Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Αποφάσεις - Εγκύκλιοι

ΠΟΛ. 1183/17-6-1996 Κοινοποίηση γνωμοδότησης 213-1996

ΥΠΟΙΚ 1044552/3570/Α/ΠΟΛ.1183/17.6.1996 Κοινοποίηση γνωμοδότησης 213/1996

Σας κοινοποιούμε παρακάτω, όπως έχει, την αρ. 213/96 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. -Τμήμα Δ` που έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών.

Με τη γνωμοδότηση αυτή γίνονται δεκτά τα εξής:

Η τελεσίδικη δικαστική απόφαση που διατάσσει την αυτούσια απόδοση από οφειλέτη του Δημοσίου στην πρώην σύζυγό του ακινήτων του, ως αποκτημάτων γάμου, κατ` άρθρο 1400 A.K., τα οποία έχουν δεσμευτεί από το Δημόσιο με προγενέστερες της έκδοσης της απόφασης κατασχέσεις και υποθήκες, λειτουργεί ενοχικά μόνο μεταξύ των δύο πρώην συζύγων και μάλιστα κατά τρόπο μη αντιτάξιμο έναντι των τρίτων και δεν συνιστά νομικό κώλυμα (ελάττωμα) κατ` άρθρο 1017 παρ. 2 K.Πολ.Δ. σε τυχόν πλειστηριασμούς που θα επισπεύσει το Δημόσιο που θα βεβαιωθούν μέχρι τους ως άνω πλειστηριασμούς, ανεξαρτήτως του αν συμπεριλαμβάνονται ή όχι μεταξύ εκείνων για τα οποία επιβλήθηκαν οι προαναφερόμενες κατασχέσεις και υποθήκες.

Για την απόκτηση από την ανωτέρω, δικαιώματος κυριότητας επί των επίμαχων ακινήτων, απαιτείται μεταγραφή είτε της διά συμβολαιογραφικού εγγράφου συμφωνίας περί μεταβίβασης σ` αυτήν της κυριότητας των ακινήτων (των οποίων διατάχθηκε η αυτούσια απόδοση σαν αποκτήματα γάμου με αναφορά της ως άνω αιτίας μεταβίβασης) είτε της τελεσίδικης απόφασης που θα καταδικάζει τον υπόχρεο σε δήλωση βουλήσεως καθώς και της γενομένης εκ μέρους της διά συμβολαιογραφικού εγγράφου μεταγραφής.

H ως άνω κυριότητα, η οποία είναι ισχυρή έναντι των τρίτων, ως μη υπερέχουσα, κατ` άρθρο 38 του ν.δ. 356/74 - KEΔE, έναντι της επισπευδομένης από το Δημόσιο, δυνάμει των προγενεστέρων αυτής (κυριότητας) κατασχέσεων και υποθηκών, διαδικασίας της εκτελέσεως, δεν αντιτάσσεται έναντι του Δημοσίου για τα χρέη του οφειλέτη προς αυτό, για τα οποία επιβλήθηκαν οι ως άνω κατασχέσεις και υποθήκες.

Περαιτέρω η κυριότητα αυτή, ως μη αντιτασσομένη και κατά των υπερθεματιστών, οι οποίοι θα αναδειχθούν σε τυχόν επίσπευση πλειστηριασμών, δυνάμει των ανωτέρω κατασχέσεων και υποθηκών, δεν αποτελεί νομικό κώλυμα στους πλειστηριασμούς αυτούς για τα ίδια ως άνω χρέη, δηλαδή αυτά για τα οποία επιβλήθηκαν οι κατασχέσεις και υποθήκες του Δημοσίου.

TO NOMIKO ΣYMBOYΛIO TOY KPATOYΣ -------------------------------

Αριθμός Γνωμοδοτήσεως 213/1996 ------------------------------ Συνεδρίαση 21-3-1996

Περίληψη Ερωτήματος: α) Εάν με αρ. 2431/1991 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης που διατάσσει την αυτούσια απόδοση από οφειλέτη του Δημοσίου στην πρώην σύζυγό του 15 ακινήτων του, ως αποκτημάτων γάμου, τα οποία ακίνητα έχουν δεσμευθεί από το Δημόσιο με προγενέστερες της εκδόσεως της παραπάνω αποφάσεως κατασχέσεις και υποθήκες, αποτελεί νομικό κώλυμα (ελάττωμα) για την από το Δημόσιο επίσπευση πλειστηριασμού των ως άνω ακινήτων και για ποιά χρέη του οφειλέτη.

β) Σε περίπτωση κτήσεως υπό της δικαιούχου συζύγου κυριότητας επί των επίμαχων ακινήτων.

βα) ποια είναι η συγκεκριμένη πράξη που μεταβιβάζει σ` αυτήν την κυριότητα και μεταγράφεται.

ββ) ποιό το χρονικό σημείο κτήσεως υπ` αυτής του δικαιώματος κυριότητας.

βγ) εάν εκ της ως άνω κτήσεως δημιουργείται νομικό κώλυμα (ελάττωμα) κατά τα παραπάνω και για ποιά χρέη του οφειλέτη.

Επί του παραπάνω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του κράτους γνωμοδότησε ως ακολούθως:

Από το παραπάνω έγγραφο της 16ης Δ/νσεως (εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων) όπως διευκρινίσθηκε με το με αρ. πρωτ. οικ. 1021205/1518/0016/13-2-1996 έγγραφο της ίδιας υπηρεσίας και τα συνημμένα στο πρώτο έγγραφα, προκύπτουν τα εξής:

1. - Στη ΔOY Γ` Θεσσαλονίκης βεβαιώθηκαν το έτος 1989 σε βάρος του Δ.Δ. χρέη από πολλαπλά τέλη (αρ. 97 παρ. 7 N. 1165/1918) ύψους 245.112.160 δρχ. που του επέβαλε η EYTE (Ειδική Υπηρεσία Τελωνειακών Ερευνών)Θεσσαλονίκης.

κατόπιν της με αρ. 16665/14-12-1988 παραγγελίας του Δ/ντή Τελωνείων Θεσ/νίκης, επιβλήθηκαν, πριν από την ανωτέρω βεβαίωση στη Δ.O.Y., κατασχέσεις σε 30 ακίνητα του οφειλέτη για το ανωτέρω ποσό χρεών η κάθε μία εξ αυτών (3173, 3174, 3181, 3183, 3186/30-1-89 και 3192, 3198, 3199, 3200, 3201/6-2-89 εκθέσεις κατασχέσεως του δικαστικού επιμελητή στο πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης Γ. Τζοϊτη).

Επί των ιδίων ακινήτων, η Δ.O.Y. Γ` Θεσ/νίκης ενέγραψε, μετά τη βεβαίωσή τους, υποθήκες για διασφάλιση των ιδίων χρεών (2814/6/8-3-90 περίληψη εγγραφής υποθήκης εγγραφείσα στα βιβλία υποθηκών του Δήμου Θεσσαλονίκης τόμος 1332 φύλλο 64 αριθμός 2 στις 12-3-1990 καθώς και 2811/9-3-90, 2815/12-3-90, 2821/19-3-90, 2822, 2824, 2831/16-3- 90, 2825/14-3-90, 2339/15-3-90 και 3420/20-3-90).

Από τα ακίνητα αυτά εκπλειστηριάστηκαν τα 15 και εισπράχθηκε ποσό περίπου 150.000.000 δρχ.

2. - Εν τω μεταξύ A.Δ. άσκησε κατά του πρώην συζύγου της Δ.Δ. την από 18-11-1988 αγωγή, εγγραφείσα με επιμέλειά της στα βιβλία διεκδικήσεων, με την οποία, εκθέτοντας ότι ο γάμος τους λύθηκε αμετακλήτως την 23- 3-1988, κατά δε τη διάρκεια του γάμου η περιουσία του εναγομένου αυξήθηκε κατά τα στην αγωγή περιγραφόμενα τριανταδύο ακίνητα, στην απόκτηση των οποίων συνέβαλε και η ίδια δια χρημάτων της και προσφοράς εργασίας τουλάχιστον κατά 50%, ζήτησε να της αποδοθούν αυτουσίως 15 εκ των ανωτέρω ακινήτων συνολικής αξίας αυτών κατά τον κρίσιμο χρόνο της λύσεως του γάμου 50.000.000 δρχ.

H εκδοθείσα σε δεύτερο βαθμό με αρ. 2431/91 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης έκανε δεκτή την ως άνω αγωγή, τη βάση της οποίας είχε πλήρως συνομολογήσει με τις κατ` έφεση προτάσεις του ο εφεσίβλητος - εναγόμενος Δ.Δ., και υποχρέωσε τον τελευταίο να αποδώσει αυτουσίως στην πρώην σύζυγό του, αντί του χρηματικού ποσού των 50.000.000 δρχ., στο οποίο υπολογίσθηκε η αύξηση της περιουσίας του μετά τον γάμο και μέχρι την αμετάκλητη λύση του με τη συμβολή της ενάγουσας, τα ζητηθέντα με την αγωγή 15 ακίνητα, επί των οποίων υπάρχουν οι προαναφερόμενες κατασχέσεις και υποθήκες του Δημοσίου.

3. - Εν όψει δε της παραπάνω δικαστικής κρίσεως τίθενται τα στην αρχή του παρόντος αναφερόμενα ερωτήματα.

I.α. Στο αρ. 1397 AK επιγραφόμενο "Περιουσιακή Αυτοτέλεια των συζύγων" ορίζεται: "Με την επιφύλαξη των διατάξεων που ακολουθούν, ο γάμος δεν μεταβάλλει την περιουσιακή αυτοτέλεια των συζύγων".

Στο αρ. 1400 AK επιγραφόμενο "Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα", όπως τούτο αντικαταστάθηκε με το αρ. 15 του N. 1329/1983, ο οποίος κύρωσε ως κώδικα το Σχέδιο Νόμου με τίτλο "Εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών στον Αστικό κώδικα, τον Εισαγωγικό του Νόμο, την Εμπορική Νομοθεσία και τον κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καθώς και μερικός εκσυγχρονισμός των διατάξεων του Αστικού κώδικα που αφορούν το Oικογενειακό Δίκαιο" ορίζεται:

"Αν ο γάμος λυθεί ή ακυρωθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή. Τεκμαίρεται ότι η συμβολή αυτή ανέρχεται στο ένα τρίτο της αύξησης εκτός αν αποδειχθεί μεγαλύτερη ή μικρότερη ή καμιά συμβολή".

κατ` αρ. 12 παρ. 1 του ν. 1649/1986 οι διατάξεις των αρ. 1400, 1402 AK αφορούν και περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του ν. 1329/83 εφόσον ο γάμος δεν είχε λυθεί ή ακυρωθεί έως τότε ασφαλώς με αμετάκλητη απόφαση (EA 2571/91 EΛΔ 33.166).

β.1. Σχετικά με τη νομική φύση της αξίωσης συμμετοχής στα αποκτήματα (με τη νέα έκφραση "απόκτημα" δεν εννοεί ο νόμος κατ` ανάγκην τα αυτούσια περιουσιακά στοιχεία αλλά γενικά κάθε αύξηση της περιουσίας όπως και αν αυτή εκφρασθεί, λογιστικά ή όχι, Σταθόπουλος Αστικός κώδιξ Γεωργιάδη - Σταθόπουλου αρ. 1400 - 1402 σελ. 291), που απορρέει από την AK 1400, σημειώνονται τα εξής:

Είναι ενοχική αξίωση, όπως ρητά αναφέρεται στην Εισηγητική λκθεση του νόμου (II ΣT` αρ. 15 του Σχεδίου, Αρμενόπουλος 1983, 4 σελ. 285) και προκύπτει άλλωστε από το κείμενο των διατάξεων αυτών που χρησιμοποιούν τους όρους " δικαιούται ν` απαιτήσει ή η αξίωση " (αρ. 1401). (Σταθόπουλος σε Γεωργιάδη - Σταθόπουλο AK VII αρ. 1400 - 1402 σελ. 291, Βαθρακοκοίλης Ερμ. AK αρ. 1400 σελ. 1925, 107/88 γνωμοδότηση N.Σ.K., EA 1935/1993 Αρχ. N. 44.575, με δυνατότητα εμπράγματης προστασίας (αρ. 1262 παρ. 4 AK που δίνει τη δυνατότητα απόκτησης υποθήκης και πριν τη γέννηση της αξίωσης της AK 1400), η δε σχετική αγωγή είναι ενοχική (Π.Πρ.Αθ. 12892/84 Ελ. Δνη 26.303), αναγνωριστική ή καταψηφιστική (Σταθέας Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα 6.180, Νικολόπουλος Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα σελ. 204) και δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων (αρ. 1192 AK, Βαθρακοκοίλης Νέο Oικογενειακό Δίκαιο 6.251, Σταθέας ο.π. 6.181).

και είναι κατ` αρχήν χρηματική αξίωση, κατευθύνεται δηλαδή επί της αξίας των αποκτημάτων. Μπορεί όμως να είναι περιεχόμενο της αξίωσης και η επιδίκαση αυτούσιου του μέρους της αύξησης στον σύζυγο όπως αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση του νόμου (οπ. σελ. 285) διότι το γεγονός ότι για την εξεύρεση του ύψους συμμετοχής στα αποκτήματα λαμβάνεται ως βάση η χρηματική αξία της αύξησης δεν καθιστά δεσμευτικό και τον τρόπο ικανοποίησης της αξίωσης (Π.Π.Θ. 11545/93 Αρμ. 1994.166, EA 9092/90 Ελ.Δ. 33.163, 107/88 γνωμοδότηση NΣK, Βαθρακοκοίλης Ερμ. AK αρ. 140) - σελ. 1925, Σταθόπουλος σε AK Γεωργιάδης - Σταθόπουλος αρ. 1400 - 1402 σελ. 305 με παραπομπή στις κρατούσες απόψεις περί χρηματικής ή αυτούσιας παροχής), οπότε η εκ της AK 1400 προερχόμενη υποχρέωση του συζύγου εξακολουθεί να παραμένει ενοχική και στην περίπτωση της απόδοσης αυτούσιων περιουσιακών στοιχείων (κουμάντος Oικογ. Δίκαιο σελ. 204, Σταθέας Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα σε. 59).

2. Ετσι υπό το ιδρυόμενο από το νόμο με την τέλεση του γάμου καθεστώς της περιουσιακής αυτοτέλειας των συζύγων, εφόσον οι σύζυγοι είτε πριν από το γάμο είτε κατά τη διάρκειά του δεν επιλέξουν το σύστημα της κοινοκτημοσύνης (AK 1403), κατά το οποίο δεν νοείται εφαρμογή του αρ. 1400 AK, δεν δημιουργείται "κοινή" περιουσία των δύο συζύγων αλλά οι περιουσίες τους, τόσο κατά τη διάρκεια του γάμου όσο και μετά, παραμένουν χωρισμένες όπως και τα χρέη τους και ο κάθε σύζυγος διαχειρίζεται την ατομική περιουσία του αυτοτελώς χωρίς κανένα περιορισμό, διαθέτει ελεύθερα τα αντικείμενα που ανήκουν σ` αυτή και ευθύνεται ατομικά για τα χρέη του με την περιουσία του αυτή (A. Γαζής ΝοB 31.1092 κουμάντος Oικογ. Δικ. σελ. 204, M. Αντωνοπούλου ΝοB 31.1513), ο δε δικαιούχος της εκ της AK 1400 αξίωσης, εμφανιζόμενος κατά τα παραπάνω σαν απλός δανειστής έχων χρηματική απαίτηση κατά του άλλου συζύγου, σε περιπτώσεις καταστρατήγησης ή διακινδύνευσης αυτής εκ μέρους του άλλου συζύγου έχει το δικαίωμα να ζητήσει ασφάλεια από τον άλλο σύζυγο κατ` αρ. 1403 AK κι έχει τίτλο από το νόμο (αρ. 1262 παρ. 4 AK) προς απόκτηση υποθήκης επί των ακινήτων του και κατά τη διάρκεια του γάμου.

IΙα. - Το NΔ 356/1974 (KEΔE) ορίζει: αρ. 38. "1. Από της ημέρας της κατά τα άρθρα 36 και 37 του παρόντος N. Δ/τος επιδόσεως εις τον οφειλέτην αντιγράφου της εκθέσεως κατασχέσεως στερείται ούτος του δικαιώματος της ελευθέρας διαθέσεως του κατασχεθέντος πράγματος, πάσα δε από της ημέρας ταύτης επιχειρηθείσα απαλλοτρίωσις ή ενεργηθείσα μεταγραφή ή εγγραφή δι` οιανδήποτε επιβάρυνσιν είναι αυτοδικαίως άκυρος, έναντι του Δημοσίου. 2. Μετά την κατά το άρθρον 39 του παρόντος N. Διατάγματος εγγραφήν της κατασχέσεως του Δημοσίου εις το οικείον βιβλίον, η εγγραφή δι` οιανδήποτε επιβάρυνσιν είναι αυτοδικαίως άκυρος μόνον υπέρ του Δημοσίου και ουχί υπέρ των τρίτων".

κατ` αρ. 1005 KΠολΔ, που εφαρμόζεται και στη διοικητική εκτέλεση συμπληρωματικά, κατ` άρ. 89 NΔ 356/74, (EA 6463/82 Αρμ. 37.157, Μπρίνιας Διοικητική εκτέλεσις παρ. 135 σελ. 387) "1. Από τη στιγμή που ο υπερθεματιστής καταβάλει το πλειστηρίασμα, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού του δίνει περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης. Με την κατακύρωση και αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, ο υπερθεματιστής αποκτά το δικαίωμα που είχε εκείνος κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση. 2. " 3. H καταβολή του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή επιφέρει απόσβεση της υποθήκης ή προσημείωσης που υπάρχει επάνω στο ακίνητο. O υπερθεματιστής μετά την καταβολή του πλειστηριάσματος έχει δικαίωμα να ζητήσει την εξάλειψη των υποθηκών, προσημειώσεων και κατασχέσεων που είναι γραμμένες στο ακίνητο".

β. Με την κατάσχεση ορισμένο περιουσιακό στοιχείο του οφειλέτη δεσμεύεται, υλικώς μεν με τη μεσεγγύηση, νομικώς δε με την από το αρ. 38 απαγόρευση διαθέσεως αυτού ώστε να οδηγηθεί αναλλοίωτο και αλώβητο στον πλειστηριασμό, με απώτερο στόχο τη χρηματική του ρευστοποίηση δια του πλειστηριασμού προς ικανοποίηση του κατασχόντος και των αναγγελθέντων δανειστών. O καθ` ού η εκτέλεση πρέπει να είναι φορέας του δικαιώματος που αποτελεί το αντικείμενο της εκτελέσεως κατά το χρόνο επιβολής της κατασχέσεως και να έχει εξουσία διαθέσεως του κατασχετέου δικαιώματος. Ετσι εμποδίζεται η κατάσχεση όταν διάταξη νόμου ή δικαστική απόφαση απαγορεύει την διάθεση (Μπρίνιας Αναγκ. Εκτέλεσις παρ. 256 σελ. 694, 695).

H ακυρότητα του αρ. 38 KEΔE επέρχεται αυτοδίκαια, δηλαδή χωρίς προηγούμενη δικαστική απόφαση και είναι σχετική (AΠ 1222/80 ΝοB 29.550), αφού ενεργεί μόνο υπέρ του κατασχόντος Δημοσίου, δηλαδή μόνον υπέρ αυτού ισχύει η απαγόρευση διαθέσεως και εγγραφών στο Yποθηκοφυλάκειο υπέρ του οποίου δεν παράγουν συνέπειες και μάλιστα μόνο για τις απαιτήσεις του προς ικανοποίηση των οποίων επιβλήθηκε η κατάσχεση (AΠ 784/94 ΕλΔνη 1995 841, Ολ.AΠ 3/88 ενώ η AΠ 580/93 ΕλΔνη 1994.396 επανερχόμενη στο πνεύμα της προ του 1988 κρατούσας νομολογίας, δέχεται ότι η ως άνω ακυρότητα αφορά και χρέη προς το Δημόσιο του οφειλέτη - καθ` ού η εκτέλεση που θα συμπεριληφθούν για πρώτη φορά σε μεταγενέστερες της διαθέσεως ή εγγραφής κατασχέσεις και αναγγελίες του Δημοσίου). Από την άλλη πλευρά η ακυρότητα πλήττει τον οφειλέτη (καθ` ού η κατάσχεση), τον αντισυμβαλλόμενό του και τους καθολικούς και ειδικούς διαδόχους αυτών, όχι όμως και τρίτους που επικαλούνται αυτοτελή δικαιώματα μη προερχόμενα από τον καθ` ού η εκτέλεση ή τον αντισυμβαλλόμενο του (Μπρίνιας ο.π. παρ. 94 σελ. 300, 301).

γ. O αναδειχθείς υπερθεματιστής στον πλειστηριασμό με επισπεύδοντα τον κατασχόντα, δια της κατακυρώσεως και από της καταβολής του πλειστηριάσματος και την τήρηση των νόμιμων διατυπώσεων (μεταγραφή κ.λπ.) καθίσταται ειδικός διάδοχος του καθ` ού η εκτέλεση και αποκτά δια μεταφορικής διαδοχής (AΠ 785/76, 1265/76 ΝοB 25.169 και 892) το δικαίωμα που είχε κατ` είδος, περιεχόμενο και έκταση ο καθ` ού η εκτέλεση (ισοδύναμο δικαίωμα) διαφυλαχθέν αλώβητο δυνάμει του αρ. 38 NΔ 356/74 από οποιαδήποτε αλλοίωση ή μείωση (Ολ.AΠ 1688/83, I. Μπρίνιας Διοικ. εκτέλ. τόμος β` παρ. 94 σελ. 300, παρ. 131 σελ. 383, 4 Αναγκ. Εκτελ. παρ. 578 σελ. 1823 - Βαθρακοκοίλης Ερμ. K.Πολ.Δικ. αρ. 325 σελ. 517).

Από το χρονικό σημείο της καταβολής του πλειστηριάσματος λήγουν οι έννομες συνέπειες της κατασχέσεως, τα επί του κατασχεθέντος όμως τυχόν προϋπάρχοντα εμπράγματα δικαιώματα τρίτων, εφόσον δεν αποσβήνονται κατ` αρ. 1005 παρ. 3 K.Πολ.Δ. παραμένουν αμείωτα δια του πλειστηριασμού και δεσμεύουν τον υπερθεματιστή εξουδετερωνόμενα μόνο με την αποσβεστική προθεσμία του αρ. 1020 KΠολΔ. (I. Μπρίνιας Αναγκ. Εκτ. παρ. 578 σελ. 1823), δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τις ενοχικές υποχρεώσεις του καθ` ού η εκτέλεση, αφού δεν συνδέεται αυτός ο ίδιος ενοχικά με το δικαιούχο (Γέσιου - Φαλτσή Αναγκ. Εκτελ. έκδοση 83 σελ. 257).

δ. Με την εμπράγματη αγωγή κατ` αρ. 1292 AK ο δανειστής αποκτά τη δυνατότητα αναγκαστικής εκτέλεσης στο ενυπόθηκο κτήμα δια της κατασχέσεως και του πλειστηριασμού αυτού με σκοπό την προνομιακή ικανοποίησή του από το πλειστηρίασμα (Μπαλής παρ. 267) σε αντίθεση με την κατάσχεση που δεν εξοπλίζει με προνόμιο την απαίτηση. ξσα δε αναφέρθηκαν παραπάνω για τις συνέπειες της κατασχέσεως ισχύουν και επί της ασκήσεως της εμπράγματης υποθηκικής αγωγής υπό του Δημοσίου, που μπορεί να γίνει όχι μόνο με αναγκαστική εκτέλεση αλλά και με αναγγελία (Βαθρακοκοίλης Ερμ. AK αρ. 1291 σελ. 1268) οπότε ο υπερθεματιστής αποκτά το πλειστηριασθέν στη νόμιμη και πραγματική κατάσταση του χρόνου εγγραφής της υποθήκης, υποστηρίζεται μάλιστα ότι έναντι του ως άνω υπερθεματιστή δεν ισχύουν τα "εμπραγματωμένα" ενοχικά δικαιώματα τρίτων (π.χ. αρ. 614 AK) που αποκτήθηκαν μετά την εγγραφή υποθήκης (I. Μπρίνιας Αναγ. Εκτ. παρ. 578 σελ. 1825, Σπυριδάκης το δίκαιο της εμπραγμάτου ασφαλείας II 1975 παρ. 70, 3 σελ. 73).

III.α. Στο αρ. 1017 παρ. 2 K.Πολ.Δ.Δικ., που εφαρμόζεται και στη διοικητική εκτέλεση κατ` αρ. 89 KEΔE, (Μπρίνιας Διοικ. Εκτελ. παρ. 136 σελ. 390, Παπαχρήστου Διοικ. Εκτέλεσις σελ. 317), ορίζεται: "2. Επί πλειστηριασμού κινητού ή ακινήτου πράγματος δεν υφίσταται ευθύνη ένεκα πραγματικών ελαττωμάτων. λνεκα νομικών ελαττωμάτων υφίσταται ευθύνη μόνον του επισπεύσαντος τον πλειστηριασμό και μόνον εάν ούτος εγνώριζε κατά τον χρόνον του πλειστηριασμού την ύπαρξιν του νομικού ελαττώματος. H εκ των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισμού ευθύνη δεν αποκλείεται".

O υπερθεματιστής δύναται να επικαλεσθεί την ευθύνη του επισπεύσαντος τον πλειστηριασμό δανειστή χωρίς ν` αναμείνει την εκνίκηση του πράγματος αρκεί να ισχυρισθεί και ν` αποδείξει την ύπαρξη του νομικού ελαττώματος και τις άνω προϋποθέσεις ευθύνης, το περιεχόμενο της οποίας εντοπίζεται στην αποζημίωση του υπερθεματιστή του περιλαμβάνει οποιαδήποτε θετική ή αποθετική ζημία του (B. Παπαχρήστου Διοικ. Εκτελ. σελ. 305 επ. 315, Μπρίνιας Διοικ. Εκτ. παρ. 136 σελ. 388), δυνατόν δε να περιλαμβάνει και την θεμελιούμενη στο αρ. 1017 παρ. 2 εδ. α. K.Πολ.Δ. υποχρέωση αποδόσεως του αδικαιολογήτου πλουτισμού, η οποία κατ` αρχήν βαρύνει τον καθ` ού η εκτέλεση οφειλέτη.

β. H δε έννοια των νομικών ελαττωμάτων λαμβάνεται από το αστικό δίκαιο, όπου σιωπηρώς παραπέμπει το αρ. 1017 παρ. 2 εδ. 2 K.Πολ.Δ. (αρ. 514 - 520, 534 επ.AK) (Μπρίνιας οπ. παρ. 136 σελ. 389, 390).

Νομικό ελάττωμα, κατ` αρ. 514 AK, είναι κάθε δικαίωμα - εμπράγματο ή ενοχικό - τρίτου επί του πωληθέντος πράγματος ή δικαιώματος, το οποίο μπορεί ν` αντιταχθεί κατά του αγοραστή και εμποδίζει εν όλω ή εν μέρει την ελεύθερη μεταβίβαση της κυριότητας (ή του δικαιώματος) και την άσκηση των εξουσιών που πηγάζουν απ` αυτή (Δεληγιάννη - κορνηλάκη Ενοχ. Δικ. παρ. 43 σελ. 1481, X.Βερβενιώτη σε "Αστικός κώδικας Γεωργιάδη - Σταθόπουλου αρ. 514).

Στο πεδίο της εκτελέσεως, σαν νομικό ελάττωμα του κατασχεθέντος, νοείται τόσο η ανυπαρξία του κατασχεθέντος και πλειστηριασθέντος δικαιώματος όσον και οιονδήποτε, εμπράγματο ή ενοχικό, ακόμη δε και δημοσίου δικαίου δικαίωμα τρίτου επί του πλειστηριασθέντος που δεν εξαλείφεται δια του πλειστηριασμού και αποκλείει ή περιορίζει την εκ μέρους του υπερθεματιστή κτήση του κατασχεθέντος και πλειστηριασθέντος δικαιώματος (Μπρίνιας Αναγκ. Εκτ. αρ. 1017 παρ. 654 σελ. 2155, 2156).

Ενοχικά δικαιώματα τρίτων, επί του πράγματος, συνιστούν νομικό ελάττωμα αν είναι αντιτάξιμα κατά του αγοραστή (AΠ 872/73 ΝοB 22.352, AΠ 392/70 ΝοB 18.117, EA 2122/55 EEN 22.1247, Ερμ. AK Γαζή αρ. 514 σημ. 11, X. Βερβενιώτης σε AK Γεωργιάδης - Σταθόπουλος, αρ. 514 IV σημ. στ., K. καυκάς Ενοχ. Δικ. A` Ειδ. Μέρος αρ. 514 παρ. 2 A`β`, Τούσης παρ. 29 σελ. 85, κορνηλάκη - Δεληγιάννη Ενοχ. Δικ. παρ. 43 σελ. 148, 149), όπως είναι π.χ. δικαίωμα μισθώσεως επί του πωληθέντος αποδεικνυόμενο με έγγραφο βεβαίας χρονολογίας και ως εκ τούτου δυνάμενο ν` αντιταχθεί κατά του αγοραστή και μισθώσεως αναγκαστικώς παρατεινόμενης δυνάμει του ενοικιοστασίου (αρ. 614, 616 - 618 AK, αρ. 7 N. 813/1978) (Εφ. Θεσ. 424/53 θε. 64.865, EA 2122/55 Αρχ. ν. 6.87), δικαίωμα τρίτου εκ χρησιδανείου, εκ δικαιώματος επισχέσεως ή εξ εισφοράς της χρήσεως σε εταιρεία.

Απαιτείται να είναι γνωστή η ύπαρξη του νομικού ελαττώματος που πράγματι υπάρχει κι όχι όταν απλώς υπάρχει αμφισβήτηση γι` αυτό. Επομένως, αν κατά το χρόνο του πλειστηριασμού υπήρχε διεκδίκηση του πλειστηριασθέντος που είχε εγγραφεί στα βιβλία διεκδικήσεων, δεν θεμελιώνεται η ύπαρξη νομικού ελαττώματος (AΠ 872/73 ΝοB 22.352, Μπρίνιας Αναγκ. Εκτελ. αρ. 1017 παρ. 654 σελ. 2155, 2156).

Αίρεται, δε κατ` άρ. 515 AK η ευθύνη του δανειστή για νομικά ελαττώματα που γνώριζε κατά το χρόνο του πλειστηριασμού, όταν κι ο υπερθεματιστής γνώριζε τα ελαττώματα αυτά (Ολ. AΠ 1177/84 ΝοB 33,95).

V.α. κατ` άρ. 325 KΠολΔ "το δεδικασμένο ισχύει υπέρ και κατά 1) των διαδίκων 2) εκείνων που έγιναν διάδοχοί του όσο διαρκούσε η δίκη ή μετά το τέλος της " και κατ` άρ. 919 KΠολΔ "H αναγκαστική εκτέλεση γίνεται 1) όταν πρόκειται για δικαστικές και διαιτητικές αποφάσεις, υπέρ και κατά των προσώπων, έναντι των οποίων ισχύει δεδικασμένο και κατά των προσώπων που απέκτησαν τη νομή ή κατοχή του επίδικου πράγματος κατά τη διάρκεια της δίκης ή μετά το τέλος της."

β. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, που εν όψει της γενικότητάς τους και της μη διακρίσεως αναφέρονται και στους ειδικούς διαδόχους, τέτοιοι δε νοούνται οι υπεισερχόμενοι σε ορισμένη σχέση του δικαιοπαρόχου τους είτε βάσει δικαιοπρακτικής βούλησης είτε βάσει νόμου η πολιτειακής πράξεως (όπως ο πλειστηριασμός) (Βαθρακοκοίλης Ερμ. AK αρ. 325 σελ. 516 επ), συνάγεται ότι στην περίπτωση της ειδικής διαδοχής το δεδικασμένο ισχύει και η εκτελεστότητα υφίσταται έναντι του διαδόχου, είτε πρόκειται περί εμπραγμάτων είτε περί ενοχικών δικαιωμάτων εφόσον βέβαια η ως άνω διαδοχή λάβει χώρα μετά την έναρξη της εκκρεμοδικίας, διαφορετικά δεν ασκεί επιρροή στις έννομες σχέσεις του διαδόχου (EA 140/87 ΝοB 35.778 AΠ 482/67 ΝοB 16.28).

H δέσμευση όμως αφορά το επίδικο δικαίωμα και μόνον εκείνου που διαδέχεται επ` αυτού τον διάδικο. Επομένως αν έχει ασκηθεί ενοχική αγωγή που έχει αντικείμενο τη μεταβίβαση ή αναμεταβίβαση της κυριότητας πράγματος, επίδικο είναι το προς τούτο ενοχικό δικαίωμα και όχι το πράγμα που αποτελεί το περιεχόμενο της παροχής, συνεπώς δεσμεύεται από το δεδικασμένο και την εκτελεστότητα μόνον εκείνος που διαδέχεται το επίδικο ενοχικό δικαίωμα ή την αντίστοιχη προς τούτο υποχρέωση και όχι αυτός που αποκτά με μεταβίβαση από τον διάδικο την κυριότητα του πράγματος ή άλλο εμπράγματο πάνω σ` αυτό δικαίωμα (AΠ 1900/90 και 690/90 EEN 91.774 και 214 και Π. Πρ. Χαλκιδικής 6/81 ΝοB 29.1135 κατά την οποία στις ενοχικές αγωγές για την απόδοση ή παράδοση ορισμένου πράγματος η δέσμευση από την απόφαση και η επέκταση της εκτελεστότητας της πρέπει να περιοριστεί όσον αφορά τους κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας της δίκης με βάση κάποιο εμπράγματο δικαίωμα ειδικούς διαδόχους, μόνο στις περιπτώσεις απολυτοποιήσεως του ενοχικού δικαιώματος οπότε ο ειδικός διάδοχος ευθύνεται κατά το ουσιαστικό δίκαιο για την υποχρέωση του δικαιοπαρόχου του που αναγνωρίσθηκε, ομοίως I. Μπρίνιας Αναγκ. Εκτ. παρ. 242 σελ. 679).

γ. Δεν ισχύει δε το δεδικασμένο κατά των ειδικών διαδόχων των διαδίκων αν αυτό επιτεύχθηκε με δόλο των διαδίκων (AΠ 653/74 ΝοB 23.721).

VI.α. H στο αρ. 949 K.Πολ.Δ. ("καταδικασθέντος τινός εις δήλωσιν βουλήσεως, άμα τη τελεσιδικία της αποφάσεως, η δήλωσις βουλήσεως θεωρείται ως γενομένη ") στηριζόμενη αγωγή που ως ενοχική (EA 5856/79 ΝοB 27 1641) δεν εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, περιορίζεται επί των δηλώσεων βουλήσεως περιουσιακού περιεχομένου και πρέπει να στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα που δημιουργούν ενοχή, προερχόμενη είτε απ` ευθείας από το νόμο είτε από σύμβαση (EA 6928/91 Ελ Δνη 1994/39).

Για να επέλθουν όμως οι συνέπειες του εκ του ως άνω άρθρου νομικού πλάσματος πρέπει ο υπόχρεος σε δήλωση να είναι δικαιούχος του μεταβιβαστέου δικαιώματος και να έχει εξουσία διαθέσεως αυτού αλλιώς δεν είναι δυνατή η δικαστική επιδίωξη καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως και η σχετική αγωγή απορρίπτεται σαν μη νόμιμη (A.Π. 242/91 ΕλΔνση 93.562), σε περίπτωση δε που επιβληθεί κατάσχεση μέχρι την τελεσιδικία της καταδικάζουσας σε δήλωση βουλήσεως αποφάσεως, η εκ της κατασχέσεως προερχόμενη απαγόρευση διαθέσεως πλήττει με ακυρότητα κατ` άρ. 38 KEΔE και την δια του νομικού πλάσματος του αρ. 949 K.Πολ.Δ. δημιουργούμενη διάθεση η οποία δεν αντιτάσσεται κατά του κατασχόντος (Μπρίνιας οπ παρ. 242 σελ. 675 επ.).

β. και επί ενοχικής αγωγής κατ` αρ. 949 KΠολΔ., το δεδικασμένο και η εκτελεστότητα της εκδιδόμενης επ` αυτής τελεσίδικης αποφάσεως λειτουργεί κατά τα διαλαμβανόμενα στην παρ. Vγ, διότι στη σχετική δίκη επίδικο είναι το ενοχικό δικαίωμα του δικαιούχου να αξιώσει τη σύμπραξη του άλλου στην κατάρτιση της οριστικής συμβάσεως κι όχι το υλικό αντικείμενο της τελευταίας, το δεδικασμένο δε από την ως άνω δίκη δεν καταλαμβάνει και τον τρίτο π.χ. υπερθεματιστή, που ως ειδικός διάδοχος του καθ` ού η εκτέλεση, απέκτησε το αντικείμενο αυτό κατά τη διάρκεια ή μετά το πέρας της δίκης (EA 5548/93 Ελ Δνη 95.384).

γ. και επί μεν μονομερών δικαιοπραξιών το πλάσμα του νόμου αντικαθιστά και τον τυχόν απαιτούμενο συστατικό τόπο της δηλώσεως βουλήσεως, επί δε των διμερών δικαιοπραξιών πρέπει να επακολουθήσει αποδοχή της δηλώσεως βουλήσεως και μάλιστα κατά τον τύπο που απαιτεί το ουσιαστικό δίκαιο είτε μόνο για την αποδοχή είτε για την κατάρτιση της συμβάσεως. ξταν ως τύπος απαιτείται συμβολαιογραφικό έγγραφο, η αποδοχή θα γίνει με συμβολαιογραφικό έγγραφο (AΠ 732/93 Ελ Δνη 36.107). ξταν δε για την παραγωγή εννόμων συνεπειών της δικαιοπραξίας απαιτείται κατά το ουσιαστικό δίκαιο η τήρηση ή συνδρομή κι άλλων πρόσθετων διατυπώσεων, αυτές πρέπει να τηρηθούν π.χ. η μεταγραφή για τη δια συμβάσεως μεταβίβαση κυριότητας ακινήτου (1033 AK) (AΠ 518/73 ΝοB 21.1419). Συνεπώς θα λάβει χώρα μεταγραφή της τελεσίδικης απόφασης και της δια συμβολαιογραφικού εγγράφου γενομένης αποδοχής (AΠ 1089/73, 91/74 EEN 41.539 και 579, AK Γεωργιάδης - Σταθόπουλος αρ. 1192 σελ. 229).

VII.Γ. Από όλα τα παραπάνω προκύπτει ότι:

H με αρ. 2431/91 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, η οποία, κάνοντας δεκτή την καταψηφιστική, ενοχική αγωγή εκ της AK 1400 της A.Δ. κατά του πρώην συζύγου της Δ.Δ. (της οποίας η εγγραφή στα βιβλία διεκδικήσεων, με επιμέλεια της ενάγουσας, χωρίς να απαιτείται τούτο από το νόμο, ουδεμία έννομη επιρροή ασκεί) υποχρέωσε τον τελευταίο, (δεσμευθέν το κρίναν δικαστήριο, κατ` αρ. 352 παρ. 1 KΠολΔ, από την με τις προτάσεις του στη δίκη του δευτέρου βαθμού γενόμενη ομολογία υπ` αυτού της ιστορικής βάσεως της ως άνω αγωγής), να της αποδώσει αυτουσίως, αντί του χρηματικού ποσού των 50.000.000 δρχ., στο οποίο υπολόγισε το 1/2 της αύξησης της περιουσίας του Δ.Δ. με τη συμβολή αυτής μετά το γάμο και μέχρι την αμετάκλητη λύση του (κατά την 23-3-1988) τα ζητηθέντα με την αγωγή 15 ακίνητα αυτού, που ευρεθέντα στην ατομική περιουσία του μετά την ως άνω λύση του γάμου του, δεσμεύθηκαν από το Δημόσιο με κατασχέσεις επιβληθείσες κατά τονΙανουάριο και το Φεβρουάριο του 1989 και υποθήκες εγγραφείσες το έτος 1990, προς εξασφάλιση και ικανοποίηση απαιτήσεών του κατά του παραπάνω βεβαιωμένων στην Γ` ΔOY Θεσσαλονίκης, δεν επιδικάζει στην πρώην σύζυγο του ως άνω οφειλέτη του Δημοσίου την κυριότητα επί των επίμαχων ακινήτων ούτε ενέχει απαγόρευση διαθέσεως αυτών από τον ως άνω κύριό τους αλλά επιδικάζει σ` αυτήν την ενοχική της απαίτηση εκ της AK 1400 κατά του συζύγου της προς μεταβίβαση σ` αυτή της κυριότητας των παραπάνω ακινήτων και συνεπώς έχει ενοχική και μάλιστα περιοριζόμενη μόνο μεταξύ των δύο πρώην συζύγων (σχετική) λειτουργία.

Συνεπώς δεν δεσμεύεται από το δεδικασμένο και την εκτελεστότητα της παραπάνω αποφάσεως ούτε το κατασχόν Δημόσιο ως μη επέχον θέση ειδικού διαδόχου του καθ` ού η εκτέλεση (EA 4127/78 ΝοB 27.223) ούτε ο τρίτος που θα αναδειχθεί, μετά την έκδοση της ως άνω αποφάσεως (2431/91 Εφ. Θεσσαλονίκης) υπερθεματιστής σε τυχόν πλειστηριασμό που θα επισπεύσει το Δημόσιο για τα επίμαχα ακίνητα, δυνάμει των προαναφερομένων κατασχέσεων και υποθηκών του επ` αυτών, διότι αυτός είναι ειδικός διάδοχος του καθ` ού η εκτέλεση όσον αφορά την κυριότητα του τελευταίου επί του κατασχεθέντος και δεν τον διαδέχεται στην ενοχική του υποχρέωση εκ της AK 1400 προς απόδοση του αποκτήματος, εκτός του ότι δια της ως άνω διατάξεως παρέχεται σχετικό κι όχι απόλυτο ή "εμπραγματωμένο" ενοχικό δικαίωμα.

Επομένως, η ως άνω απόφαση, λειτουργώντας ενοχικώς μόνο μεταξύ των δύο πρώην συζύγων και μάλιστα κατά τρόπο μη αντιτάξιμο έναντι των τρίτων δεν συνιστά νομικό ελάττωμα κατ` αρ. 1017 παρ. 2 K.Πολ.Δ. σε τυχόν πλειστηριασμούς που θα επισπεύσει το Δημόσιο κατά τα άνω για τα επίμαχα ακίνητα και για όλα τα χρέη του Δ. Δ. προς το Δημόσιο που θα βεβαιωθούν μέχρι τους ως άνω πλειστηριασμούς ανεξαρτήτως του αν περιλαμβάνονται ή όχι μεταξύ εκείνων για τα οποία επιβλήθηκαν οι προαναφερόμενες κατασχέσεις και υποθήκες αυτού.

VIII. Επομένως:

α) Στο πρώτο ερώτημα αρμόζει αρνητική απάντηση κατά τα στην προηγούμενη παράγραφο αναλυτικώς διαλαμβανόμενα.

β) α. Για να αποκτήσει η πρώην σύζυγος του οφειλέτη του Δημοσίου Δ.Δ. δικαίωμα κυριότητας επί των ως άνω ακινήτων, θα πρέπει να προβεί, εάν μεν συμφωνεί ο ως άνω πρώην σύζυγός της, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των αρ. 369, 1033, 1192 και 1198 AK, στη δια συμβολαιογραφικού εγγράφου κατάρτιση συμφωνίας περί μεταβιβάσεως σ` αυτήν της κυριότητας των ακινήτων του, των οποίων διατάχθηκε η αυτούσια απόδοση σαν αποκτημάτων γάμου με τη με αρ. 2431/1991 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης με αναφορά της ως άνω αιτίας μεταβιβάσεως και σε μεταγραφή αυτής στα οικεία βιβλία του Υποθηκοφυλακείου, (AΠ 1307/82 EEN 50.585), επί δε αρνήσεως ή ολιγωρίας αυτού, πρέπει να επιδιώξει, κατ` αρ. 949 KΠολΔ, την έκδοση τελεσίδικης απόφασης που να τον καταδικάζει σε δήλωση βουλήσεως και να μεταγράψει στη συνέχεια, την απόφαση καθώς και την εκ μέρους της δια συμβολαιογραφικού εγγράφου γενόμενη αποδοχή.

H κυριότητά της όμως αυτή, που είναι ισχυρή έναντι των τρίτων, ως μη προτεινόμενη και μη υπερέχουσα κατ` αρ. 38 NΔ 356/74 έναντι της επισπευδόμενης από το Δημόσιο, δυνάμει των προγενέστερων αυτής (κυριότητας) κατασχέσεων και υποθηκών, με τις οποίες δέσμευσε τα ως άνω ακίνητα, διαδικασίας της εκτελέσεως που προχωρεί απρόσκοπτα κι αδιαφορεί για την κατά τον ως άνω τρόπο κτηθείσα κυριότητα, δεν αντιτάσσεται έναντι του Δημοσίου για τα χρέη του Δ.Δ. προς αυτό, για τα οποία επιβλήθηκαν οι ως άνω κατασχέσεις και υποθήκες.

β. Από και δια της μεταγραφής των αναφερόμενων στην προηγούμενη παράγραφο πράξεων η Δ.A. αποκτά κυριότητα επί των επίμαχων ακινήτων με την προαναφερόμενη όμως διάκριση.

γ. Περαιτέρω δε, η ως άνω κυριότητα, είτε κτηθεί δια συμβολαιογραφικού εγγράφου είτε δια νομικού πλάσματος, ως μη αντιτασσόμενη κατά τα προηγούμενως αναφερθέντα στην παρ. βα και κατά των ελκόντων δικαίωμα εκ της διαδικασίας της ως άνω διοικητικής εκτελέσεως αναδειχθησόμενων υπερθεματιστών σε τυχόν επίσπευση πλειστηριασμών δυνάμει των ως άνω κατασχέσεων ή υποθηκών, οι οποίοι, ως ειδικοί διάδοχοι του καθ` ού η εκτέλεση θα αποκτήσουν το δικαίωμα του τελευταίου διαφυλαχθέν αλώβητο δυνάμει του αρ. 38 KEΔE από οποιαδήποτε αλλοίωση, δεν αποτελεί νομικό ελάττωμα στους πλειστηριασμούς αυτούς για τα ίδια ως άνω χρέη του Δ.Δ. προς το Δημόσιο, δηλαδή αυτά για τα οποία επιβλήθηκαν οι κατασχέσεις και ενεγράφησαν οι ως άνω υποθήκες του Δημοσίου.

Επομένως στο δεύτερο ερώτημα δίδεται η παραπάνω απάντηση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!