Εκσυγχρονίστε και αναβαθμίστε τη ψηφιακή υποδομή του λογιστικού σας γραφείου!

Μάθετε περισσότερα

Ο φορολογικός σας σύμβουλος! Αποκτήστε πρόσβαση στη γνώση από €8,33/ μήνα.

Μάθετε περισσότερα

Αποφάσεις - Εγκύκλιοι

ΠΟΛ. 1253/7-11-2001 Κοινοποίηση της υπ` αριθμ. 487-01 Γνωμοδότησης του Β Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους σχετικά με τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας δασών ή δασικών εκτάσεων

YΠOIK 1103373/4457/00ΤΥ/Δ/ΠΟΛ. 1253/7.11.2001 Κοινοποίηση της υπ` αριθμ. 487/01 Γνωμοδότησης του Β Τμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους

Σας κοινοποιούμε την υπ` αριθμ. 487/2001 γνωμοδότηση του ΒΤμήματος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών και παρακαλούμε για την εφαρμογή της σε ανάλογες περιπτώσεις.

Με τη γνωμοδότηση αυτή έγινε δεκτό, ότι μετά τη θέση σε ισχύ των διατάξεων του άρθρου 41 του Ν. 1249/82, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας δασών ή δασικών εκτάσεων εξακολουθεί να εφαρμόζεται, ως ειδική, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 998/79, ενώ αντιθέτως οι περιπτώσεις των δασών ή δασικών εκτάσεων, περί των οποίων προνοεί η παρ. 2 της παραπάνω διάταξης, έχουν υπαχθεί στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων.

Αριθ. Γνωμοδοτήσεως 487/2001 --------------------------------------

ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

(Β Τμήμα) --------------------------------------

Συνεδρίαση 28-6-2001

Πρόεδρος: Χ. Τσεκούρας (Αντ/δρος Ν.Σ.Κ.)

Εισηγητής: Σ. Δέτσης (Πάρεδρος Ν.Σ.Κ.)

Περίληψη Ερωτήματος:

Υπολογισμός της φορολογητέας αξίας δασών και δασικών εκτάσεων στα πλαίσια της Φορολογίας Κεφαλαίου.

Επί του άνω ερωτήματος το Ν.Σ.Κ. (Β Τμήμα) εγνωμοδότησε ως ακολούθως:

Ι. Στο Ν. 1249/1982 Διαρρυθμίσεις στην άμεση και έμμεση φορολογία, μισθολογικά θέματα και άλλες διατάξεις (ΦΕΚ 43 Α), ορίζονται τα εξής:

Αρθρο 41:

1. Για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζονται με αντάλλαγμα ή αιτία θανάτου, δωρεάς ή προίκας, λαβαίνονται υπόψη οι τιμές εκκίνησης, που είναι καθορισμένες από πριν κατά ζώνες ή οικοδομικά τετράγωνα και κατ` είδος ακινήτου, όπως αστικό ακίνητο, μονοκατοικία, διαμέρισμα, κατάστημα, αγρόκτημα και άλλα.

Οι τιμές εκκίνησης αυξάνονται ή μειώνονται ποσοστιαία ανάλογα με τους παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά ή μειωτικά την αξία των ακινήτων, όπως για τα διαμερίσματα η παλαιότητα, η θέση στο οικοδομικό τετράγωνο ή στον όροφο της πολυκατοικίας, για τα καταστήματα η εμπορικότητα του δρόμου, το πατάρι, το υπόγειο, για αγροκτήματα η καλλιεργητική αξία, η τουριστική ή παραθεριστική σημασία και άλλα. Οι τιμές εκκίνησης και οι συντελεστές αυξομείωσής τους θα καθορίζονται με αποφάσεις του Υπουργού των Οικονομικών, μετά από εισήγηση Επιτροπών που θα αποτελούνται από οικονομικούς υπαλλήλους, μηχανικούς του Υπουργείου Δημοσίων λργων, εκπροσώπους της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εκπροσώπους του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας και άλλα πρόσωπα που διαθέτουν ειδικές γνώσεις ή ιδιάζουσα εμπειρία και θα συγκροτούνται με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Προεδρίας Κυβερνήσεως και Οικονομικών .

Με τις προπαρατεθείσες διατάξεις θεσπίσθηκε η εφαρμογή συστήματος προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων με αντικειμενικό τρόπο στις υποθέσεις φορολογητέας αξίας των ακινήτων με αντικειμενικό τρόπο στις υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου.

Το σύστημα αυτό εφαρμόσθηκε κατ` αρχήν στις εντός σχεδίου πόλης περιοχές και με τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών:

α) 1144814/26361/ΔΟΟΤΥ/30-12-98/ΠΟΛ. 1310 (ΦΕΚ 1328/Β 98),

β) 1059122/2815/ΔΟΟΤΥ/15-6-99/ΠΟΛ. 1135 (ΦΕΚ 1321/Β 99) και

γ) 1107354/5683/ΔΟΟΤΥ/16.11.99/ΠΟΛ. 1218 (ΦΕΚ 2080/Β 99), επεκτάθηκε σε όλες τις εκτός σχεδίου πόλης περιοχές της χώρας που δεν έχουν ειδικούς όρους δόμησης.

Με τις τελευταίες αυτές αποφάσεις ο προσδιορισμός της φορολογητέας αξίας των ακινήτων, γίνεται με βάση μια αρχική αξία γης των αγροτεμαχίων (Αρχική Βασική Αξία - ΑΒΑ) επί της οποίας εφαρμόζονται ειδικά χαρακτηριστικά των ακινήτων της περιοχής (αρδευόμενοι αγροί, μονοετείς ή πολυετείς καλλιέργειες, δασικές εκτάσεις, βοσκότοποι κ.λπ.).

Στην περίπτωση δασικής εδαφικής έκτασης όπως ορίζεται στο εδάφιο Γ της παραγράφου 5 του άρθρου 3 της υπ` αριθμ. 1144814/26361/ΔΟΟΤΥ/30- 12-98/ΠΟΛ. 1310 απόφασης του Υπουργού Οικονομικών, εφαρμόζεται ειδικός μειωτικός συντελεστής χρήσης 0,60.

ΙΙ. Στο Ν. 998/79 Περί προστασίας των δασών και των δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας (ΦΕΚ Α 289), ορίζονται τα εξής:

Αρθρον 1:

"Σκοπός του παρόντος νόμου είναι ο καθορισμός των συγκεκριμένων μέτρων προστασίας δια την διατήρησιν, ανάπτυξιν και βελτίωσιν των δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων της Χώρας εντός του πλαισίου και προς τον σκοπόν της διατηρήσεως και βελτιώσεως του όλου φυσικού περιβάλλοντος και εν συναρτήσει προς το ιδιαίτερον νομικόν καθεστώς το διέπον την ιδιοκτησίαν και την εκμετάλλευσιν τούτων, ως και ο προσδιορισμός, κατά περίπτωσιν ή κατηγορίας περιπτώσεων, των όρων και προϋποθέσεων υπό τας οποίας τα δάση και αι δασικαί εν γένει εκτάσεις ή τμήματα αυτών δύνανται να μεταβάλλουν την κατά προορισμόν χρήσιν των ή να εξυπηρετούν και άλλας χρήσεις, δια λόγους επιβαλλομένου εκ δημοσίου συμφέροντος".

Αρθρον 2:

"1. Τα δάση και αι δασικαί εν γένει εκτάσεις συνιστούν εθνικόν κεφάλαιον, η δε προστασία των αποτελεί υποχρέωσιν, τόσον των κρατικών οργάνων εν τη ασκήσει των αρμοδιοτήτων, όσον και των πολιτών.

2. Ουδενός ιδιωτικού δικαιώματος η άσκησις δύναται να ενεργείται κατά παραβίασιν της ως άνω υποχρεώσεως, πλην αν άλλως κατ` εξαίρεσιν ορίζει ο νόμος και εντός των ορίων της εξαιρέσεως αυτής".

Αρθρον 6:

"1. Εις ας περιπτώσεις είναι απαραίτητον όπως προσδιορίσθη η αξία δάσους ή δασικής εκτάσεως δι` οιανδήποτε αιτίαν, ο προσδιορισμός ούτος ενεργείται επί τη βάσει της θέσεως, της μορφής και της συστάσεως, ως και της τυχόν εις δασικά προϊόντα αποδόσεως του δάσους ή της δασικής εκτάσεως, της ιδιοσυστασίας του εδάφους και των λοιπών φυσικών χαρακτηριστικών αυτού, λαμβανομένης υπ` όψιν της, κατά νόμον, αδυναμίας χρησιμοποιήσεως του προς οικιστικούς σκοπούς ή άλλην εκμετάλλευσιν ξένην προς τον προορισμόν αυτού. Δια τον εν λόγω προσδιορισμόν δεν δύναται να ληφθούν υπ` όψιν συγκριτικά στοιχεία αναφερόμενα εις γειτονικάς οικοπεδικάς εκτάσεις ή έτερα στοιχεία εμφανίζοντα το δάσος ή την δασικήν έκτασιν, ως έχοντα οικοπεδικήν αξίαν.

2. Εφ` όσον, κατ` εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος νόμου, τμήματα δάσους ή δασικής εκτάσεως ήθελον διατεθή προς οικοδομικήν ή άλλην, πλην της δασοπονικής φύσεως εκμετάλλευσιν και παρίσταται ανάγκη προσδιορισμού της αξίας αυτών, ταύτα εκτιμώνται ως έχοντα οικοπεδικήν αξίαν, βάσει της θέσεως εις ην ευρίσκονται και των λοιπών προσδιοριστικών της αξίας αυτών στοιχείων, μεταξύ των οποίων και τα κατά το τελευταίον εδάφιον της προηγούμενης παραγράφου".

Αρθρον 35:

"1. Ιδιωτικά δάση και δασικαί εκτάσεις ή μέρη τούτων καταστραφέντα από 11 Ιουνίου 1975 ή καταστρεφόμενα εφεξής, εκ πυρκαϊάς δεν δύνανται να μεταβιβασθούν εν κατατμήσει, ουδέ κατ` ιδανικά μερίδια, δια δικαιοπραξίας εν ζωή επί τριάκοντα έτη από της τοιαύτης καταστροφής των.

2. Εις τας δικαιοπραξίας εν ζωή περί μεταβιβάσεως ιδιωτικού δάσους ή δασικής εκτάσεως ολοκλήρου, μέρους τούτων ή ιδανικού μεριδίου, προσαρτάται πιστοποιητικόν της αρμοδίας δασικής αρχής ότι το μεταβιβαζόμενον δεν κατεστράφη εκ πυρκαϊάς μετά την 11ην Ιουνίου 1975 και εις πάσαν εφεξής περίπτωσιν κατά την τελευταίαν τριακονταετίαν από της 11ης Ιουνίου 1975, άλλως η δικαιοπραξία τυγχάνει άκυρος".

Αρθρον 72:

"1. Προκειμένου περί ιδιωτικών δασών και δασικών εκτάσεων πέραν των πεντήκοντα (50) στρεμμάτων, των οποίων οι ιδιοκτήται επιθυμούν να μεταβιβάσουν ταύτα προς τρίτους δια πωλήσεως, το Δημόσιον κέκτηται δικαίωμα προτιμήσεως επί ίσοις όροις δια την αγοράν αυτών...

4. Εάν το Δημόσιον δεν ασκήση το δικαίωμα προτιμήσεως ή παρέλθουν αι προθεσμίαι του ενός ή τεσσάρων μηνών κατά τα προβλεπόμενα εις τα προηγουμένας παραγράφους, ο δηλών δικαιούται να χωρήση ελευθέρως εις την σύναψιν της συμβάσεως πωλήσεως του δάσους ή δασικής εκτάσεως προς τον γνωστοποιηθέντα υποψήφιον αγοραστήν ή και έτερον αντί του δηλωθέντος τιμήματος ή μεγαλυτέρου".

Από το σύνολο των παραπάνω διατάξεων οι οποίες απηχούν εν πολλοίς και την βούληση του συνταγματικού νομοθέτη, έτσι όπως αυτή διαχρονικά έχει εκδηλωθεί στα διάφορα Συντάγματα της χώρας, διαφαίνεται με το πιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο η προσπάθεια της Πολιτείας να περιφρουρήσει τον δασικό πλούτο της χώρας, ανεξάρτητα αν το δάσος ή η δασική έκταση, από πλευράς ιδιοκτησιακού καθεστώτος, έχει δημόσιο ή ιδιωτικό χαρακτήρα.

Προς την άνω κατευθυντήρια γραμμή κινείται σταθερά εδώ και χρόνια και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με την οποία έχει παγιωθεί πλέον η γενική αρχή ότι από το Σύνταγμα και τη δασική νομοθεσία απαγορεύεται η παροχή άδειας κατάτμησης δάσους για οικοπεδοποίηση και ότι τα ιδιωτικά δάση σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να μεταβάλουν το χαρακτήρα τους, αφού ο συντακτικός νομοθέτης θεσπίζει ιδιαιτέρως αυστηρό προστατευτικό καθεστώς των δασών και των δασικών εκτάσεων για να διαφυλαχθεί η φυσική και βιολογική ισορροπία που εγγυάται η ύπαρξη τους. (ΣτΕ 3414/1978/ 89-1362-3053-3754/1981, 2453/1982, 2427/84, 900/85, 4783/96, 1675/97 κ.α.)

ΙΙΙ. Εκ των άνω προεκτεθέντων και ενόψει του τιθεμένου ερωτήματος, συνάγονται τα ακόλουθα:

1) Ως γνωστόν, με τις διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1249/82, όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τα άρθρα 14 του Ν. 1473/84, 24 παρ. 8 και 9 του Ν. 1828/89, 14 παρ. 11-18 του Ν. 1882/90 και 14 παρ. 3 του Ν. 2579/98, καθιερώθηκε στις υποθέσεις φορολογίας κεφαλαίου το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων.

Σκοπός της μεθόδου αυτής, με την οποία προσδιορίζονται τεκμαρτές φορολογητέες αξίες των ακινήτων με βάση προκαθορισμένες από την Διοίκηση τιμές και συντελεστές, είναι η εμπέδωση κλίματος αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογικών αρχών και πολιτών, καθώς και η αποφυγή των ζωηρών αμφισβητήσεων και έριδων που δημιούργησε η εξεύρεση της φορολογητέας αγοραίας αξίας των ακινήτων με την μέθοδο των συγκριτικών στοιχείων, που προβλέπεται από τις διατάξεις του Α.Ν. 1521/1950, ο οποίος κυρώθηκε με το πρώτο άρθρο του Ν. 1587/1950. Οπως γίνεται παγίως δεκτό, αγοραία αξία, κατά την έννοια των διατάξεων του τελευταίου ως άνω νόμου, είναι η αξία που διαμορφώνεται ελεύθερα στις συναλλαγές, σύμφωνα με το νόμο της προρσφοράς και τη ζήτησης, σε συνάρτηση πάντοτε με τις ειδικές συνθήκες που διαμορφώνονται στην περιοχή, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις ιδιομορφίες των μεταβιβαζομένων ακινήτων (βλ. Ι.Γ. Φωτόπουλου, Η φορολογία μεταβίβασης ακινήτων, σελ. 325 επ.).

2) Για τον προσδιορισμό της αγοραίας αξίας δασών και δασικών εκτάσεων, ο Α.Ν. 1521/1950 δεν περιελάμβανε ειδικότερες διατάξεις. Επομένως και στις περιπτώσεις αυτές ίσχυαν οι διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 3 του Α.Ν. 1521/1950, οι οποίες προβλέπουν την χρησιμοποίηση πρόσφορων και ομοειδών συγκριτικών στοιχείων και σε περίπτωση που αυτά δεν υπάρχουν ή αυτά που υπάρχουν κρίνονται ανεπαρκή ή απρόσφορα, ο προσδιορισμός της αγοραίας αξίας θα γίνει με τη χρήση οποιουδήποτε άλλου αποδεικτικού μέσου (ΣτΕ 3094/84, με την οποία κρίθηκε ότι για τον προσδιορισμό της αξίας δάσους δεν είναι επιτρεπτό να χρησιμοποιηθούν συγκριτικά στοιχεία από αγρούς).

Ομως, με τις μεταγενέστερες διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 998/79, προβλέφθηκε πλέον ρητά ότι, στις περιπτώσεις που για οποιοδήποτε λόγο είναι απαραίτητο να προσδιορισθεί η αξία δάσους ή δασικής έκτασης, ο προσδιορισμός αυτός δεν γίνεται με τη χρήση συγκριτικών στοιχείων αλλά με βάση τη θέση, τη μορφή και τη σύσταση της συγκεκριμένης έκτασης, καθώς και την τυχόν, σε δασικά προϊόντα απόδοση, την ιδιοσυστασία του εδάφους και των λοιπών φυσικών χαρακτηριστικών του, λαμβανομένης ιδίως υπόψη και της αδυναμίας εκ του νόμου χρησιμοποίησής της για οικιστικούς σκοπούς ή για άλλη εκμετάλλευση ξένη προς τον προορισμό της.

Οπως δε επισημαίνεται αναλυτικότερα στο υπ` αριθ. 110068/2201/20-11- 2000 έγγραφο του Υπουργείου Γεωργίας (Γενική γραμματεία δασών & Φ.Π.), για τον προσδιορισμό της αξίας ενός δασοκτήματος, στα πλαίσια της Δασικής Εκτιμητικής, καθορίζονται κατ` αρχήν οι μορφές εδαφοπονικής εκμετάλλευσης, όπως κατανέμονται στην έκταση του δασοκτήματος και εμβαδομετρούνται οι επιφάνειες που καλύπτονται από δάσος εκείνες που είναι χορτολιβαδικές, οι άγονες, οι γυμνές κ.λπ.

Στη συνέχεια διακρίνονται οι διαχειριστικές κλάσεις που απαντώνται στο δασόκτημα (διαχ/κή κλάση Μαύρης Πεύκης, διαχ/κή κλάση Οξυάς κ.λπ.), αποτιμάται η αξία των και το σύνολο των επί μέρους αξιών των διαχ/κών κλάσεων αποτελεί την αξία του δασοκτήματος. Για την αποτίμηση όμως της αξίας κάθε διαχ/κής κλάσης, θα πρέπει προηγουμένως να έχουν προσδιορισθεί:

α) Η αξία του δασικού εδάφους. Αυτή εκτιμάται από την εδαφική πρόσοδο που δίνεται από ένα κανονικό δάσος.

β) Η αξία ξυλαποθέματος. Προσδιορίζονται οι ποσότητες κατά κατηγορία προϊόντων και κατά συνέπεια οι αξίες αυτών, η αξία τεχνικού ξύλου, η αξία καυσοξύλων κ.λπ.

γ) Η αξία προσαύξησης. 5ετίας, 10ετίας ανάλογα και

ε) Η κατάσταση του δασοκτήματος. Προσδιορισμός επιγενομένων καταστροφών από πυρκαϊές, ανέμους κ.λπ.

3) Εκ των άνω υπό στοιχεία 1 και 2 εκτεθέντων, καθίσταται φανερό ότι οι ρυθμίσεις της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 998/79, ως αναφερόμενες σε όλως ειδικό και συγκεκριμένο θέμα (προσδιορισμός αξίας δασών και δασικών εκτάσεων) δεν εθίγησαν από τις γενικές διατάξεις του άρθρου 41 του Ν. 1249/82, με τις οποίες καθιερώθηκε στη χώρα μας το σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων με αντικειμενικό τρόπο.

Η παραπάνω μέθοδος θεσπίσθηκε, όπως προαναφερθήκε, προς αντικατάσταση του παλαιού συστήματος εξευρέσεως της φορολογητέας αγοραίας αξίας των ακινήτων δια συγκριτικών στοιχείων, προκειμένου να εξαλειφθούν οι έριδες που αναφύονταν μεταξύ φορολογικών αρχών και φορολογουμένων. Επομένως, από τον δικαιολογητικό λόγο καθιέρωσης του συστήματος των αντικειμενικών αξιών, προκύπτει ότι ο φορολογικός νομοθέτης αναφέρεται σε ακίνητα, που μπορούν να καταστούν αντικείμενα συναλλαγής σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας της αγοράς, χωρίς δεσμεύσεις και περιορισμούς στον προσδιορισμό της τελικής αξίας του μεταβιβαζομένου ακινήτου.

Από το παραπάνω πλαίσιο εφαρμογής του νέου συστήματος, εξαιρούνται ασφαλώς τα δάση και οι δασικές εκτάσεις, αφού σε περίπτωση μεταβίβασης μιας τέτοιας έκτασης και με δεδομένες τις σοβαρότατες δεσμεύσεις της ιδιοκτησίας, τις οποίες συνεπάγεται ο χαρακτηρισμός μιας έκτασης ως δασικής, όπως και η κήρυξη ιδιωτικής έκτασης ως αναδασωτέας, επέρχεται σοβαρή μείωση της αξίας της, που καθιστά σχεδόν επιτακτική την προσφυγή σε συγκριτικά στοιχεία που προέρχονται από μεταβιβάσεις ομοειδών δασικών εκτάσεων, αλλά και την συνεκτίμηση της απόδοσης σε δασικά προϊόντα της εν λόγω έκτασης (βλ. Ι.Γ. Φωτόπουλου, Η φορολογία μεταβίβασης ακινήτων, σελ. 693, ΣτΕ 4178/88). λλωστε η ίδια η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 6 του Ν. 998/79 ρητά ορίζει ότι για τον προσδιορισμό της αξίας στις περιπτώσεις αυτές δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη συγκριτικά στοιχεία που αναφέρονται σε γειτονικές οικοπεδικές εκτάσεις ή άλλα στοιχεία που εμφανίζουν το δάσος ή τη δασική έκταση να έχει οικοπεδική αξία.

Επομένως, από τις διατάξεις αυτές, οι οποίες, ως αναφερόμενες στον προσδιορισμό της αξίας του δάσους δι` οιανδήποτε αιτίαν , εφαρμόζονται και για την επιβολή φορολογίας, συνάγεται ότι η αξία αυτή εξευρίσκεται, εκτός της χρησιμοποίησης πρόσφορων ομοειδών συγκριτικών στοιχείων και με τη λήψη υπόψη των περιγραφικών στοιχείων (θέση, μορφή, σύσταση εδάφους κ.α.) του συγκεκριμένου δάσους, την τυχόν, απόδοσή τους σε δασικά προϊόντα και την δεδομένη αδυναμία χρησιμοποίησής του για οικιστικούς σκοπούς ή άλλης εκμετάλλευσης ξένης προς τον προορισμό του ως δάσους.

Αντίθετα, όπως προνοεί η παρ. 2 της ίδιας ως άνω διάταξης, αν τμήματα δάσους ή δασικής έκτασης διατεθούν για οικοδομική ή άλλη, πλην της δασοπονικής, εκμετάλλευση και υπάρξει ανάγκη προσδιορισμού της αξίας τους, τότε αυτά εκτιμώνται με την οικοπεδική τους αξία, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι περιπτώσεις αυτές ασφαλώς και εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής του συστήματος αντικειμενικού προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, αφού το κατά τον Α.Ν. 1521/50 σύστημα της εξευρέσεως της αγοραίας αξίας των μεταβιβαζομένων ακινήτων με τη χρήση συγκριτικών στοιχείων υπεκατεστάθη δια του αντικειμενικού συστήματος προσδιορισμού της αξίας αυτών κατ` άρθρον 41 Ν. 1249/82.

ΙV. Ενόψει, συνεπώς, των προεκτεθέντων, στο τιθέμενο ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι, μετά την θέση σε ισχύ των διατάξεων του άρθρου 41 του Ν. 1249/82, για τον προσδιορισμό της φορολογητέας αξίας δασών ή δασικών εκτάσεων εξακολουθεί να εφαρμόζεται, ως ειδική, η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 998/79, ενώ αντιθέτως οι περιπτώσεις των δασών ή δασικών εκτάσεων, περί των οποίων προνοεί η παρ. 2 της παραπάνω διάταξης, έχουν υπαχθεί στο αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της φορολογητέας αξίας των ακινήτων.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Δεν θέλετε να συμπληρώνετε το κείμενο αυτό σε κάθε αναζήτηση σας; Αρκεί απλά να γραφτείτε δωρεάν στο Forin.gr πατώντας εδώ ή να συνδεθείτε με τον λογαριασμό σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια! Πρόσθεσε το σχόλιο σου τώρα!