεια ελεγκτικών εταιρειών αλλά και φοροτεχνικών, να μην έχουν τη συχνά δύσκολη - και χρησιμοποιώ τις λέξεις μου προσεκτικά - σχέση με τις φορολογικές αρχές.

Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα. Η πολιτεία προσπαθεί να κάνει by pass, όπου γίνεται. Εμείς, στο Υπουργείο Οικονομικών έχουμε ανακοινώσει ότι, το επόμενο χρονικό διάστημα, σκοπεύουμε να συγχωνεύσουμε ή να κλείσουμε πάρα πολλές εφορίες ανά τη χώρα. Δεν θέλουμε ο πολίτης να πηγαίνει στην τοπική του ΔΟΥ. Δεν έχει κανένα λόγο ο πολίτης να πηγαίνει στο ΔΟΥ. Αυτό δεν γίνεται σε άλλες χώρες. Μόνο στην Ελλάδα υπάρχει αυτή η τακτική παρουσία του πολίτη στις ΔΟΥ. Μπορεί να γίνεται διαφορετικά η δουλειά που έχει να κάνει με τις φορολογικές αρχές.

Αλλά κάθε νόμισμα έχει δυο όψεις. Και η δεύτερη όψη είναι και η στάση του ίδιου του πολίτη. Η στάση της συμμετοχής του πολίτη. Γιατί μιλάμε για τη φοροδιαφυγή, αλλά είναι αδύνατον να υπάρχει ένας υπάλληλος του ΣΔΟΕ έξω από κάθε μαγαζί και από κάθε συναλλαγή με κάθε ελεύθερο επαγγελματία. Είναι αδύνατον να υπάρχει ένας ελεγκτής δίπλα σε κάθε σταθμό διοδίων. Είναι αδύνατον να υπάρχει ένας αστυνομικός δίπλα σε κάθε γιατρό. Εδώ υπάρχει και η ευθύνη - δεν θέλω να πω υποχρέωση - του πολίτη να συμμετάσχει σε αυτή τη διαδικασία, όπως επιχειρήσαμε να του δώσουμε μέσα απ’ το «κίνημα των αποδείξεων», δίνοντάς του κίνητρα, για να συλλέγει αποδείξεις και, άρα, εξαναγκάζοντας και τους επαγγελματίες, που δεν το κάνουν, να εκδίδουν.

Αντίστοιχα, χρειάζεται ένα κίνημα - και πάλι η λέξη χρησιμοποιείται με μεγάλη προσοχή - συμμετοχής του πολίτη και απαίτησης από τον πολίτη, απ’ όλους, να κάνουν τη δουλειά τους σωστά, είτε αυτό αφορά, βεβαίως, στο κράτος, είτε αφορά σε άλλους επαγγελματίες, είτε αφορά στο μαγαζί, είτε αφορά στην επιχείρηση, είτε αφορά στον ελεύθερο επαγγελματία.

Γιατί, πράγματι - νομίζω το καταλαβαίνουμε όλοι μας - η κρίση που περνάει η χώρα δεν είναι απλώς μια δημοσιονομική κρίση, δεν είναι απλώς μια κρίση ανταγωνιστικότητας, είναι μια ευρύτερη θεσμική κρίση. Και οι ευρύτερες κρίσεις παρόμοιου τύπου χρειάζονται και ευρύτερες απαντήσεις, που αλλάζουν όλο τον τρόπο, με τον οποίο βλέπουμε τα πράγματα και, άρα, και τις συμπεριφορές μας. Άρα, και τη σχέση του πολίτη με το κράτος. Από τη δική μας πλευρά, προσπαθούμε να κάνουμε βήματα, αλλά είναι μία σχέση αμφίδρομη, στην οποία πρέπει και στην οποία καλούμε και τους πολίτες να συμμετάσχουν».

Σήμερα είμαστε στη μέση μιας ύφεσης, από τις βαθιές που έχει γνωρίσει η ελληνική οικονομία. Δεν είναι πρωτόγνωρη η ύφεση αυτή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Η ελληνική οικονομία πέρσι συρρικνώθηκε 4,5%, η Ευρωζώνη πριν δύο χρόνια συρρικνώθηκε περίπου τόσο. Όταν είσαι στο βάθος της ύφεσης, δεν βλέπεις απαραίτητα το φως. Πάντα νομίζεις ότι τα πράγματα θα εξακολουθήσουν να είναι μαύρα. Όμως, αν κάποιος δει τι έγινε στην Ευρωζώνη πριν από μερικά χρόνια, θα δει ότι την ύφεση ακολούθησε η ανάκαμψη. Και αν δει κάποιος τα μακροοικονομικά στοιχεία σήμερα, θα δει ότι το τελευταίο τρίμηνο του 2010 ήταν το χειρότερο τρίμηνο, το πρώτο τρίμηνο του 2011 θα είναι καλύτερο, το δεύτερο ακόμη καλύτερο και από το τρίτο ή το τέταρτο τρίμηνο του 2011 θα περάσουμε σε θετικούς ρυθμούς.

Αυτό δεν είναι απλώς οι ευχές ενός Υπουργού Οικονομικών που προσπαθεί απεγνωσμένα να δει μια αισιοδοξία μπροστά. Είναι τα συμπεράσματα που βγαίνουν, αν δει κάποιος τους πρόδρομους δείκτες, αν δει το γεγονός ότι για τέσσερεις συνεχόμενους μήνες οι ελληνικές εξαγωγές έχουν μια εκρηκτική άνοδο από το 24% μέχρι το 40%. Αν δει κάποιος ότι η εμπιστοσύνη στην οικονομία αρχίζει και ανακάμπτει. Δειλά, αλλά ανακάμπτει. Βεβαίως, από χαμηλά επίπεδα, αλλά είτε αφορά το λιανικό εμπόριο, είτε αφορά τις νέες παραγγελίες, η εμπιστοσύνη αρχίζει και ανακάμπτει.

Μπορούμε σήμερα να λέμε ότι η ανάκαμψη έχει ξεκινήσει δειλά την πορεία της και εξαρτάται από εμάς, από τις σωστές επιλογές σε επίπεδο Κυβέρνησης. Αλλά και από την αντίδραση του επιχειρηματικού κόσμου, για το αν θα στεριώσει και αν θα είναι σε νέες βάσεις. Γιατί η χώρα μας είχε και στο παρελθόν ανάπτυξη, αλλά αποδείχθηκε ότι η ανάκαμψη αυτή είχε «κοντά ποδάρια». Δεν μπορούσε να στηριχθεί και να συνεχίζει να στηρίζεται σε μια εσωτερική κατανάλωση, μια ανάπτυξη με δανεικά, για να το πω με απλά λόγια, όταν αυτό που χρειάζεται είναι μια εξωστρεφής ανάπτυξη βασισμένη πάνω στην εξωστρέφεια της ελληνικής οικονομίας και βασισμένη πάνω σε επενδύσεις.

Άρα, στο μακροοικονομικό επίπεδο και παρά το γεγονός ότι συνεχίζεται να αυξάνεται η ανεργία, συνεχίζουν να κλείνουν επιχειρήσεις και ότι είναι –το αντιλαμβάνομαι πάρα πολύ καλά- πολύ δύσκολο να δει κάποιος αυτό που έρχεται και να μην εστιάσει στη δύσκολη σημερινή κατάσταση, αρχίζουμε και πάμε μπροστά. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών δείχνει σημαντική βελτίωση. Πράγμα πάρα πολύ σπουδαίο, αν παρατηρήσει κάποιος πώς πήγαμε από ένα έλλειμμα 4% σε ένα έλλειμμα 14% μέσα σε μερικά χρόνια και πώς αυτό έχει αντιστραφεί. Και προχωράμε για να βελτιώνουμε χρόνο με το χρόνο το έλλειμμά μας στο εξωτερικό ισοζύγιο.

Το πρόγραμμα, το οποίο έχουμε μπροστά μας κατεβάζει το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού από τα 17 περίπου δισ., που θα είναι στο τέλος του 2011, στα 3 δισ. στο τέλος του 2015, δηλαδή κάτω από το όριο του 3% του ΑΕΠ, για να δημιουργηθούν μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα. Πολλοί βλέπουν αυτή την απόσταση και λένε ότι είναι τεράστια. Πράγματι, είναι πολύ μεγάλη και μάλιστα οι παρεμβάσεις που χρειάζονται, ξεπερνούν τη διαφορά των 14-15 δισ. ευρώ στο έλλειμμα, φτάνουν περίπου στα 23 δισ. ευρώ, γύρω στις 10 μονάδες του ΑΕΠ. Για ένα πάρα πολύ απλό λόγο, γιατί την ίδια περίοδο, μόνο οι τόκοι μας για το τεράστιο χρέος, το οποίο έχουμε, αυξάνονται 8 δισ. ευρώ, μόνο οι τόκοι. Οποιαδήποτε δημοσιονομική προσαρμογή, πρέπει να ακυρώσει την αύξηση αυτών των τόκων και να πάει παραπέρα, για να μειώσει το μεγάλο έλλειμμα.

Αν δεν κάναμε σήμερα καμία περαιτέρω παρέμβαση, παρά τις εξαιρετικά αιματηρές προσπάθειες που έγιναν πέρσι από τους Έλληνες πολίτες, το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού θα παρέμενε γύρω στο 10%. Κάτι, το οποίο νομίζω αντιλαμβανόμαστε όλοι ότι, όχι απλώς δεν είναι βιώσιμο, όχι απλώς θα εκτινάξει το χρέος, αλλά θα φέρει τη χώρα εκεί που ήταν τον περασμένο Μάιο και από το οποίο γλίτωσε.

Τα ερωτήματα είναι πώς θα γίνουν αυτές οι αλλαγές τα επόμενα χρόνια, αν είναι δυνατό να γίνουν; Δεν θέλουμε να κάνουμε τίποτε παραπάνω, από το να ξαναφέρουμε τις δαπάνες ως ποσοστό στο ΑΕΠ εκεί που ήταν το 2003. Η χώρα αυτό το έχει ξανακάνει. Δεν θέλουμε να κάνουμε τίποτε παραπάνω, από το να ξαναφέρουμε τα έσοδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, εκεί που ήταν το 2000. Η χώρα αυτό το έχει ξανακάνει. Απλώς, δυστυχώς, δεν συνέπεσαν το 2000 και το 2003, έτσι ώστε να έχουμε ένα έλλειμμα της τάξης του 1%.

Πώς λοιπόν μπορεί να γίνει; Μπορεί να γίνει περιορίζοντας το μισθολογικό κόστος του Δημοσίου, μπορεί να γίνει περιορίζοντας τα ελλείμματα στις ΔΕΚΟ, στοχεύοντας καλύτερα τις κοινωνικές παροχές, περιορίζοντας τη μεγάλη φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή, περιορίζοντας το εύρος και τη δαπάνη στο δημόσιο τομέα. Μπορεί να γίνει στοχευμένα, χωρίς να επαναλάβουμε οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, χωρίς να επαναλάβουμε οριζόντιες αυξήσεις σε φορολογικούς συντελεστές, που ξέρουμε ότι τείνουν να πνίξουν την οικονομία, ειδικά σε μια φάση ανάκαμψης. Άρα, γίνεται. Και το πώς ακριβώς θα γίνει, θα αποτυπωθεί στο μεσοπρόθεσμο σχέδιο, το οποίο θα κληθεί η Ελληνική Βουλή να ψηφίσει μετά την κατάθεσή του στα μέσα Μαΐου.

Όμως, μία προσπάθεια δημοσιονομικής ανάταξης από τη φύση παραμένει λειψή, αν δεν πλαισιωθεί, αν δεν ενταχθεί σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, σε μια ευρύτερη αναπτυξιακή στρατηγική. Το πρώτο στοιχείο που χρειάζεται κάποιος για την ανάπτυξη είναι η εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη δεν μπορεί να υπάρξει, αν δεν μειώσουμε τα ελλείμματά μας. Γιατί η καρδιά της ανάπτυξης είναι οι επενδύσεις. Οι επενδύσεις χρειάζονται χρηματοδότηση και χρηματοδότηση δεν θα υπάρξει, όσο δεν ανοίγουν οι διεθνείς αγορές για την Ελλάδα, όσο δεν μπορούν οι ελληνικές τράπεζες να ανοίξουν γραμμές χρηματοδότησης από το εξωτερικό. Όσο, λοιπόν, δεν υπάρχει εμπιστοσύνη συνολικά επενδυτική στη χώρα μας. Άρα, λοιπόν, η μείωση των ελλειμμάτων από μόνη της είναι αναπτυξιακή στρατηγική, εκεί που βρεθήκαμε. Προφανώς δεν αρκεί και φυσικά χρειάζεται να συνεχίζουμε και να εμβαθύνουμε όλες τις μεγάλες διαρθρωτικές αλλαγές που κάνουμε.»

Πηγή: Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης – Γενική Γραμματεία Επικοινωνίας

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!